Σχολές γονέων: Το παιδί και η τροφή

Από όλες τις οργανικές ανάγκες του παιδιού, η λήψη τροφής φαίνεται να είναι εκείνη που συνδέεται στενότερα με το συναίσθημα (θυμός, ζήλια, εγκατάλειψη, έλλειψη στοργής και φροντίδας, απουσία γονέων). Σχετικά με την τροφή του παιδιού μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα τόσο η ψυχολογία του παιδιού όσο και η ψυχολογία των γονέων.

Ο ρόλος των γονέων στην τροφή του παιδιού – Τι να τρώνε τα παιδιά;

Αρχίζοντας από την ψυχολογία των γονέων είναι γεγονός ότι οι περισσότεροι γονείς περιβάλουν το παιδί τους με αγωνία πάνω στο θέμα του φαγητού από την ώρα της γέννησης του. Χαρακτηριστική είναι η αγωνία των γονιών κάθε φορά που ο Παιδίατρος μετράει με τη βοήθεια του βρεφοζυγού τα γραμμάρια που ζυγίζει το παιδί με μεγάλη λεπτομέρεια. Ξεκινώντας από τις πρώτες κρέμες που προστίθενται στο διαιτολόγιο του ανάμεσα στον τρίτο και τον έκτο μήνα της ζωής του, το βρέφος θα μάθει πολλές καινούργιες γεύσεις, έτσι ώστε να έχει εξοικειωθεί με τις περισσότερες τροφικές συνήθειες της οικογένειάς του όταν κλείσει τον πρώτο χρόνο της ζωής του. Το παιδί σιγά σιγά αρχίζει να συναισθάνεται πως το φαγητό είναι ένα δύσκολο θέμα που ου επιβάλλεται από το περιβάλλον του, πολλές φορές μάλιστα με τρόπο πολύ πιεστικό, με αποτέλεσμα να αρχίσει να αντιδρά και να αισθάνεται απέχθεια γι’ αυτή την καθημερινή και βασική του ανάγκη. Στη νηπιακή ηλικία το παιδί καταλαβαίνει ακόμη περισσότερο την αγωνία των γονέων του που τώρα εκφράζεται με τη μορφή επιμονής. Οι γονείς επιμένουν στα παιδιά τους να φάνε κάτι που δεν τους αρέσει, ενώ άλλοτε πάλι αρχίζουν τις παρακλήσεις, τα παρακαλούν να φάνε, με φυσικό αποτέλεσμα την αντίδραση του.

Επίσης, πολύ συχνά το φαγητό δίνεται με υποσχέσεις και ανταλλάγματα. Οι γονείς υπόσχονται στο παιδί πως θα του αγοράσουν παιχνίδια, ή περιπάτους, ή ακόμη –υπόσχονται κάτι χειρότερο- υπόσχονται αγάπη, που όμως δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να γίνεται αντάλλαγμα, αλλά να δίνεται σε κάθε περίπτωση πηγαία και αβίαστα στο παιδί. Άλλες φορές πάλι αρχίζουν τις απειλές και φοβίζουν το παιδί με φανταστικά ή πραγματικά πρόσωπα (π.χ. μπαμπούλας, αστυνόμος, γιατρός). Αν σκεφτούμε όμως ότι στην ηλικία αυτή το παιδί έχει το δικό του φανταστικό κόσμο και δεν μπορεί να ξεχωρίσει το φανταστικό από το πραγματικό καταλαβαίνουμε το άγχος, το φόβο και την τρομερή κατάσταση που ζει και που συνδυάζεται με την ώρα της πιο βασικής ανάγκης του ανθρώπου, την ώρα του φαγητού.

