ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ από τη συγγραφέα Μίνα Μπρούμου του βιβλίου της:
Θέματα Οικογενειακής Ψυχολογίας: Εγχειρίδιο για γονείς, (2015), Αθήνα: Bookstars
Είναι δύσκολο να δουλεύεις συμβουλευτικά ως ψυχολόγος με τους γονείς και τα παιδιά τους και με τις σχέσεις που διαμορφώνονται ανάμεσα τους. Στις συναντήσεις μας πολύ συχνά νιώθω αμήχανα όταν συνειδητοποιώ ότι οι γονείς τις περισσότερες φορές έχουν ανάγκη να επιβεβαιώσουν τα καλά που έχουν κάνει για τα παιδιά τους, ενώ στις καταστάσεις που εξελίσσονται δυσάρεστα, επιθυμούν ασυνείδητα (δηλαδή, αθέλητα) κάποιον να τους ακούσει, να τους κατανοήσει, και τελικά, να τους αποδεχτεί. Κάποιον να τους ακούσει, και παράλληλα, να τους ανακουφίσει, κάποιον να τους πει ότι δεν ευθύνονται εκείνοι για ό,τι κακό συνέβη και για τα λάθη που θεωρούν ότι έχουν κάνει απέναντι στα παιδιά τους.
Άλλωστε, αυτό δεν συμβαίνει σε όλους εμάς τους ανθρώπους; Στις πολύ δύσκολες στιγμές της ζωής μας, όταν νιώθουμε να μας κατακλύζουν συναισθήματα άγχους, φόβου, ανασφάλειας, όταν νιώθουμε ότι κανείς δεν μας καταλαβαίνει, βασική μας ανάγκη είναι να βρούμε κάποιον που θα δεχθεί να μας ακούσει με κατανόηση και ζεστασιά, να μπορέσει να νιώσει τα συναισθήματά μας, όποια κι αν είναι αυτά, χωρίς να μας κριτικάρει ή να μας επικρίνει αυστηρά. Θέλουμε άφοβα να εμπιστευτούμε τον εσωτερικό μας κόσμο σε κάποιον, ώστε να αισθανθούμε επιτέλους ότι όντως υπάρχει ένα «αυτί» που πάντα πρόθυμα θα μας ακούσει.
Οι συζητήσεις με τους γονείς με έμαθαν πόσο σημαντικό είναι να προσπαθούμε να αφουγκραζόμαστε τον εσωτερικό κόσμο του άλλου, χωρίς προϋποθέσεις, ώστε να ικανοποιείται η βασική του ανάγκη για απεριόριστη κατανόηση, αναγνώριση και αποδοχή. Με αυτόν τον τρόπο γεννιέται η «άνευ όρων αποδοχή» και τότε οι γονείς μαθαίνουν να ακούν οι ίδιοι το εαυτό τους, ενώ στη συνέχεια, μαθαίνουν να ακούν τον άλλο και κυρίως το παιδί τους.
Το να είσαι γονιός είναι ίσως ένα από τα σπουδαιότερα, απολαυστικότερα, αλλά και πλέον σύνθετα καθήκοντα ενός ενηλίκου. Η ευθύνη γίνεται μεγαλύτερη εξαιτίας της έλλειψης ουσιαστικής προετοιμασίας και εκπαίδευσης των γονιών. Οι γονείς δυσκολεύονται να ανακαλύψουν την ταυτότητά τους και να νιώσουν καλά με αυτή. Όπως ο έφηβος αναζητά την ταυτότητά του, επιδιώκοντας να αποκτήσει μια εικόνα για τον εαυτό του ως πρόσωπο, με εσωτερική ενότητα και διαχρονική σταθερότητα και προσπαθεί να απαντήσει σε θεμελιώδη ερωτήματα όπως «Ποιος είμαι;» ή «Τί είναι σημαντικό για μένα στη ζωή;» θέλοντας να ιεραρχήσει σκοπούς και αξίες, έτσι και ο κάθε γονέας είναι αναγκαίο να θέσει στον εαυτό του αντίστοιχα ερωτήματα ώστε να αποκτήσει μία σαφή ταυτότητα. Η διαμόρφωση γονικής ταυτότητας είναι εξαιρετικά σημαντική, διότι οδηγεί τους γονείς σε μεγαλύτερη συνειδητοποίηση, ενώ ενδυναμώνει τόσο τα ίδια τα παιδιά όσο και τη σχέση τους με τους γονείς τους.
Θεωρώ ότι βασικός παράγοντας για την επίτευξη της επίγνωσης της γονικής ταυτότητας είναι η αυτογνωσία. Η διαδικασία της αυτογνωσίας αποτελεί τον πιο πολύτιμο βοηθό του μελλοντικού ή του νέου γονέα στο δύσκολο έργο που πρόκειται να αναλάβει. Αν ο γονέας έχει δώσει απαντήσεις στα ερωτήματα: «Ποιος είμαι;», «Ποια στοιχεία συγκροτούν την προσωπικότητά μου;», «Ποια βιώματα της παιδικής μου ηλικίας παραμένουν εκκρεμή;», «Πώς αισθάνομαι τη συμβίωση με το άλλο φύλο;», «Ποια είναι τα βαθύτερά μου κίνητρα για τη δημιουργία οικογένειας και την απόκτηση παιδιών;» τότε θα συνειδητοποιήσει τις απόψεις, τις αξίες και τις πεποιθήσεις του, θα διαμορφώσει συνειδητά ένα γονικό τύπο, ο οποίος θα αντανακλά τις ιδέες του σχετικά με την ανατροφή και τη διαπαιδαγώγηση του παιδιού του. Μόνο που η αυτογνωσία δεν επιτυγχάνεται αυτόματα. Είναι, αντίθετα, διαδικασία που απαιτεί χρόνο, κόπο, ειλικρινείς προθέσεις και, πάνω απ’ όλα, το θάρρος της ανάληψης ευθυνών και της συνειδητοποίησης ότι δεν είναι τέλειος και δεν είναι δυνατόν να είναι τέλειος. Η πορεία προς την αυτογνωσία απαιτεί θαρραλέα αντιμετώπιση σε πιθανούς κλυδωνισμούς και πισωγυρίσματα, καθώς είναι ένας δρόμος με πολλές και επίπονες παλινδρομήσεις.
Η ιδέα για τη συγγραφή ενός βιβλίου αφιερωμένου σε σύγχρονα θέματα οικογενειακής ψυχολογίας συζητήθηκε για πρώτη φορά, πριν από αρκετό καιρό, με την κα Βασιλική Παππά, συμβουλευτική ψυχολόγο και Πρόεδρο του Πανελληνίου Συνδέσμου Σχολών Γονέων. Η ίδρυση Σχολών Γονέων είναι μια προσπάθεια που έχει ξεκινήσει το 1962 στην Ελλάδα από την ψυχολόγο Μαρία Χουρδάκη, την ακούραστη εμψυχώτρια της ιδέας της επιμόρφωσης των γονιών σε Πανελλήνια κλίμακα.
Πιο αναλυτικά, οι Σχολές Γονέων ξεκίνησαν στην Ελλάδα το 1962 με πρωτοβουλία της ψυχολόγου Μαρίας Χουρδάκη. Το 1964 δημιουργείται η «Διεθνής Ομοσπονδία για την Εκπαίδευση των Γονέων» (F.I.E.P.) στα ιδρυτικά στελέχη της οποίας ήταν και η Μαρία Χουρδάκη. Το μακροχρόνιο έργο και οι ακαταπόνητες προσπάθειές της για τη διάδοση και την εδραίωση του θεσμού οδήγησαν σε πολλά βραβεία και τιμητικές διακρίσεις, όπως η βράβευση από τη Διεθνή Ομοσπονδία για την Εκπαίδευση των Γονέων (1986), από την Ακαδημία Αθηνών (1997), από τους φίλους του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού (1999), από τον Σύλλογο Ελλήνων Ψυχολόγων (2002). Το 1999 διοργανώθηκε προς τιμήν της και ως αναγνώριση του συνόλου της προσφοράς της στην επιστήμη της ψυχολογίας, πανελλήνιο συνέδριο με τη συνεργασία όλων των πανεπιστημίων της χώρας.
Από το 1962 έχουν δημιουργηθεί πολυάριθμες ομάδες Σχολών Γονέων σε συνεργασία με διάφορους φορείς και πλαίσια, με δήμους, με συλλόγους γονέων ή με άλλους συλλόγους, με δημόσια και ιδιωτικά σχολεία όλων των βαθμίδων.
Ο τρόπος που εγώ σκέφτομαι και δουλεύω έχει επηρεαστεί αποφασιστικά από τα εκπαιδευτικά σεμινάρια Εκπαιδευτών/Συντονιστών Σχολών Γονέων που παρακολουθούσα πριν από λίγα χρόνια, και ως φοιτήτρια ψυχολογίας, στον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Σχολών Γονέων στην Αθήνα με εκπαιδεύτρια την κα Βασιλική Παππά. Πολλά μέρη αυτού του βιβλίου βασίζονται σε εκείνη την εκπαίδευση. Κάποια από αυτά έχουν διορθωθεί, αναθεωρηθεί, βελτιωθεί, εμπλουτιστεί και προσαρμοστεί στις ανάγκες αυτού του επιστημονικού τόμου, και κάποια άλλα, έχουν επηρεαστεί από τις βασικές θεωρητικές προσεγγίσεις στις οποίες έχω εκπαιδευτεί. Αυτές είναι η Προσωποκεντρική Προσέγγιση κατά τη διάρκεια των Μεταπτυχιακών μου σπουδών, αλλά και οι βασικές αρχές της Συστημικής Σκέψης και Θεωρίας. Ωστόσο, όταν χρειάζεται, ακολουθώ μια εκλεκτικού τύπου συμβουλευτική προσέγγιση και αυτό φαίνεται και από τη βιβλιογραφία που χρησιμοποιήθηκε για τη συγγραφή του βιβλίου, η οποία έχει επιρροές από πολλές θεωρητικές προσεγγίσεις (ψυχαναλυτική, προσωποκεντρική, συστημική, Αντλεριανή, υπαρξιακή προσέγγιση).
Τα θέματα που αναπτύσσονται στο βιβλίο σχετίζονται, αλλά και επηρεάζονται, από την καθημερινή μας απασχόληση με τις σχέσεις που διαμορφώνονται στη σύγχρονη οικογενειακή ομάδα ανάμεσα σε γονείς, συζύγους, παιδιά, μεγάλους γονείς, παππούδες, γιαγιάδες. Μέσα από αυτή τη διαδικασία είδαμε πόσο αναγκαία είναι η αναπροσαρμογή των ρόλων στη σύγχρονη οικογένεια, συνέπεια των υπόλοιπων κοινωνικών εξελίξεων της εποχής μας. Μια αναπροσαρμογή πού φαίνεται ότι μπορεί να ενισχύσει το δυναμισμό και την πλαστικότητα πού χρειάζεται η οικογενειακή ομάδα για να ξεπεράσει τις ψυχολογικές δοκιμασίες της και να εξισορροπηθεί, ανανεωμένη σε νέες βάσεις πιο σίγουρες, πιο σταθερές.
Το βιβλίο χωρίζεται σε δυο μέρη. Στο πρώτο μέρος γίνεται αναφορά σε θέματα πρόληψης που αφορούν κυρίως τους γονείς και τη διαμόρφωση της γονικής τους ταυτότητας. Και ακολουθούν, στο δεύτερο μέρος, θέματα που αφορούν στα παιδιά και τον τρόπο που μπορούν οι γονείς να τα διαχειριστούν. Η σειρά με την οποία παρουσιάζονται τα κείμενα είναι θεματολογική, αρχίζοντας από θέματα γενικότερου ενδιαφέροντος που γίνονται προοδευτικά ειδικότερα.
Το βιβλίο απευθύνεται στο ευρύτερο κοινό, αλλά και σε επαγγελματίες που έχουν σχέση με την ψυχική υγεία του παιδιού και της οικογένειας, δηλαδή απευθύνεται σε ψυχολόγους, συμβούλους, παιδοψυχιάτρους, παιδαγωγούς, κοινωνικούς λειτουργούς που ενδιαφέρονται να ενημερωθούν περαιτέρω για θέματα Οικογενειακής Ψυχολογίας.
Και όπως έλεγε η Μαρία Χουρδάκη, η ιδρύτρια των Σχολών Γονέων στην Ελλάδα (1962): «Σχολές Γονέων, δηλαδή κύτταρα πολιτισμού και αγάπης, ζεστές αγκαλιές που θα ζεστάνουν το παιδί, το κάθε παιδί κάθε φυλής και θρησκείας, στα πρώτα βήματα της ζωής του. Αργότερα, όταν τα παιδιά αυτά θα γίνουν υπεύθυνοι πολίτες, μπορεί παίρνοντας δύναμη από την αγάπη και τη ζεστασιά της παιδικής τους ηλικίας, να ξέρουν ν’ αγαπούν και να σέβονται τον συνάνθρωπο τους. Να θέλουν να κατευθύνουν σωστά τα «συμφέροντα» και τις τεχνολογικές επιτεύξεις τους. Και τότε, μπορεί οι μικρές ζεστές οικογένειες να γίνουν τα κύτταρα μιας παγκόσμιας κοινωνίας, που θα είναι πιο ειρηνική και πιο χαρούμενη. Πιο άξια για τον άνθρωπο» [Σύγχρονα Θέματα Οικογενειακής Ψυχολογίας (σε συνεργασία με την Fernande Isambert, της Σχολής Γονέων Παρισιού). Αθήνα, 1972].
Προσωπικά, ελπίζω το βιβλίο αυτό να αποτελέσει τόσο για τους γονείς (τους μελλοντικούς ή εν ενεργεία γονείς ή τους «γονείς του κόσμου» που δεν έχουν αποκτήσει δικά τους βιολογικά παιδιά) όσο και για τα παιδιά τους «μια ζεστή αγκαλιά» και να μεταδώσει την αγάπη μου για τους γονείς, βοηθώντας τους να αποδεχτούν κι εκείνοι την «ανθρώπινη» διάσταση των γονέων ως ανθρώπων με ανθρώπινες αδυναμίες, προσωπικούς περιορισμούς, προτερήματα και ελαττώματα. Μία αγάπη για το γονιό χωρίς όρους, όπως χρειάζεται να είναι η αγάπη του γονιού για το παιδί / τα παιδιά του. Κι η αγάπη αυτή να αγγίζει κάθε Άνθρωπο, είτε είναι γονιός, είτε όχι, καθώς η αποδοχή της ατέλειάς μας συσχετίζεται αναμφίβολα με τη βαθιά Ανθρώπινή μας υπόσταση.
Μίνα Μπρούμου, 2016
Μπρούμου, Μ. (2016). Βιβλιοπαρουσίαση: Θέματα Οικογενειακής Ψυχολογίας-Εγχειρίδιο για γονείς. Μετάλογος, 29. http://www.metalogos-systemic-therapy-journal.gr
Θέματα Οικογενειακής Ψυχολογίας-Εγχειρίδιο για γονείς - Γενικές πληροφορίες και περιεχόμενα βιβλίου εδώ.