Η αρτηριακή υπέρταση αποτελεί ένα από τους σημαντικότερους παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων. Το 62% των εγκεφαλικών και το 49% των καρδιαγγειακών νοσημάτων παγκοσμίως αποδίδονται στην υπέρταση. Παράγοντες που σχετίζονται με τη διατροφή όπως η παχυσαρκία, η υψηλή πρόσληψη νατρίου ή χλωριούχου νατρίου (αλάτι), η χαμηλή πρόσληψη καλίου, μαγνησίου ή ασβεστίου και η υψηλή πρόσληψη κυρίως κορεσμένου λίπους, επηρεάζουν την αρτηριακή πίεση.
Δείτε την επίπτωση των διατροφικών συνηθειών στην αρτηριακή πίεση:
Αλάτι:
Η ελάττωση της αρτηριακής πίεσης σε υπερτασικούς με περιορισμό του προσλαμβανόμενου άλατος, αν και αποτελεί ακόμη αντικείμενο συζήτησης προσφέρει πολλαπλά οφέλη ιδιαίτερα σε αυτούς που παρουσιάζουν ανταπόκριση στην περιορισμένη πρόσληψη άλατος. Περίπου το 15-20% του λευκού πληθυσμού με φυσιολογικά επίπεδα αρτηριακής πίεσης επηρεάζεται από τη λήψη άλατος με συνέπεια την αύξηση της αρτηριακής πίεσης, ενώ το 40-50% των πασχόντων από πρωτοπαθή υπέρταση επηρεάζονται από τη λήψη άλατος. Δυστυχώς δεν υπάρχει κάποια απλή και ταχεία μέθοδος εντοπισμού ασθενών, των οποίων τα επίπεδα της αρτηριακής πίεσης επηρεάζονται από το αλάτι ή όχι.
Η προτροπή περιορισμού λήψης άλατος είναι χρήσιμη σε όλους τους υπερτασικούς. Η αρτηριακή πίεση ορισμένων ασθενών επηρεάζεται λόγω ιδιαίτερων παραμέτρων, περισσότερο από το αλάτι και για το λόγο αυτό θα πρέπει να συμβουλεύονται ξεχωριστά οι:
- Υπερτασικοί με οικογενειακό ιστορικό (ένας ή και οι δύο γονείς με υπέρταση).
- Υπέρβαροι και παχύσαρκοι υπερτασικοί.
- Υπερτασικοί μεγαλύτερης ηλικίας.
- Διαβητικοί με υπέρταση.
- Ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια (πάντα θετικό ισοζύγιο νατρίου).
- Όλοι οι ασθενείς που λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή με εξαίρεση αυτών που λαμβάνουν ανταγωνιστές διαύλων ασβεστίου.
Ο περιορισμός της λήψης άλατος έχει ως αποτέλεσμα την ελάττωση, κυρίως, της συστολικής αρτηριακής πίεσης που στην περίπτωση υπερτασικών των οποίων τα επίπεδα της αρτηριακής πίεσης επηρεάζονται από το αλάτι μπορεί να επιφέρει μείωση της αρτηριακής πίεσης >10%.
Όσο μεγαλύτερη είναι η αρτηριακή πίεση, τόσο μεγαλύτερη είναι και η πτώση της με τον περιορισμό του άλατος. Σε ήπια υπέρταση, η αρτηριακή πίεση μπορεί να επανέλθει σε φυσιολογικά επίπεδα μόνο με τον περιορισμό του άλατος.
Πιθανότατα, οφέλη αποκομίζουν όλοι οι ασθενείς που λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή, εάν περιορίσουν το αλάτι. Αυτό που είναι απολύτως βέβαιο για τις περιπτώσεις εκείνες ασθενών των οποίων το σύστημα ρενίνης-αγγειοτενσίνης-αλδοστερόνης έχει προηγουμένως κατασταλεί με β-αναστολείς, αναστολείς ΜΕΑ ή αναστολείς ΑΤ1 υποδοχέων.
Τα επιτυχή αποτελέσματα από τον περιορισμό του άλατος συσχετίζονται αρνητικά με τη δραστικότητα του συστήματος ρενίνης-αγγειοτενσίνης-αλδοστερόνης και θετικά με τα αρχικά επίπεδα της αρτηριακής πίεσης και την ηλικία του ασθενούς. Δεν υπάρχει σαφής σχέση δόσεως-αποτελέσματος (δηλαδή όσο μεγαλύτερος είναι ο περιορισμός άλατος, τόσο μεγαλύτερη είναι η πτώση της αρτηριακής πίεσης), ενώ σε νεαρούς ασθενείς με ελαφρά υπέρταση, ο περιορισμός του άλατος επιφέρει ελάχιστα αποτελέσματα.
Κάλιο:
Οι φυσιολογικές ανάγκες σε κάλιο του ανθρώπινου οργανισμού είναι περίπου 2000-3000 mg την ημέρα, περίπου ίδιες με τις αντίστοιχες ανάγκες σε νάτριο.
Αντίθετα με την κατά μέσο όρο αύξηση του προσλαμβανόμενου άλατος που παρατηρείται στις δυτικές χώρες, η λήψη καλίου με την ημερήσια τροφή έχει ελαττωθεί κυρίως λόγω της απώλειας καλίου κατά την επεξεργασία των τροφών, ενώ αντιθέτως το νάτριο προσλαμβάνεται σε μεγάλες ποσότητες με το αλάτι στις τροφές.
Η υποκαλιαιμία που προκαλείται από τα διουρητικά σε υπερτασικούς ασθενείς μπορεί να μειωθεί σημαντικά με τη χορήγηση καλίου, με συνέπεια να μειώνεται σημαντικά και η αρτηριακή πίεση. Η επιπλέον χορήγηση νατρίου κυρίως σε άτομα με υποκαλιαιμία (συγκέντρωση καλίου πλάσματος 3,2 mg/dl) επιφέρει σημαντική αύξηση της αρτηριακής πίεσης που δεν παρατηρείται σε περιπτώσεις με φυσιολογικές τιμές καλίου πλάσματος.
Το κάλιο αποτελεί σημαντικό παράγοντα στη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης. Το νάτριο και το κάλιο εμφανίζονται ως ανταