Η συστροφή ωοθήκης (adnexal torsion) είναι μια σπάνια αλλά σοβαρή αιτία οξείας κοιλίας που εκδηλώνεται σαν άλγος υπογαστρίου. Αποτελεί το 2.5-7.4% των περιπτώσεων οξείας κοιλίας σε γυναίκες. Η κλινική εικόνα είναι συχνά μη ειδική (παραπλανητική) με αποτέλεσμα την καθυστέρηση της διάγνωσης και της χειρουργική αντιμετώπιση της, άρα και μικρή πιθανότητα επιβίωσης του οργάνου.
Η συστροφή ωοθήκης εμφανίζεται συνήθως ετερόπλευρα σε μια παθολογικά διευρυμένη ωοθήκη. Η παθολογική διόγκωση της ωοθήκης δημιουργεί πιθανότατα το μηχανικό αίτιο γύρω από το οποίο περιστρέφεται το εξάρτημα. Η διαδικασία μπορεί να περιλαμβάνει την ωοθήκη μόνο, αλλά πιο συχνά επηρεάζει τόσο την ωοθήκη όσο και την σάλπιγγα. Περίπου το 60-71% των συστροφών εμφανίζεται στη δεξιά πλευρά.
Αιτίες συστροφής μπορεί να είναι:
- Οι όγκοι των ωοθηκών καλοήθεις και κακοήθεις και στο 50-60% των περιπτώσεων συστροφής αφορούν μάζες διαμέτρου άνω των 4-6 εκατοστών.
- Προηγούμενα χειρουργεία στην κοιλιακή χώρα λόγω ύπαρξης συμφύσεων.
- Κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου της κύησης η παρουσία διευρυμένου ωχρού σωματίου.
- Πρόκληση ωοθυλακιορρηξίας σε καταστάσεις υπογονιμότητας καθώς και κύστη ωχρού σωματίου, αυτές οι καταστάσεις αποτελούν το 25% περίπου των επειγόντων καταστάσεων του πρώτου τριμήνου.
Αν και η συστροφή σπανίως μπορεί να εμφανιστεί σε φυσιολογική ωοθήκη, υπάρχουν περιπτώσεις που έχουν εμφανιστεί και σε παιδιά τα οποία είτε πάσχουν από ανατομικές ανωμαλίες των έσω γεννητικών οργάνων ή συγγενείς κύστεις της ωοθήκης ή των σαλπίγγων είτε όχι μιας και λιγότερες από τις μισές περιπτώσεις σχετίζονται με τα παραπάνω αίτια σε παιδιατρικούς ασθενείς.
Θνησιμότητα / νοσηρότητα
Οι περισσότεροι ασθενείς με συστροφή ωοθήκης έχουν μια καθυστερημένη διάγνωση και συχνά οδηγούνται σε νέκρωση της ωοθήκης. Σπανιότερα μια συστροφή μπορεί να οδηγήσει σε περιτονίτιδα και θάνατο λόγω νέκρωσης της ωοθήκης αλλά και της εμφάνισης πυελικής θρομβοφλεβίτιδας.
Ηλικία
Συστροφή ωοθηκών μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία, αλλά οι περισσότερες περιπτώσεις εμφανίζονται κατά τα πρώτα έτη της αναπαραγωγικής ζωής. Η μέση ηλικία που αναφέρεται σε μελέτες είναι των 28 ετών, ενώ σε άλλες το ποσοστό των ασθενών ηλικίας κάτω των 30 ετών.
Κλινική εικόνα
Κλασικά, οι ασθενείς εμφανίζουν αιφνίδια έναρξη, σοβαρό μονόπλευρο πόνο στο κατώτερο κοιλιακό τοίχωμα που επιδεινώνεται κατά διαστήματα κατά τη διάρκεια πολλών ωρών μπορεί να μειώνεται αλλά δεν εξαφανίζεται. Ένας μικρός αριθμός ασθενών ωστόσο διαμαρτύρονται για ήπιο πόνο που ακολουθεί μια πιο παρατεταμένη χρονική πορεία. Ο πόνος συνήθως εντοπίζεται πάνω από την εμπλεκόμενη πλευρά, συχνά διαχέεται στην οσφύ τη λεκάνη ή στο μηρό μοιάζει σαν μαχαιριά ή λιγότερο συχνά σαν κράμπα.
Η ναυτία και ο εμετός παρατηρούνται στο 70% περίπου των ασθενών. Ο πόνος μπορεί να εξαφανιστεί λόγω μερικής η αυτόματης λύσης της συστροφής ή να μειωθεί και να εξαφανιστεί τελικά λόγω νέκρωσης της ωοθήκης. Πυρετός μπορεί να εμφανιστεί αργά, ως εύρημα της νέκρωσης της ωοθήκης. Έναρξη του πόνου κατά τη διάρκεια άσκησης ή σε επιτόπια άλματα είναι κοινή.
Εργαστηριακή διερεύνηση
Γενικά οι εργαστηριακές εξετάσεις δεν βοηθούν στην διάγνωση της συστροφής ωοθήκης. Ωστόσο πρέπει να γίνονται για να αποκλείσουν άλλες καταστάσεις που μιμούνται την ίδια κλινική εικόνα. Ένα τεστ εγκυμοσύνης είναι η πρώτη και πιο κρίσιμη εργαστηριακή εξέταση που πρέπει να γίνει.
Άλλες είναι η γενική αίματος, η γενική ούρων, η CRP, η γλυκόζη, η ουρία, η κρεατινίνη, η CPK και το ινωδογόνο.
Απεικονιστική διερεύνηση
Το υπερηχογράφημα και το έγχρωμο doppler των ωοθηκικών αγγείων είναι η πρώτη και ποιο ειδική εξέταση που πρέπει να γίνει.
Διόγκωση των ωοθηκών ή κυστικό μόρφωμα ωοθήκης και μειωμένη φλεβική παροχέτευση είναι η πιο συχνή υπερηχογραφική εικόνα σε συστροφή ωοθήκης.
Η διαπίστωση της ωοθηκικής μάζας μπορεί να είναι αιτία για την συστροφή αλλά μπορεί επίσης τα ευρήματα να είναι παραπλανητικά ως προς την πηγή του πόνου. Ωστόσο, δεδομένης της ανακάλυψης μιας κύστης ωοθηκών θα πρέπει να αυξήσει σημαντικά την υποψία κάποιου προς αυτή τη διάγνωση.
Η ύπαρξη της διπλής αγγείωσης της ωοθήκης μπορεί να παραπλανήση την διάγνωση ακόμα και στην περίπτωση του Doppler ροής.
Αν και απουσία αρτηριακής ροής του αίματος μπορεί να είναι διαγνωστική, στα πρώτα στάδια εξέλιξης της νόσου η αρτηριακή αιμάτωση μπορεί να διατηρηθεί με παράλληλη απόφραξη της φλεβικής και λεμφικής κυκλοφορίας.
Η διαγνωστική αξία της αξονικής ή της μαγνητικής τομογραφίας είναι αμφισβητήσιμη.
Αντιμετώπιση
Η λαπαροσκόπηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο για την επιβεβαίωση της διάγνωσης όσο και σαν θεραπεία και αποτελεί τον ενδεδειγμένο τρόπο θεραπείας αλλά και τελικής διάγνωσης.