Ενδομητρίωση

Ενδομητρίωση (endometriosis) είναι η παρουσία κυττάρων του ενδομητρίου σε θέσεις πέραν της ενδομήτριας κοιλότητας π.χ. στις ωοθήκες, περιτοναϊκή κοιλότητα (εσωτερικό της κοιλιάς) σε θέσης όπως η ουροδόχος κύστη, το τοίχωμα του εντέρου αλλά και σπάνια σε απομακρυσμένες θέσεις όπως ο πνεύμονας ο βλεννογόνος της μύτης, το μάτι κ.α. Όταν εμφανίζεται στο μυϊκό τοίχωμα της μήτρας τότε ονομάζεται αδενομύωση η οποία είναι μια παραλλαγή της νόσου.

ΕνδομητρίωσηΤα αίτια της νόσου δεν είναι απολύτως γνωστά και κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί διάφορες θεωρίες που προσπάθησαν να την εξηγήσουν. Η παλινδρόμηση ποσότητας αίματος της περιόδου είναι μια πιθανή θεωρία η οποία υποστηρίζει ότι το αίμα της περιόδου κατευθύνεται μέσω των σαλπίγγων στην περιτοναϊκή κοιλότητα (στο εσωτερικό της κοιλιάς) με αποτέλεσμα κύτταρα του ενδομητρίου, που φυσιολογικά βρίσκονται μόνο εντός της μήτρας, να εμφυτεύονται σε διάφορα κοιλιακά όργανα.

Η δεύτερη θεωρία υποστηρίζει ότι κύτταρα του ενδομητρίου εισέρχονται στη λέμφο και στα αιμοφόρα αγγεία κατά τη διάρκεια της περιόδου και εμφυτεύονται σε άλλα ενδοπυελικά ή πιο απομακρυσμένα όργανα.

Η τρίτη θεωρία υποστηρίζει ότι ενδογενείς παράγοντες κάτω από κατάλληλες συνθήκες τροποποιούν/διαφοροποιούν αρχέγονα ενδοπεριτοναϊκά κύτταρα, δημιουργώντας έκτοπο ενδομήτριο (τα αρχέγονα αυτά κύτταρα έχουν κοινή προέλευση με ενδοπεριτοναϊκά όργανα όπως η μήτρα).

Η τέταρτη θεωρία υποστηρίζει την ενεργοποίησης υπολειμμάτων εμβρυϊκών κυττάρων. Κύτταρα δηλαδή που παρέμειναν από την εμβρυική ζωή σε θέσεις εκτός της μήτρας και όταν δέχθηκαν τις ορμονικές επιδράσεις αναπτύχθηκαν σε ενδομήτριο.

Το ενδομήτριο είναι ένας ιστός ο οποίος δέχεται την κυκλική επίδραση των γυναικείων ορμονών (αύξηση και μείωση των οιστρογόνων και της προγεστερόνης) με αποτέλεσμα και αυτός να αυξάνει και να μειώνεται σε μέγεθος κατά την διάρκεια του κύκλου και να αποπίπτει κατά την διάρκεια της περιόδου έτσι ώστε να εμφανίζεται η περίοδος.

Σαν απόρροια αυτής της επίδρασης οι έκτοπες εστίες του ενδομητρίου δεχόμενες τα ορμονικά ερεθίσματα του κύκλου αιμορραγούν και αυτές κατά τη διάρκεια της περιόδου και ενώ λίγο πριν την περίοδο οι βλάβες είναι αυξημένες σε μέγεθος, λίγο μετά την περίοδο τις βλέπουμε μικρότερες.

Δεν παρατηρείται επομένως πριν από την αρχή της περιόδου, αφού η ανάπτυξη και εξέλιξή της εξαρτάται από την ορμονική διέγερση. Αποτελεί την πιο συχνή γυναικολογική αιτία πυελικού πόνου. Η επίπτωση στον γενικό πληθυσμό είναι 1-2%, αλλά στις γυναίκες με στείρωση το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 15-25% και σε αυτές με δυσμηνόρροια στο 40-60%.

