Κρεατινίνη (CRE)

Η κρεατινίνη (Creatinine) είναι ένα μεταβολικό προϊόν που προέρχεται από την διάσπαση της φωσφορικής κρεατίνης των μυών.

Παράγεται με σταθερό ρυθμό, ανάλογα με τη μυϊκή μάζα του ατόμου και απομακρύνεται από τον οργανισμό σχεδόν εξ’ ολοκλήρου μέσω των νεφρών με σπειραματική διήθηση και αποβάλλεται στα ούρα. Η παραγωγή της κρεατινίνης είναι σταθερή όσο η μυϊκή μάζα παραμένει σταθερή. Κάθε διαταραχή της νεφρικής λειτουργίας έχει ως αποτέλεσμα την μείωση της απέκκρισης της κρεατινίνης και αύξηση των επιπέδων της στο αίμα δίνοντάς μας έτσι την δυνατότητα να αξιολογήσουμε την νεφρική λειτουργία.

Η μέτρηση της κρεατινίνης αν και αποτελεί ένα πιο ειδικό και ευαίσθητο δείκτη της νεφρικής λειτουργίας από ότι η ουρία χρησιμοποιείται πάντα σε συνδυασμό με την μέτρηση της ουρίας ή του αζώτου ουρίας (BUN - Blood Urea Nitrogen) για την αξιολόγηση της νεφρικής λειτουργίας και η μεταξύ τους σχέση (λόγος BUN/κρεατινίνης) παρέχει περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τα αίτια της νεφρικής δυσλειτουργίας.

Οι τιμές της κρεατινίνης στο αίμα και στα ούρα μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για τον υπολογισμό της κάθαρσης κρεατινίνης, αφού ο σταθερός της ρυθμός κάθαρσης, δίνει μία ικανοποιητική προσέγγιση του ρυθμού σπειραματικής διήθησης (GFR, Glomerular Filtration Rate) δηλαδή του όγκου του πλάσματος που διηθείται και καθαρίζεται από τις άχρηστες ουσίες από το νεφρό στη μονάδα του χρόνου δίνοντας έτσι τη δυνατότητα να παρακολουθείται η εξέλιξη της πορείας των χρόνιων νεφρικών νοσημάτων.

Η κρεατινίνη ούρων μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί μαζί με ποικιλία άλλων εξετάσεων ούρων σαν διορθωτικός παράγοντας. Εφόσον παράγεται και απομακρύνεται με σχετικά σταθερό ρυθμό, η ποσότητα κρεατινίνης στα ούρα μπορεί να συγκριθεί με την ποσότητα κάποιας άλλης ουσίας (παράδειγμα η μέτρηση της κρεατινίνης μαζί με τις πρωτεΐνες για τον υπολογισμό του λόγου πρωτεϊνών ούρων/κρεατινίνης και η μέτρηση της κρεατινίνης μαζί με την αλβουμίνη για τον υπολογισμό του λόγου αλβουμίνης/κρεατινίνης) ώστε να χρησιμοποιηθούν για την αξιολόγηση της νεφρικής λειτουργίας,

Τιμές αναφοράς:

  • Ενήλικες άνδρες: 0,9-1,3 mg/dL ή 80-115 μmol/L.
  • Ενήλικες γυναίκες: 0,6-1,1 mg/dL ή 53-97 μmol/L.
  • Παιδιά (3-18 ετών): 0,5-1,0 mg/dL ή 44-88 μmol/L.
  • Μικρά παιδιά (0-3 ετών): 0,3-0,7 mg/dL ή 27-62 μmol/L.
  • Λόγος (σχέση) αζώτου ουρίας (BUN)/κρεατινίνης: 10:1-20:1

Αυξημένα επίπεδα κρεατινίνης στο αίμα παρατηρούνται σε:

