Φωσφόρος ορού (Phos)

Ο φώσφορος [Ρ, Phosphate, (ΡΟ4)3−] μαζί με το ασβέστιο αποτελούν τα πλέον σημαντικά μέταλλα για τη φυσιολογική κατασκευή και τη διατήρηση των οστών. Το 85% της ποσότητας φωσφόρου που υπάρχει στο σώμα μας, βρίσκεται στα οστά και στα δόντια. Το υπόλοιπο 15% βρίσκεται στο αίμα, καθιστώντας έτσι τον φώσφορο το κύριο ανιόν στο ενδοκυτταρικό υγρό.

Φώσφορος

Στον οργανισμό ο φώσφορος έχει διάφορες λειτουργίες, συμπεριλαμβανομένου του ρόλου του στον μεταβολισμό της γλυκόζης και των λιπιδίων, την αποθήκευση και μεταφορά ενέργειας εντός αυτού, την δημιουργία οστίτη ιστού και την διατήρηση της οξεοβασικής ισορροπίας.

Όπως και το ασβέστιο, ο φωσφόρος ελέγχεται από την παραθυρεοειδική ορμόνη (ΡΤΗ), αλλά με αντίστροφη σχέση με αυτό. Έτσι η αύξηση στον ορό κάποιου εκ των δύο έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της νεφρικής απέκκρισης του άλλου. Η παραθορμόνη (ΡΤΗ) αυξάνει την απελευθέρωση ασβεστίου και φωσφορικών από τα οστά, μειώνει την έκκριση ασβεστίου και αυξάνει την απέκκριση των φωσφορικών στα ούρα.

Τα επίπεδα του ασβεστίου στον ορό, του φωσφόρου, της αλκαλικής φωσφατάσης, του ολικού διοξειδίου του άνθρακα (PCO2) και της παραθυρεοειδής ορμόνη (PTH) θα πρέπει να μετρώνται σε όλους τους ασθενείς με χρόνια νεφρική νόσο σταδίου 2 έως 5, με συχνότητα μετρήσεων που θα πρέπει να καθορίζεται από το στάδιο της χρόνιας νεφρικής νόσου.

Φυσιολογικές τιμές

  • 2,4-4,1 mg/dL (0,78-1,34 mmol/L).

Πιθανές ερμηνείες παθολογικών τιμών:

Αυξημένες τιμές φωσφόρου στον ορό (υπερφωσφαταιμία) παρατηρούνται σε:

  • Ακρομεγαλία.
  • Νόσο του Addison.
  • Οστικούς όγκους.
  • Διαβητική κετοξέωση (στην πρώιμη φάση).
  • Επούλωση καταγμάτων.
  • Υπασβεστιαιμία.
  • Υποπαραθυρεοειδισμό.
  • Μαζική μετάγγιση αίματος.
  • Σύνδρομο γάλακτος-αλκάλεως.
  • Νεφρίτιδα.
  • Λήψη συμπληρωμάτων φωσφορικών αλάτων.
  • Προεφηβεία.
  • Νεφρική ανεπάρκεια.
  • Σαρκοείδωση.
  • Δρεπανοκυτταρική αναιμία.
  • Θυρεοτοξίκωση.
  • Ιστικές βλάβες.
  • Ουραιμία.
  • Υπερβιταμίνωση D.

Μειωμένες τιμές φωσφόρου στον ορό (υποφωσφαταιμία) παρατηρούνται σε:

  • Κατάχρηση αντιόξων.
  • Υπερπλήρωση υδατανθράκων.
  • Χρόνιο αλκοολισμό.
  • Διαβητική κετοξέωση (μετά από θεραπεία).
  • Διούρηση.
  • Υπερασβεστιαιμία.
  • Υπερινσουλινισμό.
  • Υποκαλιαιμία.
  • Υπερπαραθυρεοειδισμό.
  • Υποθυρεοειδισμό.
  • Δυσαπορρόφηση.
  • Υποσιτισμό.
  • Οστεομαλακία.
  • Νεφρική νόσο.
  • Ραχιτισμό.
  • Δηλητηρίαση από σαλικυλικά.
  • Σοβαρά εγκαύματα.
  • Ανεπάρκεια βιταμίνης D.

