Ψυχολογία του πένθους (Α΄ Μέρος - Ενήλικες)

«Μπροστά στον ανθρώπινο πόνο, όλες οι επιστημονικές θεωρίες αποδεικνύονται ανίσχυρες, ενώ, αντίθετα, η συμπαράσταση ενός ανθρώπου, διατεθειμένου να ακούσει και να βοηθήσει τον πενθούντα, μπορεί να απαλύνει την τόσο επώδυνη κατάστασή του».

Bacqué Marie-Frédérique (2007)

Βασικές έννοιες:

  • Πένθος (bereavement) είναι η κατάσταση στην οποία βρίσκεται ένα άτομο που έχει υποστεί την απώλεια -το θάνατο- ενός σημαντικού γι’ αυτό προσώπου. Η λέξη πένθος αναφέρεται στην απώλεια και στην αποστέρηση.
  • Θρήνος (grief) είναι η πρωταρχική συγκινησιακή αντίδραση στην απώλεια ενός αγαπημένου που εκδηλώνεται με ψυχολογικά και σωματικά (ακόμα και βλαβερά για την υγεία) συμπτώματα. Η λέξη θρήνος αναφέρεται στην οδύνη, στον ψυχικό πόνο που βιώνει ο επιζών στη διάρκεια του πένθους.
  • Η αγγλική λέξη mourning θα μπορούσε να μεταφραστεί στα ελληνικά ως κοινωνικό πένθος και αναφέρεται στις κοινωνικές εκδηλώσεις του θρήνου (π.χ. οι τελετές πένθους) που έχουν τις ρίζες τους στα έθιμα της κάθε συγκεκριμένης κοινωνικής ή πολιτισμικής ομάδας.

Φάσεις του πένθους:

Ανάμεσα στα μοντέλα που κατά καιρούς έχουν προταθεί για την ερμηνεία του πένθους, το μοντέλο των Bowlby και Parkes θεωρείται από πολλούς ότι ικανοποιεί το ζητούμενο της σαφήνειας, της απλότητας και της καταλληλότητας στην κατανόηση των πολύπλοκων εμπειριών του πένθους. Σύμφωνα με τη θεωρία του Δεσμού (και αντίστοιχα, ερμηνεία της απώλειας ως δεσμού που έχει πάψει να υπάρχει) οι Bowlby και Parkes ισχυρίστηκαν ότι το πένθος περιλαμβάνει 4 φάσεις:

  1. Κλονισμό και μούδιασμα. Ο κλονισμός και το μούδιασμα είναι οι αρχικές αντιδράσεις στην απώλεια. Είναι σαν να χάνει κάποιος την ισορροπία της ζωής του. Αισθάνεται κανείς αποσβολωμένος, αποσυνδεδεμένος και ανίκανος να αισθανθεί οτιδήποτε. Ο πενθών μοιάζει σαν να περιπλανάται στη ζωή συχνά ανήμπορος να φροντίσει τις βασικές ανάγκες του (π.χ. διατροφή) και τη δυνατότητα να παίρνει αποφάσεις. Είναι μια φυσιολογική άμυνα σε πολύ δυσάρεστα νέα και στον ανεπιθύμητο πόνο. Είναι όμως σχεδόν πάντα μια μεταβατική φάση.
  2. Νοσταλγία και αναζήτηση. Η νοσταλγία και η αναζήτηση συνιστούν μια προσπάθεια επιστροφής στην προηγούμενη κατάσταση, όπου κανείς συνειδητοποιεί το μέγεθος της απώλειας και δεν επιθυμεί να αποδεχθεί την απώλεια και να εγκαταλείψει αυτό που πλέον δεν υπάρχει. Το παρελθόν δεν είναι πλέον διαθέσιμο και η συνειδητοποίηση αυτή σηματοδοτεί την αναγνώριση του βάθους, του βαθμού και της οριστικότητας της απώλειας. Αυτή η περίοδος αναζήτησης και βαθιάς επιθυμίας (σχεδόν λαχτάρας) για επανασύνδεση με τον αγαπημένο που πέθανε είναι ένα στάδιο όπου γίνεται οδυνηρά αισθητή η απουσία του θανόντος.
  3. Αποδιοργάνωση και απελπισία. Η αποδιοργάνωση αποτελεί μια κατανοητή αντίδραση στις αποτυχημένες προσπάθειες να ξαναζωντανέψει το παρελθόν. Τίθενται ζητήματα ταυτότητας (π.χ. αν ο άνδρας μου πέθανε είμαι ακόμα σύζυγος;, αν το παιδί μου πέθανε είμαι ακόμα γονέας;). Αυτές είναι ερωτήσεις που έχουν να κάνουν με την προσωπική ταυτότητα, αλλά και με πρακτικές ερωτήσεις της καθημερινής ζωής (π.χ. ποιος θα ετοιμάσει το βραδινό φαγητό, πώς θα τα βγάλουμε πέρα χωρίς το δικό της εισόδημα;). Τα άτομα που αισθάνονται αποδιοργανωμένα δυσκολεύονται να διεκπεραιώσουν ακόμα και μικρά προγράμματα. Συχνά είναι πραγματικός άθλος το να βγάλουν πέρα μια ώρα, πόσο μάλλον μια μέρα. Πολλά από όσα θεωρούσαν δεδομένα τώρα έχουν ανατραπεί ο θάνατος παρενέβη στη ζωή και η αίσθηση είναι σαν να ζουν τη ζωή κάποιου άλλου όπου τα πάντα είναι χαοτικά και μπερδεμένα.
  4. Αναδιοργάνωση. Η αναδιοργάνωση αρχίζει όταν το άτομο μαζεύει τα κομμάτια της ζωής του και επιχειρεί να διαμορφώσει μια νέα συνθήκη. Η ζωή μετά από μια απώλεια δεν είναι ποτέ η ίδια. Μπορεί να συγκροτηθεί ξανά αλλά κάποιες διαφορές είναι οριστικές. Οι περισσότεροι άνθρωποι καταφέρνουν να αναδιοργανώσουν κατά κάποιο τρόπο τη ζωή τους και να αποδεχτούν την πραγματικότητα.

Παρά το πλεονέκτημα της απλότητας όμως το μοντέλο των φάσεων έχει και κάποια μειονεκτήματα. Το κυριότερο είναι ότι οι φάσεις είναι αποτέλεσμα γενικεύσεων που έγιναν από συγκεκριμένους πληθυσμούς χωρίς αυστηρά μεθοδολογικά κριτήρια με αποτέλεσμα να είναι πιθανό να μην ισχύουν σε άλλους πληθυσμούς. Το δεύτερο μειονέκτημα είναι ότι κατανέμει στα άτομα που πενθούν έναν ρόλο παθητικό σαν η διεργασία του πένθους να είναι απλώς η αντοχή που πρέπει να επιδείξει ο πενθών. Τα μοντέλα πένθους, όπως συμβαίνει με όλες οι θεωρητικές προτάσεις, εκπορεύονται από διαφορετικά ενδιαφέροντα και διαφορετικούς στόχους, γι’ αυτό και θα έπρεπε το καθένα να αξιολογείται με διαφορετικό τρόπο.

«Όλες οι αλλαγές εμπεριέχουν την απώλεια, όπως και όλες οι απώλειες απαιτούν την αλλαγή».

Neimeyer Robert (2006)