  • Διαταραγμένη νεφρική λειτουργία.
  • Νεφρική ανεπάρκεια.
  • Ουραιμία.
  • Χρόνια νεφρίτιδα.
  • Σπειραματονεφρίτιδα.
  • Πυελονεφρίτιδα.
  • Απόφραξη των ουροφόρων οδών.
  • Μυϊκά νοσήματα:
    • Γιγαντισμό.
    • Ακρομεγαλία.
    • Μυασθένεια gravis.
    • Μυϊκή δυστροφία.
    • Πολιομυελίτιδα.
  • Συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια.
  • Shock.
  • Aφυδάτωση.
  • Pαβδομυόλυση.
  • Υπερθυρεοειδισμό.
  • Ουρική αρθρίτιδα.
  • Ρευματοειδή αρθρίτιδα.
  • Υποξεία βακτηριακή ενδοκαρδίτιδα.
  • Συστηματικό ερυθηματώδη λύκο.
  • Σακχαρώδη διαβήτη.
  • Πολλαπλό μυέλωμα.

Μειωμένα επίπεδα κρεατινίνης στο αίμα παρατηρούνται σε:

  • Άτομα μικρού αναστήματος.
  • Μειωμένη μυϊκή μάζα.
  • Σε προχωρημένη και σοβαρή ηπατική νόσο.
  • Ανεπαρκή διαιτητική λήψη πρωτεΐνης.
  • Εγκυμοσύνη (0,4-0,6 mg/dL ή 36-53 μmol/L είναι οι φυσιολογικές τιμές της κρεατινίνης κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης, ενώ στην περίπτωση που η κρεατινίνη κατά την εγκυμοσύνη είναι >0,8 mg/dL ή >71 μmol/L πρέπει να διερευνηθεί η αιτία που την προκαλεί) .

Εκτίμηση της αύξησης βάσει της σχέσης BUN (άζωτο ουρίας) / κρεατινίνης (BUN:Creatinine Ratio):

Αυξημένη αναλογία (>20:1) με φυσιολογική κρεατινίνη παρατηρείται σε:

  • Αυξημένη BUN (προνεφρική αζωθαιμία), καρδιακή ανεπάρκεια, απώλεια άλατος, αφυδάτωση.
  • Υπερκαταβολικές καταστάσεις με αποικοδόμηση των ιστών.
  • Αιμορραγία του πεπτικού συστήματος.
  • Διαταραγμένη νεφρική λειτουργία σε συνδυασμό με υπερβολική πρόσληψη πρωτεϊνών ή παραγωγή ή βλάβη των ιστών.

Αυξημένη αναλογία (>20:1) με αυξημένη κρεατινίνη παρατηρείται σε:

  • Αποφρακτική ουροπάθεια (παρακώλυση της ροής των ούρων σε οποιοδήποτε επίπεδο του ουροποιητικού συστήματος).
  • Προνεφρική αζωθαιμίας με νεφρική νόσο.

Μειωμένη αναλογία (<10:1) με μειωμένο άζωτο ουρίας (BUN) παρατηρείται σε:

  • Οξεία σωληναριακή νέκρωση.
  • Μειωμένη σύνθεση ουρίας, όπως σε σοβαρή ηπατική νόσο ή ασιτία.
  • Επαναλαμβανόμενες αιμοκάθαρσεις.
  • Σύνδρομο απρόσφορης έκκρισης αντιδιουρητικής ορμόνης (sydrome of inappropriate antidiuretic hormone secretion, SIADH).
  • Εγκυμοσύνη.

Μειωμένη αναλογία (<10:1) με αυξημένη κρεατινίνη παρατηρείται σε:

  • Σε θεραπεία με φαινακεμίδη (επιταχύνει τη μετατροπή της κρεατίνης σε κρεατινίνη).
  • Ραβδομυόλυση (απελευθέρωση μυϊκής κρεατινίνης).
  • Ασθενείς με μυϊκά νοσήματα οι οποίοι αναπτύσσουν νεφρική ανεπάρκεια.

