Η ψώρα (Scabies) είναι παρασίτωση του δέρματος που προκαλείται από το άκαρι (εκτοπαράσιτο) της ψώρας (Sarcoptes scabiei var. hominis), προσβάλλει περίπου 300 εκατομμύρια άτομα τον χρόνο και αποτελεί μία από τις συνηθέστερες αιτίες κνησμώδους δερματοπάθειας σε όλο τον κόσμο, αφού η νόσος έχει παγκόσμια εξάπλωση και προσβάλλει ανθρώπους όλων των φυλών και κοινωνικών ομάδων. Τα ωοφόρα θηλυκά ακάρεα, μήκους περίπου 0,3mm, φωλιάζουν επιφανειακά στο δέρμα δημιουργώντας στοές κάτω από την κερατίνη στιβάδα, επί ένα μήνα, γεννώντας 3 ή λιγότερα αβγά την ημέρα. Οι νύμφες που εκκολάπτονται από τα αβγά ωριμάζουν σε δύο εβδομάδες περίπου, και στη συνέχεια αναδύονται στην επιφάνεια του δέρματος ως ενήλικα άτομα, όπου ζευγαρώνουν και ύστερα εισβάλλουν πάλι στο δέρμα του ιδίου ή άλλου ξενιστή.
Η μεταφορά των θηλυκών ακάρεων, που μόλις γονιμοποιήθηκαν, από άτομο σε άτομο, λαμβάνει χώρα εύκολα κατά τη σωματική επαφή με το μολυσμένο άτομο και διευκολύνεται από τον συνωστισμό, την έλλειψη καθαριότητας και τους πολλαπλούς ερωτικούς συντρόφους. Επιδημίες μπορούν να παρουσιαστούν σε γηροκομεία, ψυχιατρικά ιδρύματα και νοσοκομεία. Η μετάδοση με μολυσμένα ρούχα ή σεντόνια δεν είναι συνήθης, επειδή τα ακάρεα δεν μπορούν να ζήσουν περισσότερο από μία ημέρα χωρίς να έλθουν σε επαφή με ξενιστή, ανάλογα με τις συνθήκες του περιβάλλοντος.
Ο έντονος και επίμονος κνησμός (φαγούρα), ιδιαίτερα κατά τις νυχτερινές ώρες και μετά από ζεστό λουτρό, που αποτελεί το κύριο σύμπτωμα της νόσου, αλλά και τα εξανθήματα (συνήθως ερυθηματώδεις βλατίδες) που συνοδεύουν την ψώρα οφείλονται σε αντίδραση ευαισθητοποίησης έναντι των περιττωμάτων που εναποθέτουν τα ακάρεα στη φωλιά τους. Γι' αυτόν τον λόγο, η αρχική προσβολή παραμένει χωρίς συμπτώματα επί 4-6 εβδομάδες, ενώ η αναμόλυνση προκαλεί αντίδραση υπερευαισθησίας χωρίς καθυστέρηση.
Οι στοές που δημιουργούνται, περιβάλλονται από διηθήσεις ηωσινόφιλων, λεμφοκυττάρων και ιστιοκυττάρων και ένα γενικευμένο εξάνθημα υπερευαισθησίας εμφανίζεται αργότερα σε απομακρυσμένες περιοχές. Καταστρέφοντας αυτά τα παθογόνα, η ανοσία και το ξύσιμο περιορίζουν τις περισσότερες προσβολές σε 15 ακάρεα ανά άτομο. Η κατακλυσμιαία προσβολή από χιλιάδες ακάρεα, γνωστή ως εφελκιδοποιημένη (ή Νορβηγική) ψώρα, μπορεί να είναι αποτέλεσμα της χρήσης γλυκοκορτικοειδών, καταστάσεων ανοσοανεπάρκειας και νευρολογικών/ ψυχιατρικών νόσων που επηρεάζουν τον κνησμό και το ξύσιμο.