Προσαρμογή στην απώλεια: Δέκα πρακτικά βήματα

  1. Πάρτε στα σοβαρά τις μικρές απώλειες. Αναλογιζόμενοι τον τρόπο αντίδρασης στις μικρές απώλειες κάνουμε «πρόβα» για το πως θα αντιμετωπίσουμε τις μεγάλες απώλειες της ζωής.
  2. Βρείτε χρόνο για να μείνετε μόνοι και να έρθετε σ’ επαφή με τα συναισθήματά σας.
  3. Βρείτε υγιείς τρόπους για να μειώσετε το στρες. Κάθε αλλαγή φέρνει στρες, μειώστε το με κάποιο τρόπο π.χ. με σωματική άσκηση ή μεθόδους χαλάρωσης.
  4. Αναζητήστε το νόημα της απώλειας. Κατασκευάστε μια ιστορία με συνοχή για την εμπειρία σας αυτή και έτσι αυτή θα γίνει πιο κατανοητή.
  5. Μιλήστε σε κάποιον. Μιλήστε σε ανθρώπους που ακούν και δεν επιβάλλουν το δικό τους τρόπο σκέψης, π.χ. συγγενείς, φίλοι, ιερέας, ψυχοθεραπευτής.
  6. Παραιτηθείτε από την ανάγκη να ελέγχετε τους άλλους. Κάθε άνθρωπος που επηρεάζεται από την απώλεια θα τη θρηνήσει με το δικό του τρόπο και στο δικό του χρόνο.
  7. Βρείτε μια τελετουργία για την απώλεια που να έχει νόημα για σας.
  8. Επιτρέψτε στον εαυτό σας να αλλάξει. Κάθε απώλεια (ανθρώπων ή ρόλων) μας αλλάζει. Αγωνιστείτε να αλλάξετε και αναγνωρίστε τους τρόπους με τους οποίους η απώλεια σας άλλαξε.
  9. Δρέψτε τους καρπούς από την κληρονομιά που σας αφήνει η απώλεια. Επανεξετάστε τις προτεραιότητες της ζωής σας.
  10. Εστιάστε στις πνευματικές σας πεποιθήσεις π.χ. φιλοσοφικές, θρησκευτικές.

Πότε πρέπει να ζητήσετε βοήθεια;

Παρόλο που δεν υπάρχει τίποτε το «παθολογικό» στον πόνο, στη μοναξιά και στην αποδιοργάνωση που συνοδεύουν το πένθος, η παρατεταμένη παρουσία κάποιων καταστάσεων είναι λόγος ανησυχίας και θα πρέπει να εξεταστεί από κάποιον πέρα από αυτούς που άτυπα σας στηρίζουν στη ζωή σας. Θα πρέπει να σκεφτείτε σοβαρά το ενδεχόμενο να μιλήσετε στον ειδικό ψυχικής υγείας για τα συμπτώματα του θρήνου σας αν βιώνετε κάποια από τα παρακάτω:

  • Σημαντικό βαθμό ενοχής για πράγματα πέραν των ενεργειών που κάνατε ή δεν κάνατε κατά τη χρονική περίοδο του θανάτου του αγαπημένου προσώπου.
  • Σκέψεις αυτοκτονίας που προχωρούν πέρα από το να σκέφτεται κανείς παθητικά «καλύτερα να πέθαινα» ή «να μπορούσα να ξαναείμαι μαζί με τον αγαπημένο μου».
  • Ακραία απελπισία που εκδηλώνεται με μια αίσθηση ότι όσο κι αν προσπαθείτε, δεν θα μπορέσετε ποτέ να αποκτήσετε ξανά μια ζωή που αξίζει.
  • Παρατεταμένη υπερδιέγερση ή κατάθλιψη μ’ ένα αίσθημα ότι είστε σε υπερένταση ή πολύ «πεσμένοι», το οποίο επιμένει για μήνες.
  • Σωματικά συμπτώματα, όπως οξύς πόνος στο στήθος ή σημαντική απώλεια βάρους, η οποία θα μπορούσε να απειλήσει τη σωματική σας υγεία.
  • Ανεξέλεγκτος θυμός που αποξενώνει φίλους και αγαπημένους ή που σας κάνει να σχεδιάζετε τρόπους για να εκδικηθείτε για την απώλεια.
  • Επίμονη διαταραχή της λειτουργικότητας στην ικανότητά σας να παραμείνετε σε μια δουλειά ή να φέρετε σε πέρας απλούς στόχους αναγκαίους για την καθημερινή ζωή.
  • Κατάχρηση ουσιών με φάρμακα ή αλκοόλ για να διώξετε τον πόνο της απώλειας.

Πολύ συχνά συμβαίνει κάποιος που γνωρίζουμε καλά (φίλος, συγγενής) να θρηνεί μια σημαντική απώλεια (ανθρώπων, ρόλων, σχέσεων), και παρόλα αυτά, διστάζουμε να τον πλησιάσουμε για να τον στηρίξουμε και να τον καταλάβουμε σ’ αυτές τις δύσκολες στιγμές, γιατί πολύ απλά «δεν ξέρουμε τι να πούμε». Επομένως, προκύπτει το ερώτημα πως μπορούμε να συμπαρασταθούμε σε κάποιον που προσπαθεί να αντιμετωπίσει τις σκληρές προκλήσεις μιας απώλειας; Σύμφωνα με τον Robert Neimeyer (2006), μόνο μια «σωστή» απάντηση υπάρχει και αυτή είναι να συμπαρασταθούμε με τρόπο προσωπικό και γνήσιο, με γνώμονα το ενδιαφέρον μας γι’ αυτόν και την επιθυμία μας να τον ακούσουμε και να μοιραστούμε τον πόνο του.