Επιπρόσθετα, ένας παράγοντας τον οποίο δεν μπορούν να ελέγξουν οι γονείς είναι οι προσωπικές γευστικές προτιμήσεις του παιδιού τους και οι δικές του αντιλήψεις για το τι είναι «ωραίο και νόστιμο» φαγητό και τι δεν είναι. Γι’ αυτό και δεν βοηθούν οι σκηνές που καμιά φορά διαδραματίζονται γύρω από ένα πιάτο φαγητού ανάμεσα σε μια αγανακτισμένη μητέρα, που δεν θέλει να χάσει τον έλεγχο των πραγμάτων, κι ένα πρησμένο από το κλάμα παιδί, που δεν μπορεί να καταπιεί την άμορφη μάζα που περιστρέφει από το ένα μάγουλο στο άλλο. Υπάρχουν άλλοι τρόποι για να αποφύγει κανείς παρόμοιες «επιδείξεις δύναμης», από τις οποίες συνήθως κανένας δεν βγαίνει κερδισμένος. Για παράδειγμα, για να εμπλουτίσει το παιδί τον κατάλογο των γεύσεών του και να μην αρκείται μόνο στις… τηγανητές πατάτες, οι γονείς μπορούν να περιορίζουν την ποσότητα του φαγητού που δεν του αρέσει (συχνά λαχανικά, όπως ο αρακάς, οι μελιτζάνες, οι μπάμιες, καμιά φορά το κρέας), ενώ θα έχουν φροντίσει να υπάρχει στο πιάτο του και κάτι που αγαπάει.

Τις τελευταίες δεκαετίες, έχουν εμφανιστεί νέες μορφές εναλλακτικής ιατρικής, που δίνουν όλο και περισσότερη έμφαση στο ρόλο της διατροφής για την κατάκτηση της ψυχοσωματικής υγείας. Αφού οι ρίζες της υγείας βρίσκονται στα παιδικά χρόνια του ανθρώπου, είναι πλέον ευθύνη και χρέος των γονιών να μεριμνούν για τη σωστή διατροφή των παιδιών τους, που θα τα βοηθήσει αργότερα, σε κάποια περίσταση που θα απειλείται η υγεία τους, να ενεργοποιήσουν και όχι να επιβραδύνουν τη θεραπευτική άμυνα του οργανισμού τους.

Ο ρόλος των παιδιών στην τροφή:

Από την πλευρά του παιδιού, εκείνο φαίνεται πως αντιδρά με την τακτική του, κατά κάποιο τρόπο, στην ψυχολογία των γονιών του. Βλέποντας τους γονείς, ιδιαίτερα τη μητέρα, να αγωνιά, να επιμένει, να απειλεί η να κλαίει, τότε εκείνο αντιδρά και τη βασανίζει. Το παιδί ικανοποιείται με αυτή της την ανησυχία που το κάνει «κέντρο του σπιτιού». Υπάρχουν ακόμη παιδιά που εμφανίζουν δυσκολία τροφής όταν γεννιέται ένα αδελφάκι. Πρόκειται για τα παιδιά που έχουν συναισθηματική ανασφάλεια κι έλλειψη σιγουριάς, καθώς νομίζουν πως δεν τα προσέχουν όσο χρειάζεται και νιώθουν εγκατάλειψη ή απομονωμένα. Με τη δυσκολία τροφής τα παιδιά θέλουν να προκαλέσουν το ενδιαφέρον του περιβάλλοντος και αντιδρούν. Άλλη ομάδα παιδιών, που ακούνε τις συζητήσεις των γονέων γύρω από το φαγητό, καθώς πολλές φορές τυχαίνει (;) οι συζητήσεις να περιστρέφονται γύρω από το φαγητό του παιδιού, θέλουν να γίνονται το επίκεντρο των συζητήσεων παρουσιάζοντας και πάλι τη δυσκολία τροφής.

Επομένως, οι γονείς καλό θα είναι να ελέγξουν αρχικά τη δική τους συμπεριφορά που σχετίζεται με τη δυσκολία τροφής του παιδιού τους. Η δυσκολία τροφής που εμφανίζει ένα παιδί είναι ευκαιρία για να αναθεωρήσουμε, να σκεφτούμε, να κάνουμε αυτοκριτική σχετικά με το τι μπορεί να λείπει από το παιδί, τι είναι εκείνο που μπορεί να του στερούμε, καθώς και με ποιον τρόπο θα το δώσουμε στο παιδί για να μην χρειάζεται να διαμαρτύρεται.

Πότε να τρώνε τα παιδιά;

Στις δυτικές κοινωνίες, οι άνθρωποι συνηθίζουν να τρώνε τρία γεύματα την ημέρα, συν κάποιο κολατσιό, αν οι ώρες ανάμεσα σε δύο γεύματα είναι πολλές. Οι γονείς όμως ξεχνούν συχνά πόσο σημαντικό είναι για ένα παιδί το πρωινό γεύμα. Έτσι, πολλά παιδιά φεύγουν για το Νηπιαγωγείο ή το σχολείο με το πολύ ένα ποτήρι γάλα στο στομάχι τους. Πιθανόν αυτά τα παιδιά να αναζητήσουν αργότερα κάποια γαριδάκια ή πατατάκια για να κατευνάσουν την πείνα τους. Σύμφωνα με έρευνες, η σχολική απόδοση των παιδιών δεν είναι ανεξάρτητη από τις οργανικές τους λειτουργίες και ότι ένας μαθητής που νυστάζει ή πεινάει δεν μπορεί να ασχοληθεί με επιτυχία με τα μαθήματά του.

