Μέτρα πρόληψης της λύσσας

Ο ιός της λύσσας μέσω του δήγματος νοσούντος ζώου οδηγεί σε ένα βαρύτατο κλινικό σύνδρομο με χαρακτηριστικές εκδηλώσεις από το Νευρικό Σύστημα στον άνθρωπο ή σε άλλα θηλαστικά.

Στην Ελλάδα τον Οκτώβριο του 2012 εμφανίστηκε το πρώτο περιστατικό λύσσας σε ζώο μετά από 25 χρόνια. Μέχρι το τέλος Μαΐου 2013 εντοπίστηκαν 21 κρούσματα σε ζώα, εκ των οποίων τα 18 αφορούν σε κόκκινη αλεπού. Τα περιστατικά καταγράφηκαν σε Περιφερειακές Ενότητες της Δυτικής και της Κεντρικής Μακεδονίας και της Θεσσαλίας.

Ακόμη και σήμερα, παρά τις προόδους της θεραπευτικής, η λύσσα έχει σχεδόν βέβαια θανατηφόρο έκβαση άπαξ και εκδηλωθούν κλινικά συμπτώματα, ευθύνεται για το θάνατο δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων παγκοσμίως και για τον λόγο αυτό είναι απαραίτητο να λαμβάνονται μέτρα πρόληψης προκειμένου να αποφευχθεί η λοίμωξη ανθρώπων με τον ιό της λύσσας.

 

Εμβολιασμός των ζώων συντροφιάς κατά της λύσσας

Πρωτογενή μέτρα πρόληψης:

Τα πρωτογενή μέτρα πρόληψης λαμβάνονται πριν από την έκθεση προκειμένου να αποφευχθεί η επαφή του ανθρώπινου οργανισμού με τον ιό της λύσσας ή να επιτευχθεί ενεργητική ανοσοποίηση.

Πρωτογενή μέτρα πρόληψης που αφορούν το κοινό:

  • Αποφυγή επαφής με ζώα της άγριας πανίδας ή με ζώα που δείχνουν κατά κοινή αντίληψη άρρωστα ή συμπεριφέρονται με ασυνήθιστο τρόπο. Σε τυχόν εντόπιση τέτοιων ζώων, να ειδοποιείται το οικείο τμήμα Κτηνιατρικής, η Θηροφυλακή ή η Δασική υπηρεσία της περιοχής.
  • Τακτικός εμβολιασμός των ζώων συντροφιάς κατά της λύσσας (σκύλοι, γάτες ή άλλα κατοικίδια ζώα), σύμφωνα με τις οδηγίες του κτηνιάτρου σας. Ο εμβολιασμός κατά της λύσσας στα ζώα συντροφιάς εξάλλου είναι υποχρεωτικός.
  • Προστασία των κατοικίδιων ζώων από επαφή με ζώα της άγριας πανίδας. Περιορισμός των δεσποζόμενων ζώων σε προστατευμένο χώρο (π.χ. αυλή). Χρήση λουριού περιορισμένου μήκους κατά τη διάρκεια της βόλτας. Εάν ένα κατοικίδιο ζώο δαγκωθεί ή δεχτεί επίθεση από ζώο της άγριας πανίδας ή ζώο με υπερβολικά επιθετική συμπεριφορά ή με εμφανή ασθένεια, να αναφερθεί το συμβάν στον κτηνίατρο που παρακολουθεί το ζώο και στο τοπικό Τμήμα Κτηνιατρικής.
  • Κατάλληλη διαχείριση δυνητικών πηγών τροφής (π.χ. σκουπίδια ή ζωοτροφή), έτσι ώστε να μην παραμένουν προσβάσιμα σε ζώα της άγριας πανίδας.
  • Παρακολούθηση των παιδιών επειδή λόγω παρακινδυνευμένης συμπεριφοράς διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο έκθεσης ενώ αν δεν παρατηρηθεί άμεσα επαφή τους με ζώο, μπορεί να μη γίνει αντιληπτή εγκαίρως.

