Η ελονοσία (malaria) ανήκει στην ομάδα των λοιμωδών παρασιτικών νοσημάτων, προκαλείται από το πλασμώδιο της ελονοσίας και μεταδίδεται κυρίως μέσω του νύγματος (τσιμπήματος) μολυσμένου ανωφελούς κουνουπιού. Το όνομα ελονοσία προκύπτει από τη σύνθεση των λέξεων «έλος» και «νόσος» και η ξένη λέξη malaria από τη σύνθεση των λέξεων «mala» και «aria» (κακός αέρας) που αποδίδονται στην παλαιότερη λανθασμένη αντίληψη πως ένα σύννεφο μολυσματικών υδρατμών πάνω από τα έλη και τους βάλτους που αποτελούν το περιβάλλον αναπαραγωγής των ανωφελών κουνουπιών, ευθυνόταν για τη νόσηση στον άνθρωπο.
Η ενδημεί σήμερα σε περισσότερες από 100 χώρες, κυρίως της υποσαχάριας Αφρικής και της Νοτιοανατολικής Ασίας, αλλά και στην Κεντρική και Νότια Αμερική, την Ανατολική Ευρώπη και το Νότιο Ειρηνικό. Η ελονοσία αν και ήταν ενδημική και σε αρκετές χώρες της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής έως τα μισά του 20ού αιώνα, εξαλείφθηκε από αυτές, κατόπιν εντατικών προγραμμάτων ελέγχου. Στην Ελλάδα η νόσος εκριζώθηκε το 1974, μετά από εντατικό και επίπονο πρόγραμμα καταπολέμησης (1946–1960). Έκτοτε, καταγράφονται στην Ελλάδα ετησίως περίπου 30-50 περιστατικά που σχετίζονται (στη μεγάλη τους πλειονότητα) με ταξίδι ή παραμονή σε ενδημική για την ελονοσία χώρα. Το καλοκαίρι του 2011 όμως, εμφανίστηκε συρροή περιστατικών ελονοσίας με ενδείξεις «εγχώριας μετάδοσης» οφειλόμενα στο πλασμώδιο vivax, σε κατοίκους του Δήμου Ευρώτα Λακωνίας, ενώ σποραδικά περιστατικά χωρίς αναφερόμενο ιστορικό ταξιδιού σε ενδημικές χώρες εμφανίστηκαν σε άλλες τέσσερις γεωγραφικές περιοχές (Χαλκίδα Εύβοιας, Αγιά Λάρισας, Καλύβια και Μαραθώνας Ανατολικής Αττικής, Ορχομενός Βοιωτίας) υποδεικνύοντας ότι ο κίνδυνος επανεγκατάστασης της νόσου είναι υπαρκτός.
Το 2010 συνέβησαν περίπου 219 εκατομμύρια κρούσματα ελονοσίας παγκοσμίως και 660.000 θάνατοι, οι περισσότεροι των οποίων αφορούσαν παιδιά ηλικίας <5 ετών στην Αφρική, όπου κάθε λεπτό ένα παιδί πεθαίνει από ελονοσία. Περίπου 3.3 δισεκατομμύρια άνθρωποι -ο μισός πληθυσμός της γης- υπολογίσθηκε ότι βρισκόταν σε κίνδυνο να νοσήσει από ελονοσία το 2011, με τον πληθυσμό της υποσαχάριας Αφρικής να εμφανίζει το μεγαλύτερο κίνδυνο αφού περίπου το 80% των κρουσμάτων και το 90% των θανάτων εκτιμάται ότι συμβαίνει στην Αφρικανική περιοχή του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Η ελονοσία σήμερα αποτελεί ένα θεραπεύσιμο νόσημα εφόσον διαγνωστεί εγκαίρως αλλά παρ’ όλα αυτά μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές ή ακόμη και το θάνατο και συσχετίζεται ισχυρά με τη φτώχια αφού οι άνθρωποι που ζουν σε φτωχές χώρες, απομονωμένες περιοχές με περιορισμένη πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας είναι πιο ευπαθείς.
Λοιμογόνος παράγοντας:
Η ελονοσία είναι εμπύρετη παρασιτική νόσος προκαλούμενη από πρωτόζωα του γένους «πλασμώδιο» (Plasmodium) και συγκεκριμένα από ένα από τα παρακάτω τέσσερα είδη: Plasmodium vivax, Plasmodium malariae, Plasmodium falciparum και Plasmodium ovale. Το είδος του Plasmodium knowlesi το οποίο εθεωρείτο ότι προσέβαλε αποκλειστικά πιθήκους του γένους macaque, αναγνωρίστηκε το 2008 από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ως το πέμπτο υπεύθυνο πλασμώδιο που προκαλεί ελονοσία σε ανθρώπους στην Νότιο - Ανατολική Ασία. Από τα ανωτέρω είδη, τα πιο κοινά είναι το Plasmodium falciparum και το Plasmodium vivax.
