Είναι πολύ σημαντικό να αντιμετωπίζεται κάθε άρρωστος μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής του ως άτομο που ΖΕΙ… ένα άτομο που σε καμία περίπτωση δεν βρίσκεται στο περιθώριο της ζωής επειδή πεθαίνει, ένα άτομο που έχει ΑΝΑΓΚΕΣ, ΕΛΠΙΔΕΣ και δεν παύει ποτέ να επιδιώκει να ΔΩΣΕΙ ΝΟΗΜΑ στις εμπειρίες και στη ζωή του.
Δανάη Παπαδάτου
Η Ψυχολογία στο χώρο της Υγείας (1999)
Η διατήρηση της ελπίδας είναι ένα χαρακτηριστικό που διακρίνει τον κάθε άνθρωπο, ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής του. Χωρίς ελπίδα, το άτομο παραιτείται από τη ζωή και πολύ γρήγορα πεθαίνει (Siegel, 1986, ό.α. στο Παπαδάτου, 1999). Στην πορεία της αρρώστιας, το περιεχόμενο των ελπίδων του αρρώστου συχνά τροποποιείται. Για παράδειγμα, στην προδιαγνωστική φάση, η ελπίδα επικεντρώνεται στη φύση και στην ερμηνεία των συμπτωμάτων. Το άτομο ελπίζει ότι τα συμπτώματα θα εξαφανιστούν ή ότι δεν αποτελούν ένδειξη σοβαρής οργανικής διαταραχής (π.χ. «Δεν είναι τίποτε, θα μου περάσει»). Στη φάση της διάγνωσης, η ελπίδα είναι άμεσα συνδεδεμένη με την αποτελεσματική επίδραση της θεραπείας, ενώ στη χρόνια φάση επικεντρώνεται στην ίαση ή στην ύφεση της αρρώστιας. Η ελπίδα του αρρώστου δεν χάνεται μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής του, ακόμη κι όταν η κατάσταση της υγείας του επιδεινώνεται. Παίρνει όμως νέα μορφή και μπορεί να αφορά την καθυστέρηση του επικείμενου θανάτου, την ολοκλήρωση ορισμένων στόχων ή έργων, την ανακούφιση από ενδεχόμενο πόνο ή/και την επιδίωξη ενός «καλού» θανάτου. Ενώ στα αρχικά στάδια της αρρώστιας οι ελπίδες του ατόμου είναι άμεσα συνδεδεμένες με μακροπρόθεσμους στόχους, στα τελικά στάδια επικεντρώνονται στο παρόν ή άμεσο μέλλον και συχνά αφορούν τη μετά θάνατο ζωή ή την εξασφάλιση μιας συμβολικής αθανασίας μέσα από απογόνους, έργα ή/και επιτεύγματα.
Η διατήρηση της ελπίδας επηρεάζει το νόημα που αποδίδει ο άρρωστος στις εμπειρίες που βιώνει, και ενισχύει την αυτοεκτίμησή του. Παρ' όλα αυτά, ο Hutchnecker (1981, ό.α. στο Παπαδάτου, 1999) διακρίνει δύο μορφές ελπίδας που έχουν διαφορετικές επιπτώσεις στην αντιμετώπιση της αρρώστιας: (α) την ενεργητική ελπίδα (active hope) και (β) την παθητική ελπίδα (passive hope). Ορίζει την ενεργητική ελπίδα ως την εσωτερική ενέργεια που κινητοποιεί το άτομο για δράση. Ο άρρωστος κινείται προς ένα συγκεκριμένο άμεσο ή απώτερο στόχο, έχοντας πεποίθηση στις ικανότητές του. Η ενεργητική ελπίδα αποτελεί πηγή έμπνευσης και δύναμης. Σε αντίθεση, η παθητική ελπίδα χαρακτηρίζει τον ασθενή που βασίζεται σε όνειρα, ελπίζοντας ότι θα συμβούν «θαύματα» και οι δυσκολίες θα εξαφανιστούν ως διά μαγείας. Το άτομο που χαρακτηρίζεται από παθητική ελπίδα αποφεύγει να δραστηριοποιηθεί και ζει περισσότερο σε ένα φαντασιωσικό παρά πραγματικό κόσμο.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ:
Μερικές φορές παρά τη σοβαρότητα της ασθένειας, είναι πολύ σημαντικό να επιτρέψουμε, ιδιαίτερα στην αρχή, τόσο στον άρρωστο όσο και στο οικογενειακό του περιβάλλον, να διατηρήσουν ζωντανή την ελπίδα ώστε να κατορθώσουν να αντέξουν αυτή τη δοκιμασία.
Η Kübler - Ross (1969) (βλ. άρθρο Ψυχολογία Θανάτου Α΄- Η αντιμετώπιση του θνήσκειν) ισχυρίζεται ότι στην πορεία της αρρώστιας o άρρωστος διατηρεί κάποια ελπίδα, η φύση της οποίας μεταβάλλεται καθώς τροποποιούνται οι συνθήκες και εμπειρίες που βιώνει με την εξέλιξη της υγείας του. Ο άρρωστος αντλεί «μικρές ελπίδες» από τα πολύ μικρά και απλά πράγματα της ζωής του, όπως είναι για παράδειγμα, η ελπίδα ότι θα έχει τις απαραίτητες δυνάμεις ώστε να υποδεχτεί τα παιδιά του που θα τον επισκεφθούν στο νοσοκομείο ή ότι θα προλάβει να γιορτάσει τα Χριστούγεννα με τα παιδιά του στο σπίτι του ή ότι θα χαρεί μια οικογενειακή συγκέντρωση. Αυτές οι «μικρές ελπίδες» δίνουν νόημα και προοπτική στη ζωή του αρρώστου. |
Σύμφωνα με αναφορές, η δύναμη της ενεργητικής ελπίδας και της θέλησης του ατόμου να ζήσει επηρεάζουν ουσιαστικά την πορεία της ασθένειάς του. Δεν είναι λίγα τα παραδείγματα των ατόμων που η αρρώστια τους περνά σε φάση ύφεσης, ακόμα και όταν η κατάσταση της υγείας τους είναι κρίσιμη. Έκπληκτο το προσωπικό υγείας, συχνά διαπιστώνει ότι οι ασθενείς γνωρίζουν καλύτερα τις εσωτερικές τους δυνάμεις, τις οποίες ενεργοποιούν για να επιτύχουν κάποιο στόχο και να ζήσουν μια ζωή με νόημα. |
Βιβλιογραφία:
- Kübler Ross, E. (1969). On Death and Dying. New York: Macmillan.
- Παπαδάτου, Δ. (1999).Φάσεις στην εξέλιξη της χρόνιας ή/και απειλητικής για τη ζωή αρρώστιας. Στο Δ. Παπαδάτου & Φ. Αναγνωστόπουλος, Η Ψυχολογία στο χώρο της Υγείας (σσ.109-134), θ΄ έκδ. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.