Άλλοι παράγοντες - Αλληλεπιδράσεις:

  • Τα επίπεδα της κρεατινίνης είναι 20% έως 40% υψηλότερα τις απογευματινές ώρες σε σχέση με τις πρωινές.
  • Η αιμόλυση του δείγματος αίματος μπορεί να επηρεάσει τα αποτελέσματα μέτρησης.
  • Τα υψηλά επίπεδα ασκορβικού οξέος και οι κεφαλοσπορίνες (αντιβιοτικά) αλλά και η αμφοτερικίνη Β, τα ανδρογόνα, η αργινίνη, τα βαρβιτουρικά, η καπτοπρίλη, η χλωρθαλιδόνη, η σιμετιδίνη, η κλονιδίνη, τα κορτικοστεροειδή, η δεξτράνη, η δισοπυραμίδη, η δοξυκυκλίνη, η φρουκτόζη, η γενταμυκίνη, η γλυκόζη, η υδραλαζίνη, η υδροξυουρία, η καναμυκίνη, η λεβοντόπα, το λίθιο, η μαννιτόλη, η μεθικιλλίνη, η μεθυλντόπα, η μετοπρολόλη, η μινοξιδίλη, η νιτροφουρανδοϊνη, η προπρανολόλη, οι πρωτεΐνες, το πυρουβικό, οι σουλφοναμίδες, η στρεπτοκινάση, η τεστοστερόνη και η τριμεθοπρίμη μπορούν να προκαλέσουν ψευδώς αυξημένα επίπεδα κρεατινίνης στον ορό (οι ίδιοι παράγοντες μπορούν, επίσης να παρέμβουν και στη σχέση ουρίας/κρεατινίνης). Η κεφοτιξίνη, η χλωροπρομαζίνη, η μαριχουάνα, τα θειαζιδικά διουρητικά και η βανκομυκίνη μπορούν να μειώσουν τα επίπεδα της κρεατινίνης.
  • Μια διατροφή υψηλή σε κρέας μπορεί να προκαλέσει αύξηση των επιπέδων κρεατινίνης.
  • Τα επίπεδα της κρεατινίνης μειώνονται ψευδώς στην περίπτωση υψηλών τιμών χολερυθρίνης, γλυκόζης, ιστιδίνης και κινιδίνης.
  • Η κετοξέωση μπορεί να αυξήσει σημαντικά τα επίπεδα κρεατινίνης του ορού.

Τα επίπεδο της κρεατινίνης ορού θα πρέπει πάντα να ελέγχεται πριν από τη χορήγηση νεφροτοξικών χημειοθεραπευτικών όπως η μεθοτρεξάτη, η σισπλατίνη, η κυκλοφωσφαμίδη, η μιθραμυκίνη και η σεμουστίνη.

Ιδιαίτερη προσοχή και παρακολούθηση της κρεατινίνης συνιστάται κατά την έναρξη και τουλάχιστον κάθε 12 μήνες στους ασθενείς που λαμβάνουν μετφορμίνη για την θεραπεία του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Η μετφορμίνη μπορεί να συσσωρεύεται και δυνητικά να προκαλέσει γαλακτική οξέωση σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια.

Κάθαρση της κρεατινίνης (Creatinine Clearance)

Η κρεατινίνη ως μεταβολικό προϊόν της φωσφορικής κρεατίνης των μυών εκκρίνεται εξ ολοκλήρου από τους νεφρούς και τα αυξημένα επίπεδά της στον ορό του αίματος υποδεικνύουν επιβράδυνση του ρυθμού της σπειραματικής διήθησης των νεφρών. Η ταυτόχρονη μέτρηση της κρεατινίνης στα ούρα και στον ορό του αίματος επιτρέπει την σύγκριση του επιπέδου κρεατινίνης στον ορό με την ποσότητα της κρεατινίνης που εκκρίνεται στα ούρα και αποτελεί πιο ευαίσθητο δείκτη της νεφρικής λειτουργίας από ότι η κρεατινίνη του ορού.