Πρωτογενή μέτρα πρόληψης που αφορούν ομάδες ή άτομα υψηλού κινδύνου:

Ορισμένες ομάδες ή μεμονωμένα άτομα μπορεί να θεωρηθούν υψηλού κινδύνου για μόλυνση από τον ιό λόγω επαγγελματικής ενασχόλησης ή λόγω δραστηριοτήτων που τα φέρνουν σε συνεχή, συχνό ή αυξημένο κίνδυνο έκθεσης στον ιό.

Τα άτομα αυτά συστήνεται να λάβουν προληπτικά εμβόλιο. Η προληπτική χορήγηση εμβολίου δεν μειώνει την ανάγκη για τη λήψη κατάλληλων προστατευτικών μέτρων, ενώ εξακολουθεί να είναι απαραίτητη η χορήγηση συμπληρωματικής προστατευτικής αγωγής σε περίπτωση πιθανής έκθεσης.

Άτομα που χειρίζονται ζώα:

  • Εκτίμηση μακροσκοπικής εικόνας του ζώου και τήρηση αποστάσεων. Οποιοσδήποτε χειρίζεται σκύλους, γάτες ή άλλα θηλαστικά θα πρέπει να εκτιμά την κατάσταση του ζώου πριν το πλησιάσει, κυρίως όσον αφορά πιθανά συμπτώματα λύσσας (π.χ. αλλαγή συμπεριφοράς - νευρολογικά συμπτώματα - παράλυση). Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να κρατά απόσταση ασφαλείας και να ειδοποιεί το Τμήμα Κτηνιατρικής ή άλλους αρμόδιους επαγγελματίες (π.χ. κτηνίατρο, εργάτες συλλογής αδεσπότων, θηροφύλακες κ.ά.).
  • Χρήση μη διαπερατών γαντιών μιας χρήσεως. Κατά αυτόν τον τρόπο περιορίζεται η πιθανή επαφή σιέλου του ζώου με ανοιχτές πληγές του δέρματος.
  • Χρήση προσωπίδας ή συνδυασμού μάσκας και προστατευτικών γυαλιών. Επιτυγχάνεται προστασία επαφής σταγονιδίων σιέλου του ζώου με οφθαλμούς, ρινική και στοματική κοιλότητα. Σημειώνεται ότι τα γυαλιά μυωπίας κλπ δεν προστατεύουν ικανοποιητικά.
  • Πλύσιμο χεριών με σαπούνι μετά το πέρας της επαφής, για την αποφυγή έμμεσης επιμόλυνσης (οφθαλμοί, ρινική και στοματική κοιλότητα) μέσω των χεριών, μετά από επαφή με τη σίελο του ζώου.
  • Σημειώνεται ότι ιδιαίτερος κίνδυνος υπάρχει ιδιαίτερα όταν το ζώο:
    • Προέρχεται από περιοχές υψηλής επικινδυνότητας.
    • Έχει άγνωστο ιστορικό επαφών με άλλα ζώα.
    • Είναι μη επαρκώς ελεγχόμενο.
    • Είναι μη περιορισμένο σε γνωστό και ασφαλές χώρο.
    • Φέρει τραύματα πιθανώς προερχόμενα από συμπλοκή με άγνωστο ή ύποπτο ζώο.

Άτομα που χειρίζονται θηράματα και ασχολούνται με την περισυλλογή νεκρών ζώων:

Ο ιός βρίσκεται στο σάλιο και στο νευρικό ιστό (εγκέφαλος) του μολυσμένου ζώου. Μετά τον θάνατο του ζώου ο ιός καταστρέφεται σχετικά γρήγορα (διάστημα ωρών ή ημερών), είναι ευαίσθητος στις υπεριώδεις ακτίνες του ήλιου, ενώ δεν επιζεί σε αποξηραμένα υλικά. Μπορεί να διατηρηθεί όμως για ικανό διάστημα υπό συνθήκες ψύξης.