Η επικρατούσα θεωρία σήμερα είναι αυτή της παλινδρόμησης των ενδομήτριων κυττάρων. Επειδή όμως αίμα κατά την περίοδο παλινδρομεί σε όλες σχεδόν τις γυναίκες και δεν εμφανίζουν όλες ενδομητρίωση, φαίνεται ότι σημαντικό ρόλο παίζει η ανοσολογική αντίδραση της ασθενούς. Έτσι η ανοσολογική ιδιαιτερότητα των συγκεκριμένων γυναικών αντί να καταστρέψει τα κύτταρα που πέφτουν στην περιτοναϊκή κοιλότητα, τους επιτρέπει να αναπτυχθούν.

Στο σημείο εκείνο δημιουργούνται μικρές εστίες οι οποίες σιγά-σιγά εξαπλώνονται και δημιουργούν κύστεις. Αυτές οι κύστεις όταν είναι πάνω στην ωοθήκη αποκτούν την εικόνα της σοκολατοειδούς κύστης. Η κύστη αυτή στο εσωτερικό της περιέχει υγρό χρώματος καφέ (παλιό αίμα) και μετά από κάποιο σημείο αρχίζει να προκαλεί πρόβλημα στη λειτουργία της ωοθήκης.

Σοκολατοειδής κύστη

Όταν αυτές οι εστίες εντοπίζονται στο περιτόναιο το παχύ και το λεπτό έντερο μπορεί να δημιουργήσουν συμφύσεις δηλαδή συγκολλήσεις ανάμεσα στο έντερο και σε άλλα όργανα της κοιλιακής χώρας. Αν είναι πολύ εκτεταμένες μπορεί να εμποδίσουν την λειτουργία του οργάνου με αποτέλεσμα π.χ. τη δυσκολία ούρησης, αφόδευσης ή σύλληψης.

Συμπτώματα:

Αυτά σχετίζονται με την εντόπιση της νόσου, τυπικά συμπτώματα είναι ο πόνος που αρχίζει λίγες μέρες πριν την περίοδο και κλιμακώνεται καθώς αυτή πλησιάζει και περνάει συνήθως την δεύτερη με τρίτη ημέρα της περιόδου, η δυσπαρεύνια (πόνος κατά την σεξουαλική επαφή) είναι επίσης ένα άλλο κοινό σύμπτωμα το οποίο όπως και τον πόνο πριν την περίοδο τον συναντάμε σε ενδομητρίωση που εντοπίζεται στον δουγλάσιο χώρο (περιοχή ανάμεσα στην μήτρα και το ορθό).

Άλλα συμπτώματα μπορεί να είναι πόνος κατά την αφόδευση, βύθιος πόνος χαμηλά στην κοιλιά, συμπτώματα αποφρακτικού τύπου όπως υδρονέφρωση αλλά και σπάνια συμπτώματα όπως ρινορραγία κατά την περίοδο, αιμόπτυση κατά την περίοδο ή αιμορραγία από το ορθό κατά την περίοδο επίσης, αυτά τα συμπτώματα αν και παθογνωμονικά αφορούν απομακρυσμένες εντοπίσεις της νόσου οι οποίες ωστόσο είναι σπάνιες.

Συνολικά τα συμπτώματα που αναφέρθηκαν αφορούν περίπου 50-60% των γυναικών με ενδομητρίωση. Η υπογονιμότητα και η συστροφή ωοθήκης είναι καταστάσεις οι οποίες μπορεί να σχετίζονται με την ενδομητρίωση.

Διάγνωση:

Αυτή κυρίως θα στηριχθεί στο ιστορικό στην αμφίχειρη γυναικολογική εξέταση, την μέτρηση του CA 125 (αναμένεται έως διπλάσια) και τους υπερήχους. Η αξονική και η μαγνητική τομογραφία δεν φαίνεται να βοηθάει περισσότερο στην διάγνωση από τους υπερήχους. Κολονοσκόπηση μπορεί να γίνει εφόσον υπάρχουν συμπτώματα από το παχύ έντερο. Η απεικονιστικές εξετάσεις μπορούν διαγνώσουν μόνο τις περιπτώσεις όπου η νόσος εμφανίζεται με την μορφή της ενδομητριωσικής κύστης, ενώ όταν είναι σταδίου Ι-ΙΙ δεν μπορεί να διαγνωστεί παρά μόνο κλινικά ή λαπαρασκοπικά. Η τελική διάγνωση της νόσου θα γίνει είτε με τη βοήθεια της λαπαροσκόπησης είτε με λαπαροτομία.