Παράγοντες που συμβάλλουν σε μη φυσιολογικές τιμές του φωσφόρου ορού κατά τον έλεγχο:

  • Η χρήση του ιμάντα ισχαιμικής περίδεσης κατά την αιμοληψία του δείγματος αίματος μπορεί να τροποποιήσει τα αποτελέσματα των δοκιμών.
  • Η αιμόλυση του προς εξέταση δείγματος αίματος μπορεί να μεταβάλει τα αποτελέσματα των εξετάσεων.
  • Λόγω του αυξημένου μεταβολισμού των υδατανθράκων που προκαλεί μειωμένα επίπεδα φωσφόρου, τα διαλύματα γλυκόζης δεν θα πρέπει να εγχύονται πριν από την εξέταση.
  • Φάρμακα που μπορούν να αυξήσουν τα επίπεδα φωσφόρου στον ορό: αντιβιοτικά, εποετίνη (ερυθροποιητίνη), ετιδρονάτη, φουροσεμίδη, υδροχλωροθειαζίδη, ναπροξένη, νιφεδιπίνη, κλύσματα φωσφορικών, ρισεδρονάτη, ρισπεριδόνη, τεστοστερόνη, βενλαφαξίνη, βιταμίνη D.
  • Φάρμακα που μπορούν να μειώσουν τα επίπεδα φωσφόρου στον ορό: αμλοδιπίνη, αναβολικά στεροειδή, αντισπασμωδικά, αζαθειοπρίνη, καλσιτονίνη, καλσιτόλη, σισπλατίνη, διουρητικά, δοξορουβικίνη, ινσουλίνη, ενδοφλέβια δεξτρόζη, λίθιο, νιασίνη, νικαρδιπίνη, φαινοθειαζίνες, αντιόξινα που δεσμεύουν τα φωσφορικά (τα αντιόξινα που περιέχουν αλουμίνιο μειώνουν την απορρόφηση του διατροφικού φωσφόρου σχηματίζοντας φωσφορικό αλουμίνιο, που δεν απορροφάται), ραλοξιφαίνη, υπερβολική δόση θεοφυλλίνης, βενλαφαξίνη.
Ενδεικτικές ποσότητες περιεκτικότητας φωσφόρου (mg/100g) σε διάφορα τρόφιμα
Τρόφιμο Περιεκτικότητα σε φώσφορο Τρόφιμο Περιεκτικότητα σε φώσφορο
Τυρί παρμεζάνα 729 Ψάρι ξιφίας 304
Ηλιόσπορος 638 Καφές 286
Τυρί Cheddar 512 Χοιρινό κρέας 284
Σολομός 363 Τόνος κονσέρβα 267
Τυρί φέτα 337 Αυγά 215
Φιστίκια 319 Γαλοπούλα 215
Μοσχαρίσιο κρέας 305    

Επισημάνσεις:

  • Τα αποτελέσματα της μέτρησης του φωσφόρου στον ορό θα πρέπει να συσχετίζονται με τα επίπεδα του ασβεστίου στον ορό για να προσδιοριστούν οι πιθανές αιτίες:
    • Ο αυξημένος φώσφορος ορού με μειωμένο ασβέστιο ορού κατευθύνει την διάγνωση προς τον υποπαραθυρεοειδισμό και την νεφρική νόσο.
    • Ο αυξημένος φωσφόρος ορού με φυσιολογικό ή αυξημένο ασβέστιο ορού κατευθύνει την διάγνωση προς το σύνδρομο γάλακτος-αλκάλεως και την υπερβιταμίνωση D.
    • Ο μειωμένος φώσφορος ορού και το αυξημένο ασβέστιο ορού κατευθύνει την διάγνωση προς τον υπερπαραθυρεοειδισμό και την σαρκοείδωση.
    • Ο μειωμένος φώσφορος ορού και το μειωμένο ασβέστιο ορού κατευθύνει την διάγνωση προς την δυσαπορρόφηση, την ανεπάρκεια βιταμίνης D και την νεφρική σωληναριακή οξέωση.

Πηγή:

  • McGraw-Hill’s Manual of Laboratory & Diagnostic Tests - Phosphorus (P, Phosphate, PO4).

Σχετικά άρθρα