Κατά τον χειρισμό θηραμάτων και την περισυλλογή νεκρών ζώων, θα πρέπει να τηρούνται τα εξής μέτρα προστασίας:

  • Χρήση μη διαπερατών γαντιών μιας χρήσεως (αποσκοπούν στον περιορισμό της πιθανότητας επαφής σιέλου του ζώου με ανοιχτές πληγές του δέρματος).
  • Πλύσιμο χεριών με σαπούνι μετά το πέρας της επαφής, για την αποφυγή έμμεσης επιμόλυνσης (οφθαλμοί, ρινική και στοματική κοιλότητα) μέσω των χεριών, μετά από επαφή με τη σίελο του ζώου.
  • Σημειώνεται ότι ο κίνδυνος είναι αυξημένος σε περιοχές υψηλής επικινδυνότητας.

Δευτερογενή μέτρα πρόληψης:

Τα δευτερογενή μέτρα πρόληψης λαμβάνονται μετά από πιθανή έκθεση προκειμένου ο ιός να εξουδετερωθεί και να ανακοπεί η περαιτέρω μόλυνση και είσοδος του ιού στο εσωτερικό των νευρικών κυττάρων με έναρξη της κεντρομόλου πορείας του προς τον εγκέφαλο.

  • Σε περίπτωση επικίνδυνης επαφής με δεσποζόμενο ζώο είναι απαραίτητη η ανταλλαγή στοιχείων επικοινωνίας του εκτεθειμένου με τον ιδιοκτήτη του ζώου (ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, τηλέφωνα). Ο ιδιοκτήτης θα πρέπει να μεριμνήσει προκειμένου το ζώο του να εξετασθεί από κτηνίατρο και να τεθεί υπό κτηνιατρική παρακολούθηση (το συντομότερο δυνατόν εντός 24 ωρών). Ο κτηνίατρος οφείλει να ενημερώσει άμεσα τον παθόντα και τον θεράποντα ιατρό του για την πρώτη εκτίμηση από την εξέταση του ζώου και για την παρακολούθηση του ζώου.
  • Σε περίπτωση επικίνδυνης επαφής με αδέσποτο ζώο, ο εκτεθειμένος αφού λάβει τις πρώτες ιατρικές βοήθειες θα πρέπει να απευθυνθεί στον Δήμο και να αιτηθεί για την κτηνιατρική εξέταση και παρακολούθηση του ζώου. Ο Δήμος στην περιοχή του οποίου έγινε το συμβάν είναι υπεύθυνος για τη διαχείριση του ζώου.
  • Η αναζήτηση ιατρικής βοήθειας θα πρέπει να είναι άμεση και να ακολουθεί τις προηγούμενες ενέργειες. Σε περίπτωση που ο εκτεθειμένος δεν προσέλθει άμεσα σε ιατρό, θα πρέπει Μνα πλύνει καλά με άφθονο νερό και σαπούνι (για 15 λεπτά) ή έστω με νερό όλες τις πληγές, αφού ξεπλύνει να εφαρμόσει τοπικά αλκοολούχο ή ιωδιούχο αντισηπτικό και στη συνέχεια να αναζητήσει ιατρική βοήθεια.
  • Ακριβής περιγραφή του συμβάντος. Από τις πληροφορίες που θα δοθούν στον θεράποντα και σε όσους διαχειρίζονται ένα περιστατικό μπορεί να βοηθήσουν στην αξιολόγηση του κατά πόσο είναι πιθανό ή όχι το ζώο να μετέδιδε λύσσα τη στιγμή που έγινε η έκθεση. Λεπτομέρειες που αφορούν τα χαρακτηριστικά του ζώου θα βοηθήσουν στην εντόπιση του συγκεκριμένου ζώου σε περίπτωση που γίνει απόπειρα εντόπισής του.

Στα δευτερογενή μέτρα πρόληψης, στα πλαίσια παροχής ιατρικής βοήθειας, ανήκει και η χορήγηση προφυλακτικής αγωγής μετά την έκθεση που χορηγείται όταν εκτιμηθεί ότι υπάρχει κίνδυνος έκθεσης στον ιό.

 

Πληροφορίες για την λύσσα - Αφίσα Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (κάντε κλικ εδώ).

 

Πηγή: Ενημερωτικό Δελτίο Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων - Αρ. 27/Μάιος 2013.

Σχετικά άρθρα