Σημαντικό είναι επίσης τα γεύματα να γίνονται σε ώρες τακτές -ανάλογα με το ρυθμό και το πρόγραμμα της οικογένειας- και στο ενδιάμεσο να μπορεί να ξεκουράζεται το στομάχι των παιδιών. Το να αισθάνονται πολλά παιδιά τη συνεχή ανάγκη να πιπιλίζουν ή να μασουλάνε κάτι (τσίχλες, τσιπς, καραμέλες κ.ά.) όχι μόνο γίνεται μια βλαβερή συνήθεια για τον οργανισμό τους, αλλά δηλώνει και μια καθήλωση σε παλαιότερα στάδια της εξέλιξής τους.

Πως να τρώνε τα παιδιά;

Επειδή στα παιδιά (και στους μεγάλους) αρέσει το γνωστό και το συνηθισμένο, χαίρονται όταν έχει εξασφαλιστεί μια δική τους, συγκεκριμένη θέση στο οικογενειακό τραπέζι. Πολλά παιδιά, μάλιστα, αναζητούν το δικό τους ποτήρι ή το δικό τους κουτάλι όταν κάθονται να φάνε. Γίνεται λοιπόν παράδοση για το παιδί τόσο το πού θα κάθεται όσο και το πώς θα κάθεται στο τραπέζι, αφού υπάγεται στις πολιτισμικές αρχές της κάθε οικογένειας να επιβάλλει τους κανόνες συμπεριφοράς που επιλέγει και εγκρίνει. Το ποιοι κανόνες κρίνονται σωστοί είναι στη δικαιοδοσία των γονιών να το αποφασίσουν. Στους ίδιους άλλωστε ανήκει και ο ρόλος να μεταδώσουν τους κοινωνικά αποδεκτούς κώδικες συμπεριφοράς στην επόμενη γενιά – δηλαδή στα παιδιά τους.

Τα παιδιά που δεν τρώνε;

Δεν χρειάζεται πολύς χρόνος για να καταλάβει ένα μικρό παιδί πόση σημασία δίνει η μητέρα του στο φαγητό του. Εικόνες και αναμνήσεις από τη στενοχώρια, ακόμα και από το άγχος της, όταν το βλέπει να μην πεινάει, το οδηγούν σιγά σιγά στο να συνειδητοποιήσει ότι το φαγητό μπορεί να γίνει στα χέρια του ένα πολύ ισχυρό και χρήσιμο όπλο… Στα «παιχνίδια εξουσίας» με τους γονείς, το μικρό παιδί ανακαλύπτει από νωρίς τη δύναμη του συναισθηματικού εκβιασμού. Έτσι, θα χρησιμοποιήσει το φαγητό σαν όπλο για την επίτευξη δικών του σκοπών: άλλοτε για να εκδικηθεί (και πάντα υπάρχουν λόγοι γι’ αυτό) τους ανθρώπους γύρω του, άλλοτε για να τους επαναφέρει -και ειδικά τη μητέρα του- σε μια σχέση αποκλειστικότητας, που αισθάνεται ότι έχει χάσει.

Οι πιο συνηθισμένοι λόγοι για τους οποίους τα παιδιά δημιουργούν προβλήματα κατά την ώρα του φαγητού είναι:

  • Η επιθυμία τους να επαναφέρουν το ενδιαφέρον των ανθρώπων γύρω τους στο δικό τους πρόσωπο (αντί να ασχολείται η μαμά με αυτά που λέει ο μπαμπάς, ας ενδιαφερθεί λίγο για μένα που δεν τρώω…)
  • Η ελπίδα τους να κερδίσουν κάποιους πόντους στην αναμέτρηση δυνάμεων με μια μητέρα που θορυβείται όταν δεν τρώνε (αυτό την πονάει…)
  • Το γεγονός ότι πράγματι δεν πεινούν, ειδικά αν έχουν ήδη γεμίσει το στομάχι τους προτού καθίσουν στο τραπέζι.
  • Η πιθανότητα να «ετοιμάζουν» κάποια παιδική αρρώστια – που, όπως γνωρίζουμε, συχνά αναγγέλλεται με αδιαθεσία και ανορεξία λίγες μέρες προτού εκδηλωθούν τα πρώτα συμπτώματά της.

