Το καρκινικό αντιγόνο CA 19-9 {Cancer Antigen 19-9 or Carbohydrate Antigen 19-9 or Sialylated Lewis (a) Antigen} είναι μια βλεννοπρωτεΐνη που υπερεκφράζεται στα αδενοκαρκινώματα του εντέρου και του παγκρέατος. Ανιχνεύεται σε εμβρυϊκούς ιστούς (σιελογόνους και δακρυϊκούς αδένες, αναπνευστική οδός, πάγκρεας, ήπαρ, στόμαχος, έντερο) και στον ενήλικα σε χαμηλές συγκεντρώσεις από τα επιθηλιακά κύτταρα του παγκρέατος, των σιελογόνων αδένων, του στομάχου, του ήπατος, του βλεννογόνου της ουροδόχου κύστεως και του πνεύμονα και ο ρόλος του στην κλινική πράξη επικεντρώνεται κυρίως στην διάγνωση και παρακολούθηση ασθενών με καρκίνο του παγκρέατος και του πεπτικού σωλήνα.
Το καρκινικό αντιγόνο 19‐9 ανευρίσκεται, εκτός του ορού και σε άλλα βιολογικά υγρά όπως το παγκρεατικό, το γαστρικό και το αμνιακό υγρό, στα ούρα, στη σίελο, το γάλα και την τραχηλική βλέννη.
Το CA 19-9 αποτελεί τον δείκτη με την μεγαλύτερη διαγνωστική ευαισθησία, ειδικότητα και προβλεπτική αξία στα καρκινώματα του παγκρέατος και των χοληφόρων πόρων. Είναι αυξημένος στο 70–100% των ασθενών με καρκίνο παγκρέατος, αλλά έχει μικρή ειδικότητα δεδομένου ότι σχετικά υψηλές τιμές του δείκτη παρατηρούνται και σε παγκρεατίτιδες.
Οι τιμές του CA 19‐9 δεν υπερβαίνουν τα 100 U/ml σχεδόν στο σύνολο των «καλοήθων» παγκρεατικών νόσων, ενώ στο 65% των παγκρεατικών καρκινωμάτων οι τιμές του υπερβαίνουν τα 100 U/ml και δεδομένου αυτού το CA 19‐9, αποτελεί κατάλληλο δείκτη για διαφορική διάγνωση των συγκεκριμένων νοσολογικών οντοτήτων.
Υψηλά επίπεδα του CA 19-9 (πάνω από 37 U/ml) ανευρίσκονται επίσης στο 50% των ασθενών με προχωρημένο καρκίνο του στομάχου, στο 45-50% των ασθενών με καρκίνο του παχέος εντέρου, στο 20‐50% των ασθενών με ηπατοκυττατικό καρκίνο και στο 40% των ασθενών με καρκίνο των χοληφόρων, αλλά και η χολόσταση ή η εφαρμογή ανακουφιστικών τεχνικών (stents, χολικό bypass) συνήθως συνοδεύονται από αυξημένες τιμές του δείκτη.
Τα επίπεδα του CA 19-9 όπως και αυτά του CEA σχετίζονται με το μέγεθος του πρωτοπαθούς όγκου και το πλήθος των μεταστάσεων και η παράλληλη μέτρησή τους χρησιμεύει στην παρακολούθηση ασθενών για πιθανή υποτροπή γαστρικού καρκίνου. Πρέπει εντούτοις να σημειωθεί ότι ασθενείς με παγκρεατικούς όγκους διαμέτρου μικρότερης των 3cm, συχνότατα έχουν φυσιολογικά επίπεδα CA 19‐9 ορού, ενώ οι πολύ υψηλές τιμές του σε ασθενείς με καρκίνο του παγκρέατος προδικάζουν ανεγχείρητη νόσο στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων (το 50% των ασθενών με επίπεδα CA 19-9 <1.000 U/mL έχουν χειρουργικά εξαιρέσιμους όγκους σε αντίθεση με το 5% των ασθενών με επίπεδα CA 19-9 >1000 U/mL).
