Η οικονομική κρίση δοκιμάζει τις αξίες πάνω στις οποίες στηρίζονται οι κοινωνίες του
Ασθενοκεντρική προσέγγιση και οικονομική κρίση: σχήμα οξύμωρο;
Το πρόσφατο position statement των ADA/EASD για το σακχαρώδη διαβήτη προσπάθησε να προσεγγίσει τη σχέση ασθενούς – θεράποντα ιατρού από μια άλλη, ιδιαίτερη οπτική γωνιά. Μέσα από ένα πρίσμα ασθενοκεντρικής προσέγγισης, έδωσε έμφαση στην εκπαίδευση και αποδοχή της νόσου από τον ασθενή, έθεσε εξατομικευμένους θεραπευτικούς στόχους και εισήγαγε τη λέξη «κόστος» στην επιλογή της αγωγής.
Ασθενοκεντρική προσέγγιση
Ορίζεται ως «η παροχή φροντίδας η οποία σέβεται και ανταποκρίνεται στις επιλογές, ανάγκες και αξίες του κάθε ασθενούς ξεχωριστά και εξασφαλίζει ότι οι αξίες του ασθενούς καθοδηγούν όλες τις κλινικές αποφάσεις».
Για πολλές δεκαετίες, η λέξη «κλειδί» στη θεραπευτική προσέγγιση ήταν η «συμμόρφωση - compliance» του ασθενούς στη θεραπεία. Σταδιακά, από τις αρχές του 21ου αιώνα, η συμμόρφωση άρχισε να αντικαθίσταται από τη λέξη «προσκόλληση – adherence», θέλοντας ίσως, κατ’ αυτόν τον τρόπο να δοθεί έμφαση στην ανάγκη να ακολουθούνται πιστά οι οδηγίες των ειδικών. Σήμερα έχει διαφανεί ότι, ειδικά στα χρόνια νοσήματα, όπως είναι ο σακχαρώδης διαβήτης, ο ασθενής με τον ιατρό του θα πρέπει να οδηγούνται σε μια «συναπόφαση – shared decision», όπου ο ασθενής θα έχει τον πρώτο λόγο, σε θέματα που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής του και σε δεύτερο λόγο, στην επιλογή του κατάλληλου θεραπευτικού σχήματος.
Αυτή η συνεργασία, η οποία στηρίζεται στην αμοιβαία ανταλλαγή πληροφοριών, έχει περισσότερες πιθανότητες να οδηγήσει σε μια συμφωνία, η οποία με τη σειρά της, έχει περισσότερες πιθανότητες να την ακολουθήσει ο ασθενής. Και οι πιθανότητες αυξάνονται ακόμη περισσότερο, όταν ο ασθενής έχει να πετύχει ρεαλιστικούς, ατομικούς στόχους, μέσα από μια αγωγή που μπορεί να εφαρμόσει και πια, στην περίοδο που ζούμε, να την αποκτήσει. Έτσι, για πρώτη φορά ιστορικά, το κόστος μιας θεραπευτικής επιλογής μπαίνει ως κριτήριο επιλογής της, μαζί με την ασφάλειά και την αποτελεσματικότητά της.
Κόστος
Η έννοια «κόστος» έχει μπει πλέον για τα καλά στην καθημερινότητα του ιατρείου. Ο ιατρός καλείται πλέον να επιλέγει το καταλληλότερο φάρμακο που μπορεί ο ασθενής του να αποκτήσει, γνωρίζοντας ότι αυτή η απόφαση του επηρεάζει και τα οικονομικά του κράτους. Μην έχοντας όμως την κατάλληλη εκπαίδευση και εμπειρία για τους υπολογισμούς αυτού του είδους, ελλοχεύει ο κίνδυνος να απλουστεύσει την έννοια «κόστος θεραπείας» σε «τιμή φαρμάκου» και να προχωρήσει στη συστηματική συνταγογράφηση «φθηνών» σκευασμάτων. Γεγονός που δεν σημαίνει απαραίτητα και εξοικονόμηση πόρων.
Για παράδειγμα, είναι γνωστό ότι σε νοσήματα όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, η εμφάνιση επιπλοκών είναι αυτή που επιβαρύνει τα μέγιστα τα συστήματα υγείας (>55% του συνολικού κόστους). Και γνωρίζουμε ότι ο καλύτερος τρόπος πρόληψης της εμφάνισης επιπλοκών είναι η βέλτιστη ρύθμιση των επιπέδων της γλυκόζης στο αίμα και ο έλεγχος παραμέτρων, όπως η αύξηση του σωματικού βάρους, η αρτηριακή υπέρταση, η δυσλιπιδαιμία και οι υπογλυκαιμίες.
Επομένως, «οικονομικά αποδοτικό» είναι ένα φάρμακο το οποίο έχει προφίλ αποτελεσματικότητας και ασφάλειας τέτοιο, ώστε να παρέχει τη μέγιστη δυνατή προφύλαξη στον ασθενή από την εμφάνιση επιπλοκών, προσφέροντας παράλληλα και καλύτερη ποιότητα ζωής. Ένα τέτοιο «οικονομικό» προφίλ καθιστά το φάρμακο απαραίτητο και αναντικατάστατο και ο ιατρός θα πρέπει να αποφασίσει για το ποια είναι αυτά τα σκευάσματα σε κάθε έναν ασθενή του ξεχωριστά. Αυτά δεν είναι απαραίτητα τα φθηνότερα φάρμακα.
Αυτή η απόφαση δεν είναι εύκολη, δεδομένου του ανεπαρκούς σχετικού προσανατολισμού της ιατρικής εκπαίδευσης μέχρι σήμερα. Και η απόφαση γίνεται δυσκολότερη από τις συνθήκες που επικρατούν στον τομέα της υγείας γενικά, όπου:
- η ελάττωση του εισοδήματος στρέφει τον κόσμο προς τη δημόσια υγεία, η οποία όμως ασφυκτιά από την ελάττωση των παροχών
- οι μειωμένες παροχές στον τομέα της δημόσιας υγείας οδηγούν σε επιδείνωση των υποδομών και αδυναμία πρόσβασης σε κάποια σημαντικά φάρμακα και τεχνολογίες
- η έκπτωση του επιπέδου παροχής δημόσιας υγείας έρχεται να επιδεινωθεί περαιτέρω από τους ακόλουθους ακόμη παράγοντες:
-
- την αύξηση του μέσου όρου ηλικίας του πληθυσμού, η οποία απαιτεί την αναδιάρθρωση των σχετικών πόρων (διαδικασία εξαιρετικά αμφίβολη πλέον),
- την εμφάνιση ανάλογης κρίσης και στο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας, που οδηγεί σε ελάττωση του επιπέδου των επιστημόνων υγείας που παράγουμε και «αιμορραγία» νέων επιστημόνων προς το εξωτερικό και,
- την ανυπαρξία δομών και λειτουργιών βασικής έρευνας στις επιστήμες υγείας και ελάττωση των εισερχόμενων πόρων.
Η μέγιστη λοιπόν πρόκληση σε αυτό το δυσμενές περιβάλλον είναι να διατηρηθεί ο ανθρωποκεντρικός χαρακτήρας της ιατρικής. Η επικέντρωση της ιατρικής εκπαίδευσης σε επιλεκτικά και επίκαιρα πεδία, όπως αυτά της οικονομίας της υγείας και της εξατομικευμένης ιατρικής θα βοηθήσει πολύ στη θεραπευτική απόφαση. Είναι σημαντικό, μέσα από την κατάλληλη εκπαίδευση, να περάσει σε κάθε επαγγελματία του χώρου της υγείας ότι η σωστή εφαρμογή της “evidence based”, εξατομικευμένης ιατρικής θα βοηθήσει στην ορθολογική διαχείριση των λιγοστών διαθέσιμων δημόσιων πόρων. Σε ένα σύστημα αδιάκριτων και γενικευμένων οικονομικών μέτρων, η ασθενοκεντρική φιλοσοφία της ιατρικής προσέγγισης θα συντελέσει όχι μόνον στην ορθότερη και οικονομικότερη άσκηση της ιατρικής τέχνης, αλλά κυρίως στη διατήρηση του συστήματος αξιών που διέπουν την ιατρική. Γιατί, ιατρική που δεν έχει ως επίκεντρο τον άνθρωπο δεν έχει νόημα.