Τρόποι μετάδοσης:
Ο κύριος τρόπος μετάδοσης της νόσου είναι με το νύγμα (τσίμπημα) μολυσμένου θηλυκού κουνουπιού (ενδιάμεσος ξενιστής) του γένους των ανωφελών (Anopheles), το οποίο πρωτύτερα είχε τσιμπήσει ένα συμτωματικό ή ασυμτωματικό άτομο (κύριος ξενιστής) με παρασιταιμία.
Λιγότερο συχνοί τρόποι μετάδοσης είναι: με μετάγγιση μολυσμένου αίματος, μεταμόσχευση οργάνων, μολυσμένες βελόνες (χρήση κοινής σύριγγας ή βελόνας) από τη μητέρα στο έμβρυο κατά τη διάρκεια της κύησης (συνήθως σε λοιμώξεις από Plasmodium vivax και Plasmodium falciparum).
Οι άνθρωποι είναι δυνατό να μολύνουν τα κουνούπια για όσο διάστημα κυκλοφορούν στο αίμα τους ώριμα γαμετοκύτταρα. Αυτή η περίοδος διαρκεί αρκετές εβδομάδες στις ενδημικές περιοχές. Ασθενείς που δεν έχουν λάβει θεραπεία ή έχουν θεραπευτεί ανεπαρκώς (π.χ. δεν έχουν συμπληρώσει όλο το θεραπευτικό σχήμα, δεν έχουν λάβει πριμακίνη σε ελονοσία από πλασμώδιο vivax ή πλασμώδιο ovale κλπ) μπορεί να αποτελέσουν πηγή μόλυνσης των κουνουπιών για διάστημα έως και 5 έτη μετά από λοίμωξη από πλασμώδιο vivax, για αρκετά έτη μετά από λοίμωξη από πλασμώδιο malariae και συνήθως για διάστημα <1 έτους μετά από λοίμωξη από πλασμώδιο falciparum. Το κουνούπι παραμένει μολυσμένο για όλη τη διάρκεια της ζωής του (η διάρκεια ζωής του κουνουπιού είναι περίπου 20-40 ημέρες, ωστόσο κάποια ενήλικα κουνούπια διαχειμάζουν).
Κύκλος ζωής του πλασμωδίου:
Το πλασμώδιο της ελονοσίας προσβάλλει δύο είδη ξενιστών: τον άνθρωπο (ενδιάμεσος ξενιστής) και το θηλυκό κουνούπι του γένους Anopheles (κύριος ξενιστής). Ο κύκλος ζωής (εικόνα) είναι σχεδόν ίδιος και για τα πέντε πλασμώδια που προσβάλουν τον άνθρωπο και ακολουθεί τρία στάδια:
- Μόλυνση του ανθρώπου με σποροζωίτες.
- Ασεξουαλική αναπαραγωγή.
- Σεξουαλικός τρόπος αναπαραγωγής.
Τα δύο πρώτα λαμβάνουν χώρα αποκλειστικά εντός του ανθρωπίνου οργανισμού ενώ το τρίτο ξεκινά στον άνθρωπο και ολοκληρώνεται εντός του οργανισμού του κουνουπιού.
Το θηλυκό ανωφελές κουνούπι τρέφεται συνήθως με νέκταρ φρούτων, όμως στη φάση της κυοφορίας επιζητά να τραφεί με ανθρώπινο αίμα για να χρησιμοποιήσει τα θρεπτικά συστατικά αυτού στην ανάπτυξη των ωών. Έτσι, ένα μολυσμένο θηλυκό κουνούπι, τσιμπώντας το άτομο, εγχύει απευθείας στην κυκλοφορία του αίματος ποσότητα του μολυσμένου με σποροζωίτες σιέλου (μολυσματική μορφή του πλασμωδίου) που λειτουργεί ως τοπικό αντιπηκτικό για το ανθρώπινο αίμα το οποίο και επιθυμεί να αναρροφήσει. Αυτό, ουσιαστικά είναι το προαναφερθέν πρώτο στάδιο (στάδιο μόλυνσης με σποροζωίτες) στον κύκλο ζωής του πλασμωδίου.
