Η λιπάση (Lipase – LPS) είναι ένα ένζυμο υπεύθυνο για τη διάσπαση των τριγλυκεριδίων της τροφής και ιδιαίτερα εκείνων που περιέχουν λιπαρά οξέα μεγάλου μοριακού βάρους, σε λιπαρά οξέα και γλυκερόλη ώστε να είναι δυνατή η απορρόφησή τους από τον εντερικό βλεννογόνο, ενώ για την δράση της απαιτεί την παρουσία των χολικών αλάτων και του συμπαράγοντα κολιπάση.
Φυσιολογικές τιμές: 14-280 mLU/ml
Το πάγκρεας είναι ιδιαίτερα πλούσιο σε λιπάση, από το οποίο σχεδόν αποκλειστικά παράγεται, ενώ μικρές ποσότητες μπορούν να εκκρίνονται από το λεπτό έντερο και το στόμαχο.
Η λιπάση αποτελεί πιο αξιόπιστο και ευαίσθητο δείκτη σε σχέση με την αμυλάση σε νοσήματα του παγκρέατος, αλλά τα επίπεδά της δεν είναι ανάλογα με την σοβαρότητα της παγκρεατίτιδας.
Η λιπάση αυξάνει σε νοσήματα του παγκρέατος, όπως παγκρεατίτιδα (η λιπάση αντίθετα με την αμυλάση αυξάνει καθυστερημένα, μετά από 24-36 ώρες από την έναρξη της παγκρεατίτιδας αλλά διατηρείται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα - μέχρι και 14 ημέρες), καρκίνο του παγκρέατος, απόφραξη του παγκρεατικού πόρου, σε διάφορες παθήσεις του πεπτικού (π.χ. διάτρηση), σε εντερική απόφραξη αλλά και σε ηπατικά νοσήματα όπως κίρρωση, ιογενή ηπατίτιδα, οξεία χολοκυστίτιδα κ.α. αλλά παραμένει φυσιολογική στην απλή παρωτίτιδα.
Ο προσδιορισμός λιπάσης είναι καλύτερος δείκτης από τον προσδιορισμό αμυλάσης στη διαφορική διάγνωση της οξείας παγκρεατίτιδας απ’ άλλες διαταραχές που εμφανίζουν παρόμοια κλινική εικόνα όπως η διάτρηση γαστρικού ή δωδεκαδακτυλικού έλκους, η εντερική απόφραξη και η απόφραξη μεσεντερίων αγγείων.