Μορφές της νόσου:

Ανάλογα την εντόπιση το μέγεθος και την διήθηση των εστιών της νόσου αυτή χωρίζεται σε στάδια που δείχνουν την σοβαρότητα της ενδομητρίωσης σύμφωνα με την κατάταξη της Αμερικανικής εταιρείας γονιμότητας. Έτσι βαθμολογούμε τα ευρήματα σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα και κατατάσσουμε την νόσο σε ελάχιστη, ελαφρά, μέτρια και βαριά μορφή.

Ενδομητρίωση <1cm 1–3 cm >3 cm
Περιτόναιο  
Επιφανειακή 1 2 4
Βαθειά 2 4 6
Ωοθήκη Δεξ. Επιφανειακή 1 2 4
Βαθειά 4 16 20
Αρ. Επιφανειακή 1 2 4
Βαθειά 4 16 20
Οπίσθιος δουγλάσιος Μερικώς Πλήρως  
4 40
Ωοθήκη Συμφύσεις 1/3 κατάληψη οργάνου 1/3–2/3 κατάληψη οργάνου >2/3 κατάληψη οργάνου
Δ. Χαλαρές 1 2 4
Στέρεες 4 8 16
Αρ. Χαλαρές 1 2 4
Στέρεες 4 8 16
Σάλπιγγες Δ. Χαλαρές 1 2 4
Στέρεες 4 8 16
Αρ. Χαλαρές 1 2 4
Στέρεες 4 8 16
  • Στάδιο Ι (ελάχιστη) βαθμοί 1 – 5
  • Στάδιο ΙΙ (ελαφριά) βαθμοί 6 – 15
  • Στάδιο ΙΙΙ (μέτρια) βαθμοί 16 – 40
  • Στάδιο ΙV (βαριά) βαθμοί 41

Θεραπεία:

Στάδια ενδομητρίωσηςΣτάδια ενδομητρίωσης Η κλασική αντιμετώπιση της ενδομητρίωσης είναι η φαρμακευτική η χειρουργική και ο συνδυασμός τους ανάλογα με την βαρύτητα την εντόπιση την ηλικία και την επιθυμία της γυναίκας για τεκνοποίηση. Εναλλακτικές θεραπείες έχουν προταθεί όπως βελονισμός, θεραπεία με αιθέρια έλαια, δρογοθεραπεία (βότανα), διαιτητική προσέγγιση και άλλα.

Η φαρμακευτική αγωγή συνίσταται στην αντιμετώπιση του πόνου στην μείωση της παραγωγής των προσταγλανδινών και στη μείωση των οιστρογόνων και της προγεστερόνης. Χορηγούνται αντιφλεγμονώδη φάρμακα για την καταπολέμηση του πόνου.

Αντισυλληπτικά δισκία χαμηλής δοσολογίας σε οιστρογόνα, προγεσταγόνα (Medroxy – progesterone acetate), δαναζόλη (αναστέλλει την παραγωγή οιστρογόνων), γεστρινόνη, ανταγωνιστές της προγεστερόνης (Mifepristone ή R4-486), GnRH αγωνιστές οι οποίοι αναστέλλουν την έκλυση FSH, LH με αποτέλεσμα την μειωμένη έκλυση οιστρογόνων και προγεστερόνης, είναι φάρμακα που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της νόσου.

Χειρουργική θεραπεία:

Η χειρουργική θεραπεία εφαρμόζεται σε στάδιο ΙΙΙ IV της νόσου εφόσον η γυναίκα επιθυμεί να τεκνοποιήσει και έχουν αποτύχουν άλλες μέθοδοι θεραπείας της υπογονιμότητας. Η IVF ενδείκνυται σε βαριά ενδομητρίωση και η προεγχειρητική ορμονική θεραπεία καθώς και η αφαίρεση μεγάλων >4 cm κύστεων αυξάνουν τα ποσοστά επιτυχίας. Χειρουργική αντιμετώπιση χρήζουν επίσης γυναίκες με έντονο πόνο που δεν ελέγχεται διαφορετικά.

Πρόληψη:

Μόνο η κύηση είναι κατάσταση ή οποία καταστέλλει ή θεραπεύει την νόσο. Δεν υπάρχει άλλη σαφής πρόληψη, το μόνο που θα μπορούσε ίσως να αποφευχθεί είναι η σεξουαλική επαφή και η γυναικολογική εξέταση κατά την περίοδο.

Σχετικά άρθρα

Τεστοστερόνη

Προλακτίνη (PRL)