Σαν «κάθαρση» κρεατινίνης νοείται η ποσότητα του αίματος που εκκαθαρίζεται από κρεατινίνη σε 1 λεπτό και η μέτρησή της προσφέρει μία μέθοδο προσδιορισμού του ρυθμού της σπειραματικής διήθησης των νεφρών (GFR). Οποιαδήποτε μείωσή της υποδηλώνει διαταραχή της φυσιολογικής λειτουργίας των νεφρών και η παρακολούθηση του ρυθμού της παρέχει πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με την εξέλιξη της νεφροπάθειας. Η κάθαρση της κρεατινίνης μειώνεται συνήθως με τη γήρανση λόγω της μείωσης του ρυθμού σπειραματικής διήθησης και μια ελάχιστη κάθαρση κρεατινίνης 10 ml/λεπτό είναι αναγκαία για τη διατήρηση της ζωής χωρίς τη χρήση αιμοκάθαρση ή περιτοναϊκή κάθαρση. Η πρωτεϊνουρία όμως και η προχωρημένη νεφρική ανεπάρκεια καθιστούν την κάθαρση της κρεατινίνης ως αναξιόπιστη μέθοδος για τον προσδιορισμό του ρυθμού της σπειραματικής διήθησης των νεφρών (GFR).

Ο ρυθμός κάθαρσης κρεατινίνης υπολογίζεται με τον ακόλουθο τύπο:

Ρυθμός κάθαρσης κρεατινίνης (mL/min) = [Κρεατινίνη ούρων 24ώρου (mg/mL)] x [όγκος ούρων 24ώρου (ml/min)] / [κρεατινίνη ορού (mg/mL)]

Για να καταστεί δυνατή η σύγκριση των αποτελεσμάτων μεταξύ των ανθρώπων διαφορετικού μεγέθους η κάθαρσης της κρεατινίνης, συχνά διορθώνονται για την επιφάνεια σώματος και εκφράζεται σε σύγκριση με τον μέσο όρο μεγέθους της επιφάνειας σώματος ως mL/min/1.73 m2.

Ενώ οι περισσότεροι ενήλικες έχουν επιφάνειας σώματος που πλησιάζει το 1.7 (1.6-1.9) m2, τα εξαιρετικά παχύσαρκα ή αδύνατα άτομα θα πρέπει να διορθωθούν την κάθαρσης της κρεατινίνης τους για την πραγματική τους επιφάνεια σώματος σύμφωνα με τον τύπο:

Διορθωμένη κάθαρση κρεατινίνης = κάθαρση κρεατινίνης (mL/min)x 1,73 / [επιφάνεια σώματος (m2)η οποία μπορεί να υπολογιστεί με βάση το βάρος και το ύψος].

Φυσιολογικές τιμές κάθαρσης κρεατινίνης:

  • Γυναίκες: 85-125 mL /min (0,8-1,2 mL/sec).
  • Άνδρες: 95-135 mL/min (0,9-1,3 mL/sec).
  • Εγκυμοσύνη: Αυξημένες.
  • Ηλικιωμένοι: Μειωμένες.
  • Παιδιά: Μειωμένες.

Η κάθαρση κρεατινίνης για ευκολία μπορεί να εκτιμηθεί βάσει των επιπέδων κρεατινίνης στον ορό με τον ακόλουθο μαθηματικό τύπο (Cockcroft-Gault Equation):

Εκτιμώμενη κάθαρση κρεατινίνης* (mL/min) = [140-ηλικία (έτη)] x [σωματικό βάρος (Kg)] / [72 x κρεατινίνη ορού (mg/dL)]

*Ο τύπος αφορά άντρες εξεταζόμενους. Για τις γυναίκες ισχύει ο ίδιος τύπος αλλά το αποτέλεσμα πολλαπλασιάζεται με 0,85.

