Τα τριγλυκερίδια (Triglycerides, TG) συντίθενται στο ήπαρ από λιπαρά οξέα, πρωτεΐνες, και γλυκόζη και αποθηκεύονται στον λιπώδη ιστό και τους μύες όπου μπορούν να ανακτηθούν όταν χρειάζεται ως μια πηγή ενέργειας. Τα τριγλυκερίδια, μέσω των λιπαρών οξέων (FFA) που περιέχουν, παρέχουν την άμεση πηγή ενέργειας τόσο για τις μυϊκές ίνες της καρδιάς όσο και για τους σκελετικούς μύες και το δε περίσσευμα τους αποθηκεύεται στα λιποκύτταρα σαν μελλοντικό απόθεμα ενέργειας.
Τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων στον ορό του αίματος μετρώνται και αξιολογούνται μαζί με την ολική χοληστερόλη, την λιποπρωτεΐνη χαμηλής πυκνότητας (LDL) και την λιποπρωτεΐνη υψηλής πυκνότητας (HDL), τυπικά ως μέρος της εξέτασης του λιπιδαιμικού προφίλ και αξιολόγησης των παραγόντων κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα.
Τα τριγλυκερίδια επίσης χρησιμοποιούνται για τον έμμεσο υπολογισμό της LDL χοληστερόλης. Έτσι από τον παρακάτω τύπο προκύπτει η τιμής της LDL χοληστερόλης:
- LDL χοληστερόλη = Ολική χοληστερόλη - HDL χοληστερόλη - (Τριγλυκερίδια / 5).
Τα υψηλά επίπεδα των τριγλυκεριδίων (υπερτριγλυκεριδαιμία) μαζί με τον σακχαρώδη διαβήτη και την παχυσαρκία, θεωρούνται παράγοντες κινδύνου που σχετίζονται με υψηλότερο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου.
Φυσιολογικές τιμές:
- Φυσιολογικά επίπεδα: <150 mg/dL (<1,70 mmol/L)
- Οριακά υψηλά: 150-199 mg/dL (1,70-2,25 mmol/L)
- Υψηλά: 200-499 mg/dL (2,26 - 5,64 mmol /L)
- Πολύ υψηλά επίπεδα: ≥500 mg/dL (≥5.65 mmol/L)
Πιθανές ερμηνείες παθολογικών τιμών:
Αυξημένες τιμές τριγλυκεριδίων ανευρίσκονται σε:
- Κατάχρηση αλκοόλ.
- Κίρρωση ήπατος.
- Σακχαρώδη διαβήτη.
- Διατροφή χαμηλή σε πρωτεΐνες και υψηλή σε υδατάνθρακες.
- Οικογενή υπερλιποπρωτεϊναιμία.
- Νόσος αποθήκευσης γλυκογόνου [μια καλοήθης ενδογενής διαταραχή του μεταβολισμού του γλυκογόνου που χαρακτηρίζεται από ηπατομεγαλία, καθυστέρηση της σωματικής ανάπτυξης και ήπια καθυστέρηση στην κινητική ανάπτυξη κατά την παιδική ηλικία και οφείλεται στην έλλειψη της φωσφορυλάσης της κινάσης του ήπατος (PhK)].
- Ουρική αρθρίτιδα.
- Υπέρταση.
- Υποθυρεοειδισμό.
- Έμφραγμα μυοκαρδίου.
- Νεφρωσικό σύνδρομο.
- Παγκρεατίτιδα.
- Νεφρική νόσο.
Μειωμένες τιμές τριγλυκεριδίων ανευρίσκονται σε:
- Αβηταλιποπρωτεϊναιμία [η αβηταϊιποπρωτεϊναιμία (σύνδρομο Bassen-Kornzweig) είναι μια εξαιρετικά σπάνια μεταβολική διαταραχή που κληρονομείται με τον υπολειπόμενο αυτοσωματικό χαρακτήρα και χαρακτηρίζεται από δυσαπορρόφηση λίπους, στεατόρροια, στασιμότητα βάρους, μελαγχρωματική αμφιβληστροειδοπάθεια, παρεγκεφαλιδική αταξία και ακανθοκυττάρωση. Στους ομοζυγώτες, λείπουν όλα τα λιπίδια που συνδέονται με την απολιποπρωτεΐνη Β (apo B) και επομένως έχουν πολύ χαμηλά επίπεδα χυλομικρών, VLDL και LDL στο πλάσμα (χοληστερόϊη και τριγλυκερίδια ορού συνήθως κάτω από 30 mg/dL). Οι ετεροζυγώτες δεν έχουν εμφανείς κλινικές ή βιοχημικές εκδηλώσεις].
- Έμφρακτο εγκεφάλου.
- Χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια.
- Διατροφή χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά.
- Υπερθυρεοειδισμό.
- Δυσαπορρόφηση.
- Υποσιτισμό.
Παράγοντες που συμβάλλουν σε μη φυσιολογικές τιμές των τριγλυκεριδίων κατά τον έλεγχο:
- Η εγκυμοσύνη και η χωρίς νηστεία λήψη αίματος προς εξέταση αυξάνουν τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων. Επισημαίνεται ότι η μέτρηση των τριγλυκεριδίων θα πρέπει να γίνεται μετά από 12ωρη νηστεία και αποχή από αλκοόλ για τουλάχιστον 24 ώρες.
- Οι ασθενείς με αρρύθμιστο σακχαρώδη διαβήτη έχουν συνήθως πολύ υψηλά επίπεδα τριγλυκεριδίων. Η ρύθμιση του σακχάρου θα επιφέρει και την μείωση των επιπέδων των τριγλυκεριδίων. Με την ρύθμιση του σακχαρώδη διαβήτη τα τριγλυκερίδια θα πρέπει να επαναξιολογηθούν ώστε να καθοριστεί η ανάγκη για θεραπευτική παρέμβαση μείωσης των επιπέδων τους.
- Φάρμακα που μπορούν να αυξήσουν τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων: αλκοόλ, βήτα-αποκλειστές, χολεστυραμίνη, κορτικοστεροειδή, οιστρογόνα, από του στόματος αντισυλληπτικά, θειαζιδικά διουρητικά.
- Φάρμακα που μπορούν να μειώσουν τα επίπεδα τριγλυκεριδίων: ασκορβικό οξύ, ασπαραγινάση, κολεστιπόλη, κλοφιμπράτη, δεξτροθυροξίνη, μετφορμίνη, νιασίνη.
Τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων ≥150 mg/dL αποτελούν ένα από τα διαγνωστικοά κριτήρια του μεταβολικού συνδρόμου. Η πρόσληψη λίπους, ως επί το πλείστον με τη μορφή των ακόρεστων λιπαρών, μπορεί να βοηθήσει στη μείωση των επιπέδων των τριγλυκεριδίων και στην αύξηση της HDL χοληστερόλης σε άτομα με το μεταβολικό σύνδρομο.