Στη συνέχεια, και μάλιστα εντός 30- 60 λεπτών, οι σποροζωίτες, μέσω της αιματικής κυκλοφορίας, φθάνουν στο ήπαρ και εισέρχονται στα ηπατοκύτταρα. Εκεί, εντός 6-7 ημερών, αναπτύσσονται και πολλαπλασιάζονται ταχέως (κάθε σποροζωίτης εγείρει την παραγωγή 30.000 μεροζωιτών) σχηματίζοντας τους λεγόμενους σχιστοζωίτες από τους οποίους προκύπτουν οι μεροζωίτες που απελευθερώνονται στη συνέχεια στην αιματική κυκλοφορία κι έτσι ολοκληρώνεται η εξω-ερυθροκυτταρική ή πιο σωστά προ-ερυθροκυτταρική φάση στη ζωή του πλασμωδίου (ιδιαίτερα για τα πλασμώδια Plasmodium vivax και Plasmodium ovale, υπάρχει το ενδεχόμενο, οι σποροζωίτες μετά την είσοδό τους στο ήπαρ, αντί να αρχίσουν τις αλλεπάλληλες διαιρέσεις, να μεταπέσουν σε μια φάση ύπνωσης σχηματίζοντας τους λεγόμενους υπνοζωίτες οι οποίοι μπορεί, όταν ενεργοποιηθούν μετά από εβδομάδες ή και μήνες, να επιφέρουν ετεροχρονισμένη εκδήλωση της νόσου και υποτροπές).
Οι μεροζωίτες που είναι πλέον ελεύθεροι στην κυκλοφορία του ατόμου, εισβάλλουν στα ερυθρά αιμοσφαίρια (έναρξη ερυθροκυτταρικής φάσης) αρχικά λαμβάνουν μια δακτυλιοειδή μορφή (ring stage) και στη συνέχεια παίρνουν τη μορφή των λεγόμενων τροφοζωιτών.
Αυτοί, μην μπορώντας να διασπάσουν την αίμη, τη μετατρέπουν με τη βοήθεια ενζύμου σε αιμοζωίνη, η σφαιρίνη πέπτεται από το παράσιτο το οποίο χρησιμοποιεί τα αμινοξέα της προκειμένου για τον πολλαπλασιασμό του αφού το επόμενο βήμα είναι συνεχείς διαιρέσεις του πυρήνα του τροφοζωίτη. Οι τελευταίες οδηγούν στη δημιουργία του τελευταίου κυτταρικού σταδίου στο αίμα - αρχικά ανώριμου (immature schizont) και έπειτα ώριμου (mature schizont) σχιστοζωίτη - από το οποίο θα προκύψουν οι νέοι μεροζωίτες που όταν ωριμάσουν και με τη ρήξη του ερυθροκυττάρου, θα εισβάλουν σε άλλα ερυθροκύτταρα προκειμένου να ακολουθηθεί εκ νέου η ίδια διαδικασία (έτσι προκύπτει η παρασιταιμία).
Ο πολλαπλασιασμός του πλασμωδίου εντός του ήπατος και των ερυθρών αιμοσφαιρίων αποτελούν το δεύτερο στάδιο, δηλαδή το στάδιο της ασεξουαλικής αναπαραγωγής.
Ένα δεύτερο σενάριο στην εξέλιξη εντός των ερυθροκυττάρων είναι, αντί για ώριμους μεροζωίτες, να προκύψουν ανδρικά και θηλυκά γαμετοκύτταρα με άγνωστο μέχρι στιγμής μηχανισμό πυροδότησης αυτής της διαδικασίας. Όταν το κουνούπι τσιμπήσει ένα μολυσμένο άτομο που στο αίμα του κυκλοφορούν γαμετοκύτταρα, τα αναρροφά κι έτσι καταλήγουν στο στομάχι του όπου μετατρέπονται σε γαμέτες (θηλυκοί μακρογαμέτες και αρσενικοί μικρογαμέτες).
Η επαφή αυτών των δύο μορφών οδηγεί στο σχηματισμό του ζυγωτού (σεξουαλικός τρόπος αναπαραγωγής) και η συγχώνευση των πυρήνων εντός του ζυγωτού έχει σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία μια ιδιαίτερης μορφής (ookinete, ωοκινέτη) η οποία διεισδύει στα κύτταρα του εντέρου του κουνουπιού όπου εξελίσσεται σε ωοκύστη. Στη συνέχεια, οι πολλαπλές διαιρέσεις του πυρήνα της ωοκύστης οδηγούν στο σχηματισμό δεκάδων χιλιάδων σποροζωιτών που με τη ρήξη της ωοκύστης απελευθερώνονται και μεταναστεύουν στους σιελογόνους αδένες του κουνουπιού όπου και παραμένουν μέχρι το επόμενο τσίμπημα οπότε και θα εισέλθουν στην κυκλοφορία του αίματος του επόμενου «θύματος» σηματοδοτώντας την έναρξη ενός καινούριου κύκλου ζωής στον άνθρωπο. Η χρονική διάρκεια των σταδίων που περιγράφτηκαν είναι διαφορετική για το κάθε πλασμώδιο και φαίνεται στον πίνακα που ακολουθεί.
