Γαστρίνη

Η γαστρίνη (gastrin) είναι μια πολυπεπτιδική ορμόνη που παράγεται και αποθηκεύεται στα κύτταρα G του άντρου του στομάχου και των νησιδίων του Langerhans του παγκρέατος και αποτελεί τον κύριο ρυθμιστή της έκκρισης του γαστρικού οξέος.

Πεπτικό έλκοςΠεπτικό έλκος

Η έκκριση της γαστρίνης ενεργοποιείται κατά την γαστρική φάση της παραγωγής του γαστρικού οξέος αμέσως μόλις η τροφή εισέλθει στον στόμαχο. Τροφές πλούσιες σε αμινοξέα και αμίνες διεγείρουν άμεσα τα κύτταρα G για να απελευθερώσουν την γαστρίνη.

Η γαστρίνη με την σειρά της διεγείρει την έκκριση του γαστρικού οξέος μέσω των υποδοχέων γαστρίνης των τοιχωματικών κυττάρων και προκαλώντας απελευθέρωση ισταμίνης από τα κύτταρα που προσομοιάζουν τα αργυρόφιλα (ECL-cells).

Εκτός της διέγερσης της παραγωγής του γαστρικού οξέος, η γαστρίνη διεγείρει επίσης την απελευθέρωση των παγκρεατικών ενζύμων, της πεψίνης, του εγγενούς παράγοντα, της χολής από το ήπαρ και αυξάνει την κινητικότητα του γαστρεντερικού συστήματος.

Η γαστρίνη έχει επίσης τροφική δράση στα επιθηλιακά κύτταρα του στομάχου. Η μακράς διάρκεια υπεργαστριναιμία οδηγεί σε εκσεσημασμένη αύξηση της έκκρισης του γαστρικού οξέος, τόσο μέσω της διέγερσης των τοιχωματικών κυττάρων όσο και μέσω της αυξημένης μάζας των τοιχωματικών κυττάρων.

Η ρύθμιση της έκκρισής της γίνεται μέσω παλίνδρομου μηχανισμού αλληλορρύθμισης από το γαστρικό οξύ αφού η αύξηση της οξύτητας του περιβάλλοντος του στομάχου αναστέλλει την έκκριση της γαστρίνης.

Η παθολογική αύξηση της έκκρισης της γαστρίνης και συνεπακόλουθα του γαστρικού οξέος προκαλεί αύξηση της διάθεσης για εμφάνιση πεπτικών ελκών, διαβρωτικής οισοφαγίτιδας και διάρροιας και παρατηρείται στην περίπτωση του γαστρινώματος, του συνδρόμου Zollinger-Ellison των γαστρικών και δωδεκαδακτυλικών ελκών και της κακοήθους αναιμίας όπου η μέτρηση των επιπέδων γαστρίνης στο ορό βοηθά στην διάγνωσή τους.

Φυσιολογικές τιμές:

  • <100 pg/ml (<48 pmol/L)

Η γαστρίνη αυξάνει σε:

  • Αχλωρυδρία.
  • Ατροφική γαστρίτιδα.
  • Δωδεκαδακτυλικό έλκος.
  • Ηλικιωμένους.
  • Τελικού σταδίου νεφρική νόσο.
  • Γαστρικό έλκος.
  • Υπερπλασία των κυττάρων G.
  • Υπερπαραθυρεοειδισμό.
  • Πεπτικό έλκος.
  • Κακοήθη αναιμία.
  • Μετά από βαγοτομή.
  • Πυλωρική απόφραξη.
  • Καρκίνο του στομάχου.
  • Ουραιμία.
  • Χρήση φαρμάκων καταστολής του γαστρικού οξέος (αντιόξινα, ανταγωνιστές των H2 υποδοχέων της ισταμίνης, αναστολείς της αντλίας πρωτονίων).
  • Σύνδρομο Zollinger-Ellison.
Ο προσδιορισμός των επιπέδων της γαστρίνης ορού νηστείας πρέπει να γίνεται σε:
Πολλαπλά πεπτικά έλκη:
  • Έλκη με ασυνήθιστες εντοπίσεις, συνοδευόμενα από οισοφαγίτιδα σοβαρού βαθμού, ανθεκτικά στη θεραπεία με συχνές υποτροπές χωρίς να έχει προηγηθεί λήψη ΜΣΑΦ ή να συνυπάρχει λοίμωξη από ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού.
Ασθενείς με γαστρικό έλκος που πρόκειται να χειρουργηθούν.
Εκτεταμένο ιστορικό για πεπτικά έλκη.
Επανεμφάνιση πεπτικού έλκους μετεγχειρητικά.
Βασική υπερχλωρυδρία.
Ανεξήγητη διάρροια ή στεατόρροια.
Υπερασβεστιαιμία.
Οικογενειακό ιστορικό για όγκους στα παγκρεατικά νησίδια, στην υπόφυση ή στους παραθυρεοειδείς αδένες.
Προεξέχουσες (υπερτροφικές) γαστρικές ή δωδεκαδακτυλικές πτυχές.
Πηγή: Harrison -XII Διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος - 274. Πεπτικά έλκη και συναφείς διαταραχές

Παράγοντες που συμβάλλουν σε μη φυσιολογικές τιμές μέτρησης της γαστρίνης:

  • Η αιμόλυση του δείγματος μπορεί να τροποποιήσει τα αποτελέσματα της εξέτασης.
  • Ψευδώς αυξημένες τιμές της γαστρίνης μπορούν να παρουσιαστούν σε λιπαιμικά δείγματα αίματος και μετά από πρόσληψη τροφών πλούσιων σε πρωτεΐνες.
  • Φάρμακα που μπορούν να αυξήσουν τα επίπεδα της γαστρίνης: χλωριούχος ακετυλοχολίνη, αντιόξινα, β-αποκλειστές, ανθρακικό ασβέστιο, χλωριούχο ασβέστιο, χολινεργικά, σιμετιδίνη, φαμοτιδίνη, νιζατιδίνη, ρανιτιδίνη, αναστολείς αντλίας πρωτονίων, ινσουλίνη.
  • Φάρμακα που μπορούν να μειώσουν τα επίπεδα της γαστρίνης: αδρενεργικοί αποκλειστές, αντιχολινεργικά, καφεΐνη, άλατα ασβεστίου, κορτικοστεροειδή, αιθανόλη, ινδική φιδόριζα, ρεζερπίνη, τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά.

 

Οι δοκιμασίες πρόκλησης της έκκρισης γαστρίνης αναπτύχθηκαν σε μια προσπάθεια να διαφοροποιηθούν οι αιτίες της υπεργαστριναιμίας και είναι ιδιαίτερα χρήσιμες σε ασθενείς με ασαφείς μελέτες της έκκρισης του γαστρικού οξέος. Αυτές οι δοκιμασίες είναι η διέγερση με σεκρετίνη και η μελέτη με έγχυση ασβεστίου.

Η πιο ευαίσθητη και ειδική δοκιμασία πρόκλησης έκκρισης γαστρίνης για τη διάγνωση του γαστρινώματος είναι η μελέτη με τη σεκρετίνη. Μια αύξηση της γαστρίνης >200 pg μέσα σε 15 λεπτά από την ένεση της σεκρετίνης έχει ευαισθησία και ειδικότητα >90% για το σύνδρομο Zollinger-Ellison. Η μελέτη με την έγχυση ασβεστίου είναι λιγότερο ειδική και ευαίσθητη από αυτή της δοκιμασίας με σεκρετίνη και η αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης ανεπιθύμητων ενεργειών, καθιστά την δοκιμασία έγχυσης ασβεστίου λιγότερο χρήσιμη.

 

Πηγή:

  • Denise D. Wilson - McGraw-Hill’s - Manual of Laboratory and Diagnostic Tests.
  • Harrison -XII Διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος - 274. Πεπτικά έλκη και συναφείς διαταραχές

Σχετικά άρθρα

Αναφυλαξία

C πεπτίδιο