Οι τυπικές στοές που εμφανίζονται ως σκουρόχρωμες κυματοειδείς γραμμές στην επιδερμίδα, μήκους ως 15 mm είναι δύσκολο να βρεθούν επειδή είναι ολιγάριθμες και μπορεί να καλύπτονται από εκδορές. Οι βλάβες αυτές γενικά αναπτύσσονται στην παλαμιαία επιφάνεια του καρπού, ανάμεσα στα δάχτυλα του χεριού, στους αγκώνες και επάνω στο πέος και κατανέμονται συμμετρικά σε αυτές τις περιοχές και στις δερματικές πτυχές κάτω από τους μαστούς και γύρω από τον ομφαλό, τις μασχάλες, τη μέση, τους γλουτούς, το ανώτερο τμήμα των μηρών και το όσχεο. Πλην των μικρών παιδιών, το πρόσωπο, το τριχωτό της κεφαλής, ο λαιμός, οι παλάμες και τα πέλματα μένουν άθικτα.
Διαγνωστικά, η πιθανότητα της ψώρας πρέπει να εξετάζεται σε ασθενείς με κνησμό και συμμετρικές πολύμορφες δερματικές βλάβες σε χαρακτηριστικές περιοχές, ιδίως εάν υπάρχει ιστορικό οικογενειακής επαφής με ασθενή. Οι στοές θα πρέπει να αναζητούνται και να ανοίγονται με αποστειρωμένη βελόνα ή νυστέρι και τα ξέσματα να εξετάζονται στο μικροσκόπιο για ακάρεα και για τα αβγά και τα περιττώματά τους ώστε να βοηθήσουν στην σωστή διάγνωση. Οι ασθενείς με εφελκιδοποιημένη ψώρα θα πρέπει να αξιολογούνται για πιθανή ανοσοκαταστολή (ειδικά για HIV και HTLV-1 λοίμωξη) εφόσον δεν υπάρχει ιατρογενής αιτία της ανοσοκαταστολής.
Θεραπεία:
Η περίοδος μεταδοτικότητας της νόσου διαρκεί από τη στιγμή της μόλυνσης μέχρι την καταστροφή των ενηλίκων παρασίτων και αυγών, συνήθως 24 ώρες μετά την εφαρμογή της πρώτης θεραπείας. Η θεραπεία γίνεται συνήθως με τοπική επάλειψη παρασιτοκτόνων σκευασμάτων. Η κρέμα με 5% περμεθρίνη είναι λιγότερο τοξική από το άλλοτε χρησιμοποιούμενο ευρέως σκεύασμα με 1% λινδάνιο και είναι αποτελεσματική στις παρασιτώσεις που είναι ανθεκτικές στο λινδάνιο.
Η κρέμα επαλείφεται για μία φορά και επαναλαμβάνεται σε μία εβδομάδα, σε λεπτό στρώμα παντού, πίσω από τα αφτιά και από τον λαιμό και κάτω, μετά από λουτρό, και ξεπλένεται μετά από 8-12 ώρες αργότερα με σαπούνι και νερό. Η επιτυχής θεραπεία της εφελκιδοποιημένης ψώρας απαιτεί πρώτα την επάλειψη κερατολυτικής ουσίας, π.χ. σαλικυλικού οξέος 6% (για να διευκολύνει τη διείσδυση των ψωροκτόνων), και έπειτα επάλειψη των ψωροκτόνων στο τριχωτό της κεφαλής, στο πρόσωπο και στα αφτιά. Οι έγκυες ασθενείς θα πρέπει να αντιμετωπίζονται μόνο εάν έχουν τεκμηριωμένη διαγνωστικά ψώρα.
Η αποτυχία της θεραπείας συνήθως οφείλεται σε λανθασμένη χρήση της θεραπείας και σε ελλειπή μέτρα προστασίας. Στις περιπτώσεις αυτές η επαναληπτική θεραπεία με περμεθρίνη μία φορά την εβδομάδα για 2 εβδομάδες μετά από επανεκπαίδευση όσον αφορά τη τον τρόπο και την έκταση εφαρμογής. Σε ανοσοεπαρκή άτομα, η ιβερμεκτίνη σε δόση 200 mcg/kg είναι αποτελεσματική στο περίπου 75% των περιπτώσεων με μία μόνο δόση και στο 95% των περιπτώσεων με δύο δόσεις σε διάστημα 2 εβδομάδων. Σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς και σε εκείνους με εφελκιδοποιημένη ψώρα, οι πολλαπλές δόσεις ιβερμεκτίνης (κάθε 2 εβδομάδες δύο ή τρεις δόσεις), καθώς και η τοπική θεραπεία με περμεθρίνη κάθε 3 ημέρες μια φορά την εβδομάδα, μπορεί να είναι αποτελεσματικές όταν η τοπική θεραπεία και η θεραπεία από του στόματος αποτυγχάνουν.
Τα αντιισταμινικά, τα σαλικυλικά και η λοσιόν καλαμίνης ανακουφίζουν τον κνησμό στη διάρκεια της θεραπείας, ενώ τα τοπικά γλυκοκορτικοειδή είναι χρήσιμα για τον κνησμό που επιμένει μετά από την επιτυχημένη θεραπεία. Η αντιβίωση από το στόμα μπορεί να κριθεί απαραίτητη για τις βακτηριδιακές επιμολύνσεις που δεν υποχωρούν με την αντιψωρική θεραπεία. Οι υποτροπές της ψώρας μπορεί να προέλθουν από τα παράσιτα του τριχωτού της κεφαλής, όταν η τοπική θεραπεία εφαρμόζεται μόνο από τον λαιμό και κάτω. Για να αποφευχθεί η αναμόλυνση, τα σεντόνια και τα ρούχα πρέπει να πλένονται ή/και να στεγνώνονται σε υψηλή θερμοκρασία ή σε υψηλή θερμοκρασία υπό πίεση και τα άτομα του στενού περιβάλλοντος, ακόμη κι αν δεν εμφανίζουν συμπτώματα, να θεραπεύονται ταυτόχρονα.
Μέτρα ελέγχου και πρόληψης
Διαχείριση κρουσμάτων
- Έλεγχος σε ύποπτα κρούσματα και τυχόν επιβεβαίωση της διάγνωσης για ψώρα.
- Έγκαιρη και ολοκληρωμένη θεραπεία των κρουσμάτων. Η θεραπεία επαναλαμβάνεται συνήθως μετά από μία εβδομάδα και ακολουθεί επανέλεγχος.
- Προφυλακτική θεραπεία, ταυτόχρονα με αυτή των κρουσμάτων, των ατόμων που είχαν στενή επαφή με κρούσμα (π.χ. μέλη οικογένειας, συμμαθητές που μοιράζονται ρούχα, ή έχουν στενή επαφή κατά το παιχνίδι, σεξουαλικοί σύντροφοι κ.λ.π.). Ως στενή επαφή κυρίως ορίζεται η άμεση, παρατεταμένη, δέρμα με δέρμα επαφή, κατά την περίοδο μεταδοτικότητας. Για παράδειγμα μια σύντομη χειραψία ή ένα απλό αγκάλιασμα συνήθως δεν μεταδίδουν τη νόσο. Στην περίπτωση της νορβηγικής ψώρας (βαρύτερη μορφή της νόσου με αυξημένο φορτίο εκτοπαρασίτων και εκτεταμένη παρουσία εφελκίδων-υπερκερατωσικών πλακών), στενή επαφή μπορεί να αποτελεί και η σύντομη επαφή δέρμα με δέρμα ή η έκθεση σε ρούχα, κλινοσκεπάσματα ή ακόμα και σε έπιπλα που χρησιμοποίησε ο ασθενής.
- Αποφυγή επαφής με ασθενή, δέρμα με δέρμα (π.χ. παραμονή του ασθενούς εκτός παιδικού σταθμού, σχολείου ή εργασίας) μέχρι και 1 ημέρα μετά την εφαρμογή του παρασιτοκτόνου σκευάσματος ή μέχρι ο θεράπων ιατρός να ορίσει ότι ο ασθενής δεν είναι πλέον μεταδοτικός.
- Χρήση προστατευτικών μέτρων κατά την στενή επαφή με ασθενείς πριν την αποθεραπεία τους.
- Εγρήγορση για εντόπιση νέων κρουσμάτων.
Περιβαλλοντικά μέτρα
- Καλή καθαριότητα του χώρου με κοινά απορρυπαντικά και εφαρμογή, όπου είναι δυνατόν, ηλεκτρικής σκούπας στους χώρους όπου διέμεινε ο ασθενής. Δεν συστήνεται εφαρμογή παρασιτοκτόνου στις επιφάνειες.
- Πλύσιμο και στέγνωμα των ρούχων και των κλινοσκεπασμάτων που χρησιμοποίησε ο ασθενής μέχρι και 7 ημέρες πριν την έναρξη της θεραπείας του. Επίσης μεταφορά τους με πλαστικό σάκο και απευθείας απόθεση εντός του πλυντηρίου, χρησιμοποιώντας πάντα γάντια μιας χρήσης. Συνιστάται να χρησιμοποιείται ο πιο ζεστός κύκλος πλυσίματος και στεγνώματος του πλυντηρίου (π.χ. σε θερμοκρασία άνω των 50 °C για τουλάχιστον 10 λεπτά, σκοτώνονται ενήλικα παράσιτα και αυγά) ή να πλένονται σε λεκάνη με καυτό σαπουνόνερο. Το στέγνωμα μπορεί να γίνει και με άπλωμα στον ήλιο. Μετά το πλύσιμο και το στέγνωμα θα πρέπει να ακολουθεί σιδέρωμα. Εναλλακτικά, τα αντικείμενα μπορούν να απομονωθούν σε κάποιο χώρο ή να κλειστούν σε αεροστεγή σακούλα για 5-7 ημέρες, επειδή το παράσιτο δεν επιβιώνει για διάστημα >2-3 ημερών εκτός του ανθρώπινου σώματος.
- Έπιπλα ή άλλα αντικείμενα θα πρέπει να καθαρίζονται με ηλεκτρική σκούπα και να καλύπτονται με κάλυμμα (π.χ. πλαστικό) για 5-7 ημέρες, αν θεωρηθεί ότι χρήζουν αποπαρασίτωσης (ιδίως στην περίπτωση ασθενούς με εκτεταμένη παρουσία εφελκίδων – υπερκερατωσικών πλακών). Γενικά δεν συστήνεται κοινό εντομοκτόνο του εμπορίου εγκεκριμένο για οικιακή χρήση, παρά μόνο σε αδυναμία εφαρμογής των προαναφερθέντων μέτρων σε αντικείμενα ή επιφάνειες (στην περίπτωση αυτή, το εντομοκτόνο θα πρέπει να απομακρύνεται κατά το μέγιστο δυνατό, πριν από την εκ νέου χρήση των αντικειμένων).
Ενημέρωση κοινού
- Ενημέρωση των ασθενών ή/και των εχόντων την κηδεμονία τους όπως και των στενών επαφών τους για τη φύση του νοσήματος (παρασίτωση του δέρματος που μπορεί να προσβάλει άτομα ανεξαρτήτως κοινωνικοοικονομικής κατάστασης και προσωπικής υγιεινής), για την ηπιότητα των συμπτωμάτων (κυρίως κνησμός), την υψηλή αποτελεσματικότητα της θεραπείας και για την απαραίτητη εγρήγορση ώστε να εντοπισθούν τυχόν νέα κρούσματα και να θεραπευτούν το συντομότερο δυνατόν.
Πηγή:
- Harrison - 392. Προσβολές από εξωπαράσιτα και δήγματα/τσιμπήματα αρθροπόδων.
- Κέντρο Ελέγχου & Πρόληψης Νοσημάτων - Ψώρα.
- CURRENT Medical Diagnosis and Treatment 2016 - Dermatologic Disorders - Scabies