Χρονική διάρκεια φάσεων κύκλου ζωής πλασμωδίου | ||||
Είδος πλασμωδίου | ||||
Plasmodium vivax | Plasmodium ovale | Plasmodium malariae | Plasmodium falciparum | |
Προερυθροκυτταρικό στάδιο (ημέρες) | 6 - 8 | 9 | 14 - 16 | 5 - 7 |
Ερυθροκυτταρικός κύκλος (ώρες) | 48 | 50 | 72 | 48 |
Χρόνος επώασης* (ημέρες) | 12 - 17 ή και μέχρι 6-12 μήνες | 16 - 18 ή και περισσότερο | 18 - 40 ή και περισσότερο | 9 - 14 |
Διάρκεια σταδίου δημιουργίας σποροζωιτών στο κουνούπι (ημέρες) | 8 - 10 | 12 - 14 | 14 - 16 | 9 - 10 |
Υποτροπές | Ναι | Ναι | Όχι | Όχι |
Το ανωφελές κουνούπι μπορεί να μολυνθεί εφόσον τραφεί στη διάρκεια της περιόδου κυκλοφορίας των γαμετοκυττάρων εντός της ανθρώπινης αιματικής κυκλοφορίας. Η διάρκεια της περιόδου αυτής ποικίλει αρκετά από εβδομάδες μέχρι μήνες και εξαρτάται από την ενδημικότητα της νόσου στην περιοχή, το είδος του παρασίτου και την πιθανότητα το άτομο να έχει λάβει ήδη ανθελονοσιακή θεραπεία.
Πηγή: Διαδικτυακή πύλη MalWest
*Στη μόλυνση από μετάγγιση αίματος η περίοδος επώασης εξαρτάται από τον αριθμό των παρασίτων που εγχέονται και είναι συνήθως μικρή, αλλά μπορεί να διαρκέσει έως και 2 μήνες. Στην περίπτωση αυτής της οδού μόλυνσης, επειδή δεν εμπλέκεται ηπατικό στάδιο του παρασίτου, δεν μπορούν να συμβούν υποτροπές στη λοίμωξη από πλασμώδιο vivax ή πλασμώδιο ovale.
Περιπτώσεις παρατεταμένης περιόδου επώασης και καθυστερημένης εμφάνισης της συμπτωματολογίας της νόσου μπορούν επίσης να παρατηρηθούν σε:
- Άτομα τα οποία έλαβαν ανεπαρκή χημειοπροφύλαξη με ανθελονοσιακά φάρμακα.
- Άτομα με μερική ανοσία λόγω χρόνιας έκθεσης στο πλασμώδιο, όπως συνήθως συμβαίνει στα άτομα τα οποία προέρχονται από ενδημικές για την ελονοσία χώρες.
Κλινική εικόνα:
Η ελονοσία είναι μια εμπύρετη νόσος με ένα αρκετά μεγάλο φάσμα κλινικών εκδηλώσεων που κυμαίνεται από μια εικόνα ομοιάζουσα με συνήθη γριπώδη συνδρομή με κίνδυνο να διαφύγει της διάγνωσης μέχρι την εικόνα της επιπλεγμένης ελονοσίας που εμφανίζεται με κώμα, σπασμούς, πολυοργανική ανεπάρκεια.
Οι περισσότερες εκ των εκδηλώσεων οφείλονται κατά ένα μεγάλο ποσοστό στην ανοσολογική απάντηση του ανθρώπινου οργανισμού (υπερπαραγωγή ιντερλευκινών, παράγοντα νέκρωσης όγκων και άλλων κυτταροκινών) που πυροδοτείται κυρίως από την ερυθροκυτταρική φάση του πλασμωδίου και την απελευθέρωση των παρασίτων στο αίμα (παρασιταιμία).
Πολλές φορές η εικόνα της μιμείται άλλα νοσήματα και τα συμπτώματα είναι άτυπα, γεγονός που, ειδικά σε ενδημικές περιοχές, δημιουργεί διαφοροδιαγνωστικά διλήμματα ενώ παράλληλα, σε μη ενδημικές χώρες, οι κλινικοί ιατροί δεν είναι εξοικειωμένοι με το νόσημα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σε ενδημικές για την ελονοσία περιοχές οι ενήλικες είναι πιθανό να αναπτύξουν μερική ανοσία μετά από τη χρόνια έκθεσή τους στο πλασμώδιο, η οποία μειώνει τον κίνδυνο σοβαρής νόσησης. Έτσι, τα άτομα αυτά, όπως και άτομα με πρόσφατη λήψη ανθελονοσιακών ως χημειοπροφύλαξης, μπορεί να έχουν ασυμπτωματική λοίμωξη ή άτυπη κλινική εικόνα και παρατεταμένο χρόνο επώασης.
Το πλασμώδιο falciparum προκαλεί τη σοβαρότερη μορφή της νόσου, ενώ η λοίμωξη από τα άλλα είδη πλασμωδίου συνήθως δεν είναι απειλητική για τη ζωή του ασθενούς.
Η νόσηση από ελονοσία διακρίνεται σε ήπια - μη επιπλεγμένη και σοβαρή - επιπλεγμένη.
