Εμβόλιο κατά του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV)

Πρόκειται για ανασυνδυασμένο εμβόλιο που χρησιμοποιείται στην προστασία κατά των νόσων που προκαλούνται από ορισμένους τύπους του ιού των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV). Αυτές οι νόσοι περιλαμβάνουν τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, τις προ-καρκινικές βλάβες των γεννητικών οργάνων της γυναίκας (μήτρα, αιδοίο και κόλπος) και τους ακροχορδόνες (οξυτενή κονδυλώματα) των γεννητικών οργάνων.

Το εμβόλιο {Human Papilloma Virus (HPV) Vaccine} χρησιμοποιείται μόνο για προφύλαξη και δεν έχει καμία επίδραση σε ενεργείς HPV λοιμώξεις ή σε εγκατεστημένη κλινική νόσο, δεν ενδείκνυται για τη θεραπεία του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, τις υψηλού βαθμού δυσπλαστικές βλάβες του τραχήλου της μήτρας, του αιδοίου, και του κόλπου ή των ακροχορδόνων των γεννητικών οργάνων και δεν προορίζεται για την πρόληψη της εξέλιξης άλλων εγκατεστημένων βλαβών που σχετίζονται με τον HPV.

Καρκίνος του τραχήλου της μήτραςΚαρκίνος του τραχήλου της μήτρας Στην Ελλάδα σήμερα κυκλοφορούν δύο εμβόλια κατά του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων. Το πρώτο που κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 2007 με το εμπορικό όνομα GARDASIL® είναι ένα τετραδύναμο εμβόλιο (HPV4) κατά των τύπων 16 και 18 του ιού HPV που είναι οι κύριοι ογκογόνοι τύποι του ιού, υπεύθυνοι για το 70% των περιπτώσεων καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, το 80% του αδενοκαρκινώματος in situ (AIS), το 45-70% της υψηλού βαθμού ενδοεπιθηλιακής νεοπλασίας του τραχήλου της μήτρας (CIN 2/3)*, το 25% της χαμηλού βαθμού ενδοεπιθηλιακής νεοπλασίας του τραχήλου της μήτρας (CIN 1), για περίπου το 70% της σχετιζόμενης με τον HPV υψηλού βαθμού ενδοεπιθηλιακής νεοπλασίας του αιδοίου (VIN 2/3) και του κόλπου (VaIN 2/3), αλλά και κατά των τύπων 6 και 11 του ιού HPV που είναι υπεύθυνοι για το 90% των γεννητικών κονδυλωμάτων και του 10% της χαμηλού βαθμού ενδοεπιθηλιακής νεοπλασίας του τραχήλου της μήτρας (CIN 1).

*Οι αλλοιώσεις CIN 2/3, VIN 2/3 και VaIN 2/3 θεωρούνται προκαρκινικές γεννητικές αλλοιώσεις.

Από 01/07/2017 στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών το τετραδύναμο εμβόλιο (HPV4) αντικαταστάθηκε από το εννιαδύναμο εμβόλιο κατά του ιού των ανθρώπινων θηλωμάτων GARDASIL®9 (HPV9) που προσφέρει επιπλέον προστασία εκτός των τεσσάρων τύπων του ιού (6,11,16 και 18) του τετραδύναμου εμβολίου και κατά άλλων 5 τύπων του ιού (31, 33, 45, 52 και 58) που αν και είναι λιγότερο συχνοί από τους τύπους 16 και 18, συνδέονται επίσης με υψηλό κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου (προκαλούν το 20% περίπου των περιπτώσεων καρκίνου του τραχήλου της μήτρας), προλαμβάνοντας έτσι την πλειονότητα των περιπτώσεων του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, του κόλπου και του αιδοίου και την εμφάνιση προκαρκινικών αλλοιώσεων και κονδυλωμάτων των γεννητικών οργάνων που συνδέονται με τον ιό HPV.

Ενδείξεις εμβολίου GARDASIL®9:
  • Γυναίκες ηλικίας 9 έως 26 ετών για την πρόληψη του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, του αιδοίου, του κόλπου και του πρωκτού που προκαλούνται από τους τύπους 16, 18, 31, 33, 45, 52 και 58 του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV), των προκαρκινικών ή δυσπλαστικών αλλοιώσεων που προκαλούνται από τύπους 6, 11, 16, 18, 31, 33, 45, 52 και 58, και των κονδυλωμάτων (ακροχορδόνες) των γεννητικών οργάνων που προκαλούνται από τους τύπους 6 και 11.
  • Άνδρες 9 έως 26 ετών για την πρόληψη του καρκίνου του πρωκτού που προκαλείται από τους τύπους HPV 16, 18, 31, 33, 45, 52 και 58, των προκαρκινικών ή δυσπλαστικών αλλοιώσεων που προκαλούνται από τύπους 6, 11, 16, 18, 31, 33, 45, 52 και 58, και των κονδυλωμάτων (ακροχορδόνες) των γεννητικών οργάνων που προκαλούνται από τους τύπους 6 και 11.
Δοσολογία εμβολίου GARDASIL®9:
  • Για άτομα ηλικίας 9 έως και 14 ετών, το εμβόλιο μπορεί να χορηγηθεί χρησιμοποιώντας το πρόγραμμα 2 δόσεων ή 3 δόσεων. Για το πρόγραμμα των 2 δόσεων, η δεύτερη δόση πρέπει να χορηγείται 6-12 μήνες μετά την πρώτη δόση. Εάν η δεύτερη δόση χορηγείται σε λιγότερο από 5 μήνες από την πρώτη δόση, πρέπει να δοθεί μια τρίτη δόση τουλάχιστον 4 μήνες μετά τη δεύτερη δόση. Για το πρόγραμμα των 3 δόσεων, το εμβόλιο πρέπει να χορηγείται σε 0, 2 μήνες και 6 μήνες. Η δεύτερη δόση θα πρέπει να χορηγείται τουλάχιστον ένα μήνα μετά την πρώτη δόση και η τρίτη δόση θα πρέπει να χορηγείται τουλάχιστον 3 μήνες μετά τη δεύτερη δόση. Και οι τρεις δόσεις πρέπει να δίνονται μέσα σε περίοδο 1 έτους.
  • Για άτομα ηλικίας 15 έως 26 ετών, το εμβόλιο χορηγείται με πρόγραμμα 3 δόσεων σε 0, 2 μήνες και 6 μήνες. Η δεύτερη δόση θα πρέπει να χορηγείται τουλάχιστον ένα μήνα μετά την πρώτη δόση και η τρίτη δόση θα πρέπει να χορηγείται τουλάχιστον 3 μήνες μετά τη δεύτερη δόση. Και οι τρεις δόσεις πρέπει να δίνονται μέσα σε περίοδο 1 έτους.
Πηγή: https://www.merckvaccines.com

 

Το δεύτερο εμβόλιο κυκλοφόρησε στην Ελλάδα τον Οκτώβριο του 2007 με το εμπορικό όνομα CERVARIX®. Το εμβόλιο αυτό είναι διδύναμο (HPV2) και περιέχει το ανοσοενισχυτικό σύστημα AS04, σχεδιασμένο για να ενισχύει την ανοσιακή απάντηση και να αυξάνει τη διάρκεια της προστασίας έναντι των ογκογόνων τύπων του ιού HPV 16 και 18.

Το διδύναμο εμβόλιο (HPV2) μπορεί να χορηγηθεί σε κορίτσια ηλικίας 10-25 ετών και το τετραδύναμο εμβόλιο (HPV4) σε κορίτσια από την ηλικία των 9-26 ετών (στη χώρα μας συνιστάται σε κορίτσια ηλικίας 12-15 ετών αλλά και σε κορίτσια ηλικίας 15-26 ετών* εάν δεν έχουν εμβολιαστεί στη συνιστώμενη ηλικία χωρίς να διασφαλίζεται η προφύλαξή τους, εάν ήδη έχουν μολυνθεί από τύπο του ιού που περιέχεται στο εμβόλιο, ιδιαίτερα αν έχουν αλλάξει 3-4 σεξουαλικούς συντρόφους) και σε αγόρια ηλικίας 9-21 ετών για την πρόληψη των γεννητικών κονδυλωμάτων και του καρκίνου του πρωκτού (το εμβόλιο μπορεί να χορηγηθεί και σε μεγαλύτερους των 26 ετών ομοφυλόφιλους άνδρες).

Ιδανικά το εμβόλιο πρέπει να χορηγείται, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα δεδομένα, πριν την έναρξη της σεξουαλικής δραστηριότητας και πιθανής έκθεσης στον HPV. Ωστόσο, και τα θήλεα άτομα που έχουν ήδη σεξουαλική δραστηριότητα πρέπει να εμβολιάζονται με το HPV4 ή HPV2 γιατί τα εμβόλια αυτά περιέχουν τους κυρίως ογκογόνους τύπους του ιού 16 και 18. Έτσι, ακόμη και στην περίπτωση που έχουν ήδη μολυνθεί με κάποιον από τους τύπους του HPV (ακόμη και από αυτούς που περιλαμβάνονται στο εμβόλιο) προστατεύονται από τους υπόλοιπους ογκογόνους τύπους.

 

Το δοσολογικό σχήμα και για τα δύο εμβόλια περιλαμβάνει 3 δόσεις. Το εμβόλιο χορηγείται με ενδομυϊκή ένεση κατά προτίμηση στον δελτοειδή μυ του άνω βραχίονα ή στην άνω προσθιοπλάγια περιοχή του μηρού. Για μεν το διδύναμο (CERVARIX®) οι δόσεις είναι 0-1-6 μήνες, ενώ για το τετραδύναμο (GARDASIL®) είναι 0-2-6 μήνες. Εάν απαιτείται ένα εναλλακτικό σχήμα εμβολιασμού η δεύτερη δόση πρέπει να χορηγείται τουλάχιστον ένα μήνα μετά την πρώτη δόση και η τρίτη δόση πρέπει να χορηγείται τουλάχιστον 3 μήνες μετά την δεύτερη δόση. Και οι τρεις δόσεις πρέπει να δίνονται μέσα σε περίοδο ενός έτους. Σε περίπτωση που δεν τηρηθεί το ακριβές χρονοδιάγραμμα ο γιατρός μπορεί να συνεχίσει τον εμβολιασμό, χωρίς να χάνονται οι προηγούμενες δόσεις.

Συστάσεις του Εθνικού Προγράμματος Εμβολιασμών Παιδιών και Εφήβων 2023 για το εμβόλιο κατά του ιού ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV)- Τροποποίηση στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών Παιδιών και Εφήβων 2023
  • Μικρότερη ηλικία χορήγησης τα 9 έτη.
  • Ο εμβολιασμός έναντι του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων ενδείκνυται σε αγόρια και κορίτσια για την πρόληψη του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, καθώς επίσης και των καρκίνων του στοματοφάρυγγα, του πρωκτού και του πέους, όπως και καλοήθων νοσημάτων σχετιζόμενων με τον ιό. Η μέγιστη προστασία επιτυγχάνεται εφόσον ο εμβολιασμός ολοκληρωθεί πριν την έναρξη της σεξουαλικής δραστηριότητας. Στη χώρα μας διατίθεται το εννεαδύναμο (HPV9) εμβόλιο HPV.
  • Ο εμβολιασμός HPV συστήνεται για αγόρια και κορίτσια στην ηλικία 9–11 ετών. Σε περίπτωση που ο εμβολιασμός δεν γίνει στη συνιστώμενη ηλικία, μπορεί να γίνει αναπλήρωση έως την ηλικία των 18 ετών. Επισημαίνεται ότι το εμβόλιο HPV αποζημιώνεται πλήρως σε αγόρια και κορίτσια ηλικίας 15-18 ετών μέχρι 31.12.2024. Ο περιορισμός στην αποζημίωση δεν αφορά τις ομάδες αυξημένου κινδύνου.
  • Σχήμα εμβολιασμού με HPV9 ανάλογα με την ηλικία έναρξης του εμβολιασμού:
    • Έναρξη εμβολιασμού <15 ετών: 2 δόσεις με μεσοδιάστημα 6 μηνών (σχήμα 0, 6). Σε περίπτωση που οι 2 δόσεις γίνουν με μεσοδιάστημα μικρότερο από 5 μηνών απαιτείται και 3η δόση τουλάχιστον 3 μήνες μετά.
    • Έναρξη εμβολιασμού ≥15 ετών: 3 δόσεις (σχήμα 0, 1–2, 6 μήνες).
  • Σε ειδικές περιπτώσεις αυξημένου κινδύνου* συνιστάται εμβολιασμός έναντι του HPV σε άτομα ηλικίας 9–26 ετών σε σχήμα 3 δόσεων (0, 1–2, 6 μήνες).
  • Το εμβόλιο έναντι του HPV δεν συνιστάται κατά την κύηση, ωστόσο δεν είναι απαραίτητο να προηγείται test εγκυμοσύνης πριν την έναρξη του εμβολιασμού. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί εγκυμοσύνη, μετά τη χορήγηση του εμβολίου, δεν συνιστάται διακοπή της, αλλά ο εμβολιασμός συμπληρώνεται μετά την ολοκλήρωσή της.
Πηγή: Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών Παιδιών και Εφήβων 2023

 

*Καταστάσεις ανοσοκαταστολής και ειδικών περιπτώσεων αυξημένου κινδύνου για τις οποίες απαιτείται δοσολογικό σχήμα 3 δόσεων με το εμβόλιο του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων είναι οι πρωτοπαθείς ή δευτεροπαθείς ανοσοανεπάρκειες που οδηγούν σε μείωση της κυτταρικής ή της χυμικής ανοσίας όπως επί παραδείγματι οι κατωτέρω αναφερόμενες:

  1. ανοσοανεπάρκειες των Β-λεμφοκυττάρων με μειωμένη παραγωγή ανοσοσφαιρινών,
  2. μερική ή ολική ανεπάρκεια Τ-λεμφοκυττάρων,
  3. HIV νόσος,
  4. κακοήθη νεοπλάσματα,
  5. ιστορικό μεταμοσχεύσεως,
  6. καταστάσεις αυτοανοσίας που η χορήγηση ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων προκαλεί ανοσοανεπάρκεια. Παραδείγματα: Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος ή αγγειίτιδες (τουλάχιστον 20 mg πρεδνιζόνης ή ισοδύναμη δόση σε ημερήσια χορήγηση), ή χρόνια χρήση άλλων ανοσοκατασταλτικών θεραπειών π.χ. αζαθειοπρίνης, μυκοφενολικού, κυκλοφωσφαμίδης ή βιολογικών παραγόντων που εξαλείφουν την λειτουργία των Β λεμφοκυττάρων (π.χ ριτουξιμάμπη).

Στις ειδικές ενδείξεις δεν περιλαμβάνονται καταστάσεις όπως ασπληνία, άσθμα, χρόνια κοκκιωματώδης νόσος, χρόνια πνευμονική, νεφρική ή ηπατική νόσος, σακχαρώδης διαβήτης, διαταραχές συμπληρώματος, καρδιοπάθεια, ανατομικά ελλείμματα ΚΝΣ.

Αναφορικά με τη συγχορήγηση του εμβολίου με άλλα εμβόλια, σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής επιστημονικά δεδομένα, ασφαλής είναι η συγχορήγηση με το εμβόλιο κατά της ηπατίτιδας Β και το συνδυασμένο αναμνηστικό εμβόλιο διφθερίτιδας (d) και τετάνου (Τ) είτε με κοκκύτη [ακυτταρικό, συστατικό] (ap) και/ή πολιομυελίτιδας [αδρανοποιημένο] (ΙPV) (dTap, dT-IPV, dTap-IPV εμβόλια) χωρίς καμία σημαντική επίδραση στην αντισωματική απάντηση οποιουδήποτε από τα συστατικά του κάθε εμβολίου.

Αντενδείξεις χορήγησης εμβολίου:

  • Τα άτομα που εμφανίζουν συμπτώματα ενδεικτικά υπερευαισθησίας μετά τη λήψη μιας δόσης εμβολίου δεν πρέπει να λαμβάνουν περαιτέρω δόσεις. Η χορήγηση του εμβολίου πρέπει να αναβάλλεται σε άτομα που πάσχουν από σοβαρή εμπύρετη νόσο. Ωστόσο η παρουσία ήπιας λοίμωξης δεν αποτελεί αντένδειξη για εμβολιασμό.
  • Τα δεδομένα από την χορήγηση του εμβολίου του εμβολίου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι ανεπαρκή για τη σύσταση της χρήσης του. Έτσι ο εμβολιασμός πρέπει να αναβάλλεται μέχρι την ολοκλήρωση της εγκυμοσύνης (ο έλεγχος για εγκυμοσύνη δεν θεωρείται απαραίτητος πριν από την έναρξη του εμβολιασμού). Εάν διαπιστωθεί ότι μια γυναίκα είναι έγκυος μετά την έναρξη του εμβολιασμού, δεν συνιστάται διακοπή της κύησης και οι υπόλοιπες δόσεις συμπληρώνονται μετά την ολοκλήρωση της κύησης.

Παρενέργειες εμβολίου:

  • Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες αντιδράσεις που παρατηρήθηκαν ήταν αντιδράσεις της θέσης ένεσης (77,1% των εμβολιαζομένων μέσα σε 5 ημέρες μετά από οποιαδήποτε επίσκεψη εμβολιασμού) και κεφαλαλγία (16,6% των εμβολιαζομένων). Αυτές οι ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν συνήθως ήπιες ή μέτριες σε ένταση.
  • Συγκοπή (λιποθυμία) μπορεί να συμβεί μετά από οποιοδήποτε εμβολιασμό, ειδικά σε εφήβους και νεαρούς ενήλικες. Η συγκοπή που σχετίζεται κάποιες φορές με πτώση και/ή τονικοκλονικές κινήσεις, έχει προκύψει μετά από εμβολιασμό με το εμβόλιο κατά του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV). Για το λόγο αυτό, οι εμβολιασθέντες πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά 15 λεπτά μετά τη χορήγηση του εμβολίου.

Αποτελεσματικότητα εμβολίων:

  • Τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα έχουν δείξει ότι τα χορηγούμενα εμβόλια είναι ασφαλή, παρουσιάζουν υψηλή ανοσογονικότητα και αποτελεσματικότητα και προσφέρουν προστασία για τουλάχιστον 5 έτη, αν και πιστεύεται ότι η διάρκεια προστασίας διαρκεί τουλάχιστον για 10 έτη. Η αποτελεσματικότητα του τετραδύναμου εμβολίου στην πρόληψη του καρκίνου του τραχήλου {CIN (1,2,3) ή AIS}, του κόλπου (VaIN 2/3) και του αιδοίου (VIN 2/3) και στην εμφάνιση των γεννητικών κονδυλωμάτων που προκαλούνται από τους τύπους 6,11,16 και 18 του ιού φαίνεται να αγγίζει το 100%.

Αναμνηστικός εμβολιασμός:

  • Με τα σημερινά δεδομένα δεν συνιστάται η χορήγηση αναμνηστικής δόσης του εμβολίου. Η ακριβής διάρκεια της ανοσίας μετά το σχήμα των 3 δόσεων δεν έχει τεκμηριωθεί.
Ο εμβολιασμός με το εμβόλιο κατά του ιού των ανθρώπινων θηλωμάτων θα πρέπει απαραιτήτως να συνδυασθεί με τον προληπτικό έλεγχο, ώστε να επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή προστασία έναντι της νόσου. Κατά συνέπεια, επισημαίνεται η αναγκαιότητα και σημαντικότητα συνέχισης και εντατικοποίησης της διενέργειας του PAP-Test.

 

Περισσότερες πληροφορίες στην περίληψη χαρακτηριστικών του εμβολίου Gardasil® και Cervarix®.

Πηγή:

  • Περίληψη των χαρακτηριστικών του προϊόντων Gardasil® και Cervarix®
  • http://www.gardasil.com
  • https://www.merckvaccines.com
  • MedWatch: The FDA Safety Information and Adverse Event Reporting Program - (Human Papillomavirus Quadrivalent Types 6, 11, 16, 18) Recombinant Vaccine
  • American College of Physicians - ACP Guide to Adult Immunization
  • Υπουργείο Υγείας - Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών Ενηλίκων 2018 - 2019.
  • Υπουργείο Υγείας - Πρόγραμμα Εμβολιασμών Παιδιών και Εφήβων 2020.

Σχετικά άρθρα