Τι χρειάζεται να κάνουν οι γονείς;

Στην περίπτωση που κάτι έχει αρχίσει άσχημα σχετικά με την τροφή του παιδιού χρειάζεται προσπάθεια να ανακαλύψουμε το αίτιο, να ελέγξουμε την ψυχολογία μας, να αρχίσουμε από αυτά για να διορθώσουμε την κατάσταση. Για να πάρει η υπόθεση του φαγητού από την αρχή το φυσικό της δρόμο καλό είναι:

Πρώτα από όλα χρειάζεται να σεβόμαστε την ατομικότητα του παιδιού. Δεν χρειάζεται να το πιέζουμε να τρώει όλο το πιάτο αν δείχνει πως χόρτασε!! Να μην συγκρίνουμε με την ποσότητα που τρώει ένα άλλο παιδί στην ίδια ηλικία ή ένας άλλος αδερφός/η. Η ποσότητα του φαγητού που χρειάζεται να παίρνει καθημερινά ένας άνθρωπος είναι ατομικό θέμα και ποικίλει ανάλογα με τις ανάγκες του καθενός μας. Ίσως δεν βοηθά να θέλουμε να κάνουμε το παιδί να δεχτεί μια τροφή, που αποστρέφεται, με το πρόσχημα ότι θα συνηθίσει.

Είναι πολύ συχνό το παιδί να μην θέλει μια τροφή για μικρότερο ή μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Τότε βοηθά να αποφασίζει κανείς να την καταργεί παρά να προκαλεί τη συνεχή άρνηση, με αποτέλεσμα να διαιωνίζεται μια κατάσταση. Στη σημερινή εποχή, η ποικιλία τροφών που διαθέτουμε είναι τόσο μεγάλη που μπορούμε να την αντικαταστήσουμε πολύ εύκολα με κάποια άλλη, χωρίς να στερήσουμε από τον οργανισμό του παιδιού τα βασικά συστατικά που χρειάζεται (π.χ. όταν υπάρχει αποστροφή για το αυγό, αυτό μπορεί να διακοπεί για λίγο καιρό αν το παιδί παίρνει κρέας, ή το γάλα μπορεί να δοθεί με μια άλλη μορφή τροφής). Όταν η αποστροφή για ένα φαγητό εξαλειφθεί μετά από ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, τότε μπορούμε με τον κατάλληλο τρόπο και με την κατάλληλη τροφή να επανέλθουμε πάλι στο διαιτολόγιο του παιδιού.

Χρειάζεται ακόμη να προσέξουμε τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζουμε την καινούρια τροφή στο παιδί. Από τη βρεφική ηλικία ακόμη μπορούμε να εκμεταλλευόμαστε ορισμένες ικανότητες του βρέφους και να του δίνουμε υγρά με το κουταλάκι ή με το φλιτζάνι ανάλογα με την ηλικία του. Με τον ίδιο τρόπο μπορούμε να του δίνουμε να δοκιμάζει ορισμένες τροφές, έτσι ώστε να αρχίσουν να του γίνονται γνωστές οι γεύσεις: αλμυρό, ξινό, γλυκό. Κάθε καινούρια τροφή που θα παρουσιάζουμε στο παιδί καλό θα είναι να την προσφέρουμε σε μικρή ποσότητα και μαζί με άλλο φαγητό, που το έχει συνηθίσει και του αρέσει. Είναι πολύ σημαντικό ότι τα παιδιά θέλουν την τροφή τους ευπαρουσίαστη και καλοφτιαγμένη και νόστιμη, όπως κι εμείς οι μεγάλοι. Είναι πολύ σημαντικό για ένα παιδί να έχει μπροστά του ένα καλοφτιαγμένο πιάτο ή ένα πιάτο με ποικιλία από χρώματα και σχήματα που μαζί με την καλή εντύπωση του προκαλούν και την όρεξη.