Κλινικά συμπτώματα και σημεία της ήπιας μη επιπλεγμένης ελονοσίας:
Τα συμπτώματα της λοίμωξης, ειδικά στην έναρξη της, είναι μη ειδικά και μπορεί να περιλαμβάνουν:
- Πυρετό ή δεκατική πυρετική κίνηση.
- Φρίκια, ρίγος.
- Κεφαλαλγία.
- Βήχας, θωρακαλγία.
- Αρθραλγίες / Μυαλγίες.
- Εφίδρωση.
- Ζάλη, ίλιγγος.
- Αδυναμία, καταβολή, κακουχία.
- Ναυτία, έμετους.
- Κοιλιακό άλγος ή/και διάρροιες
Αν και στα κλασσικά συγγράμματα περιγράφεται ότι τα συμπτώματα αυτά (ιδίως πυρετός, εφιδρώσεις, ρίγη) μπορεί να εμφανίζονται περιοδικά («τριταίος ή τεταρταίος πυρετός»), αυτό δεν είναι συχνό εύρημα.
Κατά την κλινική εξέταση του ασθενούς ενδεχομένως να ανευρίσκονται:
- Ηπατομεγαλία.
- Σπληνομεγαλία.
- Υπικτερική χροιά ή ωχρότητα επιπεφυκότων.
Κλινικά συμπτώματα και σημεία σοβαρής - επιπλεγμένης ελονοσίας:
Σοβαρή νόσηση συμβαίνει όταν η λοίμωξη επιπλέκεται με νευρολογικές εκδηλώσεις, οργανική ανεπάρκεια, αιματολογικές ή μεταβολικές διαταραχές και παρουσιάζεται κυρίως σε λοίμωξη από το πλασμώδιο falciparum.
Οι εκδηλώσεις και τα κλινικοεργαστηριακά ευρήματα της σοβαρής λοίμωξης από τοπλασμώδιο της ελονοσίας περιλαμβάνουν:
- Αδυναμία, εξάντληση.
- Υπερπυρεξία.
- Εγκεφαλική ελονοσία, με διαταραχές του επιπέδου συνείδησης, επιληπτικές κρίσεις, κώμα ή άλλα νευρολογικά φαινόμενα.
- Βαριά αναιμία λόγω αιμόλυσης (ιδίως σε αλλεπάλληλες λοιμώξεις από το πλασμώδιο falciparum) συνοδευόμενη από ικτερική χροιά ή ωχρότητα του δέρματος και των βλεννογόνων.
- Μακροσκοπική αιμοσφαιρινουρία λόγω αιμόλυσης.
- Οξύ κοιλιακό άλγος.
- Σύνδρομο οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας (ARDS), το οποίο μπορεί να εμφανιστεί ακόμα και όταν η παρασιταιμία έχει μειωθεί αρκετά (ως απάντηση στη θεραπεία).
- Πνευμονικό οίδημα.
- Υπόταση - Κυκλοφορική καταπληξία (shock).
- Οξεία νεφρική ανεπάρκεια / Νεφρωσικό σύνδρομο σε χρόνιες ή αλλεπάλληλες λοιμώξεις από το πλασμώδιο malariae.
- Μεταβολική οξέωση.
- Ηλεκτρολυτικές διαταραχές - Αφυδάτωση.
- Αυτόματες αιμορραγίες - Διαταραχές πήξης με ή χωρίς εργαστηριακή εικόνα διάχυτης ενδαγγειακής πήξης.
- Υπογλυκαιμία (μπορεί να εμφανιστεί και σε εγκύους χωρίς σοβαρή, επιπλεγμένη νόσο ή μετά τη θεραπεία με κινίνη και είναι επίσης συχνότερη σε παιδιά).
- Σπάνια, η ελονοσία από πλασμώδιο vivax μπορεί να προκαλέσει ρήξη σπληνός. Σπάνιο, επίσης, φαινόμενο θεωρείται η υπεραντιδραστική σπληνομεγαλία (σύνδρομο τροπικής σπληνομεγαλίας), η οποία οφείλεται σε παθολογική ανοσολογική αντίδραση μετά από αλλεπάλληλες πλασμωδιακές λοιμώξεις.
- Η ελονοσία κατά τη διάρκεια της κύησης (ιδίως από πλασμώδιο falciparum) μπορεί να προκαλέσει σοβαρή νόσηση στη μητέρα και μπορεί να οδηγήσει σε πρόωρο τοκετό ή σε χαμηλό βάρος γέννησης του νεογνού.
- Ηπατομεγαλία.
- Σπληνομεγαλία.
Εργαστηριακά ευρήματα:
Εργαστηριακά ευρήματα ήπιας - μη επιπλεγμένης ελονοσίας:
- Ήπια αναιμία ή/και θρομβοπενία
- Ήπιες διαταραχές της πήξης, αυξημένες τρανσαμινάσες και μικρή αύξηση ουρίας/κρεατινίνης.