Τα επίπεδα του CA 19-9 επανέρχονται στα φυσιολογικά όρια σε 3-6 μήνες μετά από ριζική εκτομή του όγκου και αυξάνουν πάλι στην περίπτωση υποτροπής, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι η μετεγχειρητική αυτή αύξηση μπορεί να προηγείται της κλινικής υποτροπής κατά 1‐7 μήνες (η μείωση ή η ομαλοποίηση των επιπέδων του CA 19-9 μετεγχειρητικά συσχετίζεται με μεγαλύτερη διάρκεια επιβίωσης του ασθενούς σε αντίθεση με τα αυξανόμενα επίπεδα που έχουν συσχετιστεί με μικρότερη διάρκεια επιβίωσης και αυξημένη υποτροπή της νόσου).
Μη κακοήθεις (φλεγμονώδεις) παθήσεις των πνευμόνων, του ήπατος, του παγκρέατος και των χοληφόρων οδών, όπως η παγκρεατίτιδα, ο αποφρακτικός ίκτερος (το CA 19-9 απομακρύνεται αποκλειστικά μέσω της χολής και η χολόσταση αυξάνει τα επίπεδα του), η κίρρωση ήπατος, η χρόνια ενεργός ηπατίτιδα, η πρωτοπαθής χολική κίρρωση και η κυστική ίνωση (οξεία φάση), μπορούν να συνοδεύονται από μικρή έως μέτρια αύξηση των επιπέδων του, τα οποία σπανιότατα ξεπερνούν τις τιμές των 100-120 U/ml (συνήθως <75U/ml).
Φυσιολογικές τιμές:
- <37 U/mL (<37 kU/L)
Το καρκινικό αντιγόνο 19-9 μπορεί να αυξηθεί σε:
- Χολoκυστίτιδα.
- Χολoλιθίαση.
- Κίρρωση.
- Καρκίνο του παχέος εντέρου.
- Κυστική ίνωση.
- Καρκίνο της ουροδόχου κύστης.
- Γαστρικό καρκίνο.
- Καρκίνο του ήπατος και των χοληφόρων.
- Ηπατική νόσο.
- Καρκίνος του πνεύμονα.
- Καρκίνος του παγκρέατος.
- Παγκρεατίτιδα.
Το CA 19-9 σαν τροποποιημένο αντιγόνο ομάδας του συστήματος ανθρώπινων ομάδων αίματος κατά Lewis a (Lea) στο περίπου 5% του πληθυσμού που έχουν φαινότυπο Lea-b- δεν μπορεί να εκφραστεί με συνέπεια να μην ανιχνεύεται.
Ο διαγνωστικός έλεγχος με υπερηχογράφημα, αξονική τομογραφία (CT), μαγνητική τομογραφία, ενδοσκοπική παλίνδρομη χολαγγειοπαγκρεατογραφία (ERCP) και λήψη βιοψιών πιθανά κρίνεται απαραίτητος για την περαιτέρω διερεύνηση της αυξημένης τιμής του καρκινικού αντιγόνου 19-9.
* Οι νεοπλασματικοί δείκτες δεν είναι εξετάσεις ρουτίνας ούτε μπορούν να χρησιμοποιηθούν σαν προληπτικές (screening test) εξετάσεις ανίχνευσης κακοηθειών λόγω της χαμηλής ευαισθησίας και ειδικότητας και η χρήση τους περιορίζεται μόνο στην παρακολούθηση της πορείας της νεοπλασματικής πάθησης ή των αποτελεσμάτων της αντινεοπλασματικής θεραπείας.
Τα αποτελέσματα της εξέτασης θα πρέπει πάντα να αξιολογούνται μετά από συνεκτίμηση της κλινικής εικόνας, μόνο από τον θεράποντα ιατρό.
Πηγή:
- Λ. Κυρίου ‐ Μάλλη -Μ. Μ. Βασλαματζής - Δείκτες ορού επί κακοήθων συμπαγών νεοπλασμάτων.
- Wallach - Interpretation of Diagnostic Tests 8th edition - CA 19-9 (Cancer Antigen 19-9, CA 19-9 Tumor Marker).
- Medscape Reference - CA 19-9