Επίσης, θα πρέπει να προσέξουμε μήπως η δυσκολία του παιδιού με το φαγητό οφείλεται στην πρώτη κρίση προσωπικότητας που συμβαίνει στην ηλικία των 3-6 ετών περίπου. Το τραπέζι, η καρέκλα και όλα όσα χρειάζεται το παιδί για την ώρα του φαγητού να φροντίσουμε να είναι στα μέτρα του. Το παιδί κουράζεται αν δεν κάθεται αναπαυτικά και αν δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει τα διάφορα σκεύη, που του ανήκουν και είναι δικά του. Είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε το παιδί και να το βοηθήσουμε να ξεπεράσει την κρίση προσωπικότητας που διανύει στην νηπιακή ηλικία, καθώς και τις διάφορες αντιθέσεις που τη συνοδεύουν. Ακόμη καλό θα είναι να αποφύγουμε τις συνεχείς συζητήσεις γύρω από το θέμα του φαγητού τόσο με φιλικά πρόσωπα όσο και με το οικογενειακό περιβάλλον.

Κάτι άλλο που χρειάζεται να προσέξουμε είναι ο τρόπος με τον οποίο καλούμε το παιδί για την ώρα του φαγητού. Αν χρειάζεται να αποσπάσουμε το παιδί από το παιχνίδι του και να του υπενθυμίσουμε την ώρα του φαγητού, ας το κάνουμε με τρυφερότητα και σταθερότητα, χωρίς το ενδιαφέρον αυτό να παίρνει τη μορφή άγχους και ανησυχίας. Ένας καλός τρόπος είναι να δίνουμε στο παιδί τη χαρά να συμμετέχει στην προετοιμασία για το οικογενειακό τραπέζι.

Τέλος, η ηρεμία είναι απαραίτητη. Πριν από το γεύμα καλό θα είναι να έχει το παιδί μια ευκαιρία χαλάρωσης σε μια ήσυχη γωνιά για να πέσει η υπερβολική ένταση που δημιουργήθηκε από το παιχνίδι. Δεν βοηθά να τραβάμε το παιδί από μια απασχόληση που απορροφά όλη του την προσοχή με μια απότομη πρόσκληση στο τραπέζι. Χρειάζεται να το προετοιμάζουμε λίγο νωρίτερα με ησυχία και σταθερά λόγια, ώστε να έχει το χρόνο του και να ξεκινήσει το γεύμα με καλή διάθεση. Η αντίληψη του παιδιού για το χρόνο είναι πολύ διαφορετική από τη δική μας, καθώς και οι ανάγκες είναι πολύ διαφορετικές από στιγμή σε στιγμή και από το ένα παιδί στο άλλο. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι αν το παιδί είναι σωματικά γερό, μικρή όρεξη ή μεγάλη όρεξη ή ιδιότροπη όρεξη δεν πρέπει να είναι αιτία ανησυχίας τους γονείς. Σε κάθε περίπτωση, ιδιαίτερα όταν η αγωνία των γονιών κορυφώνεται και φτάνει να γίνεται απελπισία για το θέμα της τροφής του παιδιού, τότε καλό θα είναι να ζητάμε την συμβουλή ψυχολόγου.

Η ιδανική σχέση των παιδιών με την τροφή:

Όταν το βρέφος αρχίζει να μεγαλώνει, δεν αρκείται πια στη μόνη ικανοποίηση της οργανικής του ανάγκης για τροφή. Όλο και περισσότερο θα αναζητήσει από τη μητέρα του συναισθηματικά, πνευματικά και κοινωνικά ερεθίσματα, καθένα από τα οποία αποτελεί μια άλλη μορφή φροντίδας που μπορεί να του προσφέρει. Φαίνεται όμως ότι πολλές μητέρες έχουν κολλήσει κάπως στην αρχική μορφή της φροντίδας, δηλαδή σε αυτήν που χαρίζει τη ζωή, δίνοντάς της, σε σχέση με άλλες ανάγκες του παιδιού, μια κύρια σημασία. Όταν οι γονείς δεχθούν ότι η ανάγκη του παιδιού τους για τροφή είναι δική τον ανάγκη και όχι δική τους υπόθεση, τότε δεν θα έχουν λόγο τα παιδιά να χρησιμοποιούν το φαγητό ως μέσο συναισθηματικού εκβιασμού απέναντι τους

Βιβλιογραφία:

  • Νίλσεν, Μ. (2002). Η Τέχνη να είσαι Γονιός (3η έκδ). Αθήνα. Καστανιώτης.
  • Χουρδάκη, Μ. (2000). Οικογενειακή Ψυχολογία (4η έκδ.). Αθήνα: Leader Books.

Σχετικά άρθρα