- Χαμηλού βαθμού παρασιταιμία (<5.000 παράσιτα/μΙ αίματος ή προσβεβλημένα <0.1% των ερυθρών αιμοσφαιρίων στη μικροσκοπική εξέταση).
Εργαστηριακά ευρήματα σοβαρής - επιπλεγμένης ελονοσίας:
- Θρομβοπενία, αναιμία, ήπια λευκοπενία.
- Αύξηση δεικτών φλεγμονής (ΤΚΕ και CRP)
- Τρανσαμινασαιμία.
- Αύξηση LDH, χολερυθρίνης (λόγω αιμόλυσης).
- Υπερπαρασιταιμία, όπου >5% των ερυθρών αιμοσφαιρίων είναι προσβεβλημένα από παράσιτα στη μικροσκοπική εξέταση.
Εργαστηριακή διάγνωση:
Η εργαστηριακή διάγνωση της ελονοσίας περιλαμβάνει:
- Μικροσκοπική εξέταση επιχρίσματος περιφερικού αίματος (χρώση Giemsa) είτε με τη μέθοδο της παχιάς (thick blood film) σταγόνας (χρήσιμη στην διάγνωση και κυρίως στον υπολογισμό της παρασιταιμίας, έχοντας μια ευαισθησία της τάξης των 5-10 παρασίτων/μl, αλλά με το μειονέκτημα της αδυναμίας ταυτοποίησης του παρασίτου αφού λόγω της έλλειψης διαδικασίας μονιμοποίησης προκαλείται αιμόλυση και παραμόρφωση των πλασμωδίων) ή της λεπτής (thin blood film) σταγόνας που σε αντίθεση με την παχιά σταγόνα, υπόκειται σε μονιμοποίηση με μεθανόλη και υπάρχει η δυνατότητα να ταυτοποιηθεί το είδος του παρασίτου, να αναγνωριστούν οι διάφορες μορφές του παρασίτου (γαμετοκύτταρα, σχιστοζωίτες) και να υπολογίσει το μέγεθος της παρασιταιμίας (η ευαισθησία της μεθόδου είναι 200 παράσιτα/μl). Αν και η εξέταση αυτή θεωρείται εξέταση αναφοράς (gold standard) για τη διάγνωση της ελονοσίας, ένα αρνητικό αποτέλεσμα στον εργαστηριακό έλεγχο για ελονοσία (αρνητική μικροσκοπική εξέταση) δεν αποκλείει τη διάγνωση της ελονοσίας. Σε ύποπτα κρούσματα ελονοσίας, επειδή άτομα χωρίς ανοσία μπορεί να έχουν συμπτώματα ακόμη και με πολύ χαμηλή παρασιταιμία (που δεν ανιχνεύεται εύκολα στη μικροσκοπική), η μικροσκοπική εξέταση θα πρέπει να επαναλαμβάνεται κάθε 12-24 ώρες (ιδανικά επί εμπυρέτου ή ρίγους), μέχρι να ελεγχθούν συνολικά τρία δείγματα.
- Έλεγχο με τη μέθοδο της αλυσιδωτής αντίδρασης πολυμεράσης (PCR), η οποία είναι πιο ευαίσθητη (μπορεί να ανιχνεύσει <1 παράσιτο/μΙ αίματος σε λιγότερο από μία ώρα), αλλά και πιο δαπανηρή.
- Δοκιμασίες ταχείας διάγνωσης ελονοσίας (Rapid Diagnostic Tests, RDTs): ανίχνευση αντιγόνων ειδικών για το κάθε είδος πλασμωδίου με ανοσοχρωματογραφία. Τα αντιγόνα που ανιχνεύονται είναι: η πλούσια σε ιστιδίνη πρωτεΐνη 2 (HRP-2) - ειδική για το πλασμώδιο falciparum, η παρασιτική γαλακτική δεϋδρογονάση (pLDH) και η παρασιτική αλδολάση που ανευρίσκονται σε όλα τα είδη πλασμωδίου.
- Ορολογικές μεθόδους: η ανίχνευση αντισωμάτων γίνεται είτε με έμμεσο ανοσοφθορισμό (IFA) ή με ανοσοενζυματική μέθοδο ELISA). Δεν χρησιμοποιούνται συχνά για διαγνωστικούς λόγους.
Θεραπεία:
Η απόφαση για την κατάλληλη θεραπεία εξαρτάται από το είδος του παρασίτου (αν δεν είναι γνωστό, θεραπεύεται σαν Plasmodium falciparum), τη γεωγραφική περιοχή και το προφίλ της ως προς τη φαρμακευτική αντοχή την ηλικία του ασθενούς, την σοβαρότητα της νόσησης και την κλινική κατάσταση του ασθενούς, την πιθανότητα κύησης και την πιθανότητα αλλεργικών αντιδράσεων στα φάρμακα.