Για online υπολογισμό της εκτιμώμενης κάθαρσης κρεατινίνης (Creatinine Clearance Estimate by Cockcroft-Gault Equation) κάντε κλικ εδώ (en).

Η κάθαρση της κρεατινίνης μπορεί να αυξηθεί σε:

  • Άσκηση.
  • Εγκυμοσύνη.
  • Εγκαύματα.
  • Στα πλαίσια υψηλής καρδιακής παροχής.
  • Δηλητηρίαση από μονοξείδιο του άνθρακα.

Η κάθαρση της κρεατινίνης μπορεί να μειωθεί σε:

  • Οξεία σωληναριακή νέκρωση.
  • Νεφρωσικό σύνδρομο.
  • Διάμεση νεφρίτιδα.
  • Αμυλοείδωση.
  • Συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια.
  • Αφυδάτωση.
  • Σπειραματονεφρίτιδα.
  • Απόφραξη των νεφρικών αρτηριών.
  • Πολυκυστική νόσος των νεφρών.
  • Προεκλαμψία.
  • Πυελονεφρίτιδα
  • Νεφρική κακοήθεια.
  • Νεφρική φυματίωση.
  • Shock.
  • Αιμορραγία.
  • Χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια.

Οι αμινογλυκοσίδες, τα αναβολικά στεροειδή, τα ανδρογόνα, η κεφοξιτίνη, η χλωροπρομαζίνη, η σιμετιδίνη, η σισπλατίνη, η μαριχουάνα, τα θειαζιδικά διουρητικά και η βανκομυκίνη είναι μερικά από τα φάρμακα που μπορούν να αυξήσουν το ρυθμό κάθαρσης της κρεατινίνης.

Κρεατινίνη ούρων:

Επειδή η απέκκριση της κρεατινίνης σε ένα συγκεκριμένο άτομο είναι σχετικά σταθερή, η μέτρηση της κρεατινίνης στα ούρα 24ωρου χρησιμοποιείται ως έλεγχος για την πληρότητα της συλλογής ούρων 24 ωρών. Ουσιαστικά δεν προσφέρει καμία βοήθεια στην αξιολόγηση της νεφρικής λειτουργίας, εκτός εάν αυτό γίνεται στο πλαίσιο της μέτρησης της κάθαρση της κρεατινίνης.

Φυσιολογικές τιμές της κρεατινίνης ούρων:

  • Άνδρες: 14-26 mg/kg/24 ώρες ή 124-230 μmol/kg/ημέρα
  • Γυναίκες: 11-20 mg/kg/24 ώρες ή 97-177 μmol/kg/ημέρα

Η κρεατινίνη ούρων μπορεί να αυξηθεί σε:

  • Ακρομεγαλία.
  • Γιγαντισμό.
  • Σακχαρώδη διαβήτη.
  • Υποθυρεοειδισμό.
  • Μια διατροφή υψηλή σε κρέας μπορεί να αυξήσει τη συγκέντρωση της κρεατινίνης των ούρων.

Η κρεατινίνη ούρων μπορεί να μειωθεί σε:

  • Υπερθυρεοειδισμό.
  • Αναιμία.
  • Μυϊκή δυστροφία.
  • Πολυμυοσίτιδα, η νευρογενή ατροφία.
  • Φλεγμονώδη νόσο των μυών.
  • Προχωρημένη νεφρική νόσο, νεφρική στένωση.
  • Λευχαιμία.

Πηγή:

  • Denise D. Wilson - McGraw-Hill’s - Manual of Laboratory and Diagnostic Tests.
  • Fischbach - A Manual of Laboratory and Diagnostic Tests 7th edition.
  • McGraw-Hill’s Manual of Laboratory & Diagnostic Tests

Σχετικά άρθρα