Τα ΝΑΙ και τα ΟΧΙ στην υποστήριξη ατόμων που θρηνούν
ΟΧΙ ΝΑΙ
  • Μην πιέζετε το άτομο που θρηνεί να παίξει κάποιο συγκεκριμένο ρόλο λέγοντας «Τα πας μια χαρά». Επιτρέψτε του να έχει συναισθήματα που το δυσκολεύουν, χωρίς να αισθάνεται ότι σας απογοητεύει.
  • Μη λέτε στο άτομο που θρηνεί τι «πρέπει» ή «δεν πρέπει» να κάνει. Στην καλύτερη περίπτωση, αυτό ενισχύει την αίσθηση της αδυναμίας που αισθάνεται και στη χειρότερη, η συμβουλή σας μπορεί να είναι εντελώς άστοχη.
  • Μη λέτε «Πάρε με άμα χρειαστείς κάτι». Οι αόριστες προτάσεις δεν μπορεί παρά να απορριφθούν και το άτομο που θρηνεί θα συμπεράνει ότι κατά βάθος ελπίζετε ότι δεν θα επικοινωνήσει μαζί σας.
  • Μη λέτε ότι «ο χρόνος τα γιατρεύει όλα». Τα τραύματα της απώλειας δεν επουλώνονται ποτέ εντελώς και το έργο του θρήνου είναι πιο ενεργό από ό, τι υπονοεί αυτή η έκφραση.
  • Μην αναθέτετε την παροχή βοήθειας σε άλλους Η δική σας παρουσία και το δικό σας ενδιαφέρον σημαίνουν πολλά.
  • Μη λέτε «ξέρω πώς νιώθεις». Η εμπειρία θρήνου κάθε ατόμου είναι μοναδική, γι' αυτό το λόγο καλέστε τον άλλο να μοιραστεί μαζί σας τα συναισθήματά του αντί να θεωρείτε ότι ξέρετε ποια είναι τα θέματα που τον απασχολούν.
  • Μη χρησιμοποιείτε τετριμμένες εκφράσεις παρηγοριάς, όπως «υπάρχουν κι αλλού πορτοκαλιές» ή «άγνωστες οι βουλές του Κυρίου». Το μόνο που κάνουν είναι να αποδείξουν στο άτομο που θρηνεί ότι δεν νοιάζεστε αρκετά για να προσπαθήσετε να καταλάβετε.
  • Μην πιέζετε το άτομο που θρηνεί να βιαστεί, λέγοντάς του ότι πρέπει γρήγορα να βρει κάτι να ασχοληθεί, ή να δώσει τα πράγματα του θανόντα κ.λπ. Ο θρήνος χρειάζεται χρόνο και υπομονή και δεν γίνεται βάσει προγράμματος.
  • Ανοίξτε την πόρτα της επικοινωνίας.Αν δεν ξέρετε τι να πείτε, ρωτήστε «Πώς αισθάνεσαι σήμερα;» ή «Σε σκεφτόμουν. Πώς είναι τα πράγματα;».
  • Κατά 80% να ακούτε και κατά 20% να μιλάτε. Πολύ λίγοι άνθρωποι αφιερώνουν χρόνο για να ακούσουν τους βαθύτερους προβληματισμούς του άλλου. Γίνετε ένας από αυτούς τους λίγους. Είναι πιθανό κι εσείς και ο άλλος να διδαχθείτε πολλά μέσα από αυτό.
  • Δώστε συγκεκριμένη βοήθεια και πάρτε εσείς την πρωτοβουλία να τηλεφωνήσετε στο άτομο που θρηνεί. Αν ταυτόχρονα δείξετε σεβασμό απέναντι στην ιδιωτική του ζωή, ο άλλος θα εκτιμήσει τη χειροπιαστή σας βοήθεια σε καθημερινές του ανάγκες.
  • Περιμένετε ότι στο μέλλον θα υπάρξουν δύσκολες περίοδοι, κατά τις οποίες το άτομο θα κληθεί να αντιμετωπίσει οδυνηρά συναισθήματα και να πάρει αποφάσεις ακόμα και μήνες μετά την απώλεια.
  • Να είστε στο πλευρό του ατόμου που θρηνεί. Υπάρχουν ελάχιστοι κανόνες στην προσφορά υποστήριξης πέρα από το να είστε ανοιχτοί και να νοιάζεστε.
  • Μιλήστε για τις δικές σας απώλειες και για το πώς προσαρμοστήκατε σε αυτές. Αν και οι μηχανισμοί αντιμετώπισης που χρησιμοποιεί το άτομο που θρηνεί μπορεί να διαφέρουν από τους δικούς σας, η αποκάλυψη προσωπικών πτυχών θα βοηθήσει.
  • Χρησιμοποιήστε τη σωστή σωματική επαφή - βάζοντας το χέρι στους ώμους του άλλου ή με μια αγκαλιά - όταν τα λόγια είναι πολύ φτωχά. Μάθετε να νιώθετε άνετα με τις στιγμές σιωπής αντί να φλυαρείτε άσκοπα προσπαθώντας να «φτιάξετε το κέφι του άλλου».
  • Να είστε υπομονετικοί με την ιστορία του ατόμου που θρηνεί και να του επιτρέπετε να μοιραστεί τις αναμνήσεις του από το άτομο που πέθανε. Αυτό καλλιεργεί την υγιή συνέχεια, καθώς το άτομο προσανατολίζεται σ' ένα διαφορετικό μέλλον.

 

«Πόσο σημαντικό είναι, αλήθεια, να φυλάμε στη μνήμη μας τις ωραίες στιγμές, γιατί αυτές θα μας βοηθήσουν να ξεπεράσουμε τις πιο κακές αναμνήσεις. Και πόσο ανεκτίμητο είναι να ζούμε το παρόν, όταν είναι παρόν και όχι όταν έχει γίνει ανάμνηση … Η αξία των ανθρωπίνων σχέσεων δεν έχει να κάνει με τη διάρκειά τους αλλά με το βάθος στο οποίο μπορούν να φτάσουν».

Dame Cicely Saunders

Το Πένθος στη Ζωή μας (1998)

*** Ο Robert Neimeyer είναι καθηγητής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μέμφις και εργάζεται και ιδιωτικά ως ψυχολόγος. Από το 1982 μέχρι σήμερα διεξάγει εκτεταμένες έρευνες γύρω από τη στάση του ανθρώπου μπροστά στο θάνατο. Έχει ασχοληθεί με το άγχος του θανάτου και ιδιαίτερα με τις αυτοκτονίες και την πρόληψή τους. Έχει ασχοληθεί ακόμα και με τις αντιδράσεις των επαγγελματιών που εργάζονται στο χώρο της θανατολογίας. Έχει γράψει και επιμεληθεί 17 βιβλία, είναι συντάκτης του περιοδικού Death Studies.

Βιβλιογραφία:

  • Bacqué, M. - Fr. (2007). Πένθος και Υγεία (3η εκδ.). Αθήνα: Θυμάρι.
  • De Hennezel, M. (2007). Ο μύχιος θάνατος: Οι ετοιμοθάνατοι μας μαθαίνουν τη ζωή. Αθήνα: Κοάν.
  • Neimeyer, A. R. (2006). Ν’ αγαπάς και να χάνεις: Αντιμετωπίζοντας την απώλεια. Αθήνα: Κριτική.
  • Νίλσεν, Μ., & Παπαδάτου, Δ. (1998). Το πένθος στη ζωή μας. Αθήνα: Μέριμνα.
  • Παπαληγούρα Ζαΐρα. Η Ψυχολογία του Θανάτου και του Πένθους, Corpus 2007, Α.Π.Θ. Θεσσαλονίκη: Ξηρογραφία.

Χρήσιμοι Σύνδεσμοι:

  • www.merimna.org.gr (Εταιρεία για τη Φροντίδα Παιδιών και Οικογενειών στην Αρρώστια και το Θάνατο).

Σχετικά άρθρα