Κατευθυντήριες Οδηγίες για τη θεραπεία της ελονοσίας (4/2013 - Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων)
Οι κυριότερες ανεπιθύμητες ενέργειες των ανθελονοσιακών φαρμάκων | ||
Φαρμακευτική ουσία | Ανεπιθύμητες ενέργειες | |
Κινίνη |
Κιγχονισμός: (σύνδρομο χαρακτηριζόμενο από εμβοές, επηρεασμένη ακοή, κεφαλαλγία, ναυτία, ζάλη και ενίοτε επηρεασμένη όραση), εξάψεις, πυρετός, θρομβοπενία, αιμολυτική αναιμία, αιμόλυση με νεφρική ανεπάρκεια, υπερινσουλιναιμική υπογλυκαιμία. | Υπερδοσολογία μπορεί να επιφέρει οφθαλμοτοξικότητα και καρδιοτοξικότητα. Ταχεία ενδοφλέβια έγχυση μπορεί να προκαλέσει υπόταση και καρδιακή ανακοπή, τύφλωση και κώφωση. |
Χλωροκίνη |
Κνησμός, κεφαλαλγία, εξάνθημα, διαταραχές από το πεπτικό, σπασμοί, συναισθηματικές μεταπτώσεις, κερατοειδοπάθεια και αμφιβληστροειδοπάθεια σε χρόνια χρήση, μυοπάθεια, μειωμένη ακοή, φωτοευαισθησία, τριχόπτωση, απλαστική αναιμία. | Ταχέως ληφθείσα υπερβολική δοσολογία μπορεί να προκαλέσει απώλεια όρασης, σπασμούς, υποκαλιαιμία, υπόταση και αρρυθμίες. |
Αμοδιακίνη | Παρόμοιες με εκείνες της χλωροκίνης. | |
Μεφλοκίνη | Ναυτία, έμετοι, κοιλιακό άλγος, διάρροια, κεφαλαλγία, ζάλη, έλλειψη ισορροπίας, υπνηλία, δυσκολία στον ύπνο, επιληπτικές κρίσεις, ψύχωση, εξανθήματα, κνησμός, κνίδωση, τριχόπτωση, μυική αδυναμία, διαταραχές ηπατικής λειτουργίας, θρομβοπενία, λευκοπενία. | |
Πυριμεθαμίνη |
Καταστολή αιμοποίησης, εξανθήματα, υπερευαισθησία, ατροφική γλωσσίτιδα, κοιλιακό άλγος, έμετοι, μεγαλοβλαστική αναιμία, πανκυτταροπενία, κεφαλαλγία, ζάλη. | Υπερδοσολογία μπορεί να προκαλέσει εμέτους, ευφορία, σπασμούς, ταχυκαρδία, καταστολή του αναπνευστικού, κυκλοφορική καταπληξία και θάνατο. |
Λουμεφαντρίνη |
Ναυτία, κοιλιακή δυσφορία, κεφαλαλγία, ζάλη. | |
Πριμακίνη | κοιλιακό άλγος, ναυτία, έμετοι, μεθαιμοσφαιριναιμία, ήπια αναιμία, λευκοκυττάρωση. | Αιμολυτική αναιμία σε ασθενείς με έλλειψη G6PD. |
Ατοβακόνη | Εξανθήματα, κεφαλαλγία, πυρετός, αϋπνία, ναυτία, διάρροια, έμετοι, αυξημένα ηπατικά ένζυμα, υπονατριαιμία, αναιμία, ουδετεροπενία. | |
Προγουανίλη | Ήπια γαστρεντερικά ενοχλήματα, διάρροια, αφθώδη έλκη, τριχόπτωση, μεγαλοβλαστική αναιμία, πανκυτταροπενία. | Υπερδοσολογία μπορεί να προκαλέσει επιγαστρική δυσφορία, εμέτους, αιματουρία. |
Αρτεμισίνη και παράγωγα | Ήπιες γαστρεντερικές ενοχλήσεις, ζάλη, εμβοές, δικτυοερυθροκυτταροπενία, ουδετεροπενία, αυξημένα ηπατικά ένζυμα, παράταση QT. | Αντίδραση υπερευαισθησίας τύπου 1 (1: 3000). |
Πηγή: Διαδικτυακή πύλη MalWest |
Χημειοπροφύλαξη για ταξιδιώτες σε ενδημικές περιοχές
Ανθελονοσιακή χημειοπροφύλαξη για ταξιδιώτες σε ενδημικές περιοχές | ||||
Φαρμακευτική ουσία | Σκεύασμα | Δόση ενηλίκων | Αντενδείξεις | Ανεπιθύμητες ενέργειες |
Χλωροκίνη (Chloroquine) | Τabl 200mg χλωροκίνης και Sir 25mg/5 ml | 300 mg/εβδομάδα ή 100 mg/ημέρα (έναρξη 1 εβδομάδα πριν το ταξίδι, για όλη τη διάρκεια του ταξιδιού και για 4 βδομάδες μετά την επιστροφή). | Αλλεργία στη χλωροκίνη, άτομα με έλλειψη G6PD, ψωρίαση, αμφιβληστροειδοπάθεια, νόσο του Κ.Ν.Σ., μυασθένεια gravis, διαταραχές του αιμοποιητικού συστήματος, και σε άτομα με ιστορικό επιληψίας ή ψύχωσης. | Kνησμός, ναυτία, κεφαλαλγία, διαταραχές όρασης, υπέρχρωση δέρματος-ονύχων, εξάνθημα, μυοπάθεια, φωτοφοβία, κώφωση, αλωπεκία, αμφιβληστροειδοπάθεια σε μακρόχρονη λήψη, δυσκρασίες αίματος, ψύχωση, σπασμοί. |
Μεφλοκίνη (Mefloquine) | Τabl Lariam 250mg | 250 mg/εβδoμάδα (έναρξη 2 - 3 βδομάδες πριν το ταξίδι, για όλη τη διάρκεια του ταξιδιού και για 4 βδομάδες μετά την επιστροφή). |
Αλλεργία στη μεφλοκίνη, ψυχιατρικές ή Προσοχή στη χορήγηση: Αρρυθμίες, επαγγέλματα που απαιτούν λεπτούς χειρισμούς ή στερεοσκοπική όραση (π.χ. πιλότοι). |
Ζάλη, ναυτία, διάρροια, κεφαλαλγία, διαταραχές του ύπνου, αλλαγή συμπεριφοράς, σπασμοί, ψυχιατρικές διαταραχές. |
Οξυκυκλίνη (Doxycycline) | Caps 100mg Novimax®, Impalamycin®, Otosal®, Microvibrate®, Relyomycin®, Smilitene®, Disp Tabl Vibramycin® 100mg και sir 50mg/5ml. | 100 mg/ημέρα (έναρξη 1 ημέρα πριν το ταξίδι, για όλη τη διάρκεια του ταξιδιού και για 4 βδομάδες μετά την επιστροφή). |
Αλλεργία στις τετρακυκλίνες, παιδιά <8 ετών, κύηση. Προσοχή στη χορήγηση: σε άτομα με φωτοευαισθησία, άσθμα, μυκητίαση του κόλπου. |
Γαστρεντερικές διαταραχές, φωτοευαισθησία, μυκητιασική κολπίτιδα, αλλεργικές αντιδράσεις, δυσκρασίες αίματος, ηπατίτιδα. |
Συνδυασμός Ατοβακόνης και Προγουανίλης (Atovaquone – Proguanil) |
Tabl Malarone® (250mg ατοβακόνη +100mg προγουανίλη). Tabl Malarone Paediatric® (62,5mg ατοβακόνη + 25mg προγουανίλη) |
1 tab/ημέρα (έναρξη 1 ημέρα πριν το ταξίδι, για όλη τη διάρκεια του ταξιδιού και για 7 ημέρες μετά την επιστροφή). | Αλλεργία στα συστατικά του. Σημαντικού βαθμού νεφρική ανεπάρκεια (κάθαρση κρεατινίνης <30ml/min). Λόγω έλλειψης δεδομένων ασφαλείας, η χρήση του αποφεύγεται σε κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης και του θηλασμού και σε παιδιά <11 kg. | Γαστρεντερικές διαταραχές, αφθώδης στοματίτιδα, σπασμοί, εξανθήματα, αύξηση των τρανσαμινασών. |
Πριμακίνη (Primaquine) | Tab 15mg | Τελική προφύλαξη: 15mg/ημέρα (30mg/ημέρα) για το πλασμόδιο Vivax ανθεκτικό στην πριμακίνη). | Άτομα με έλλειψη G6PD, κύηση, παιδιά <5 ετών. | Γαστρεντερικές διαταραχές, αιμόλυση επί ελλείψεως G6PD, μεθαιμοσφαιριναιμία. |
Προγουανίλη (Proguanil) | Tabl 100mg | 200mg/ημέρα. Δεν πρέπει να χορηγείται μόνη της για χημειοπροφύλαξη. | Δεν έχει καμία απόλυτη αντένδειξη. | Ανορεξία, ναυτία, αφθώδης στοματίτιδα. |
Πηγή: Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων www.keelpno.gr |
Πηγή:
- Ελονοσία - Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων.
- Διαδικτυακή πύλη MalWest - Ειδικό πρόγραμμα ελέγχου για τον ιό του Δυτικού Νείλου και την Ελονοσία - Ενίσχυση της επιτήρησης στην Ελληνική επικράτεια.
- World Health Organization - International travel and health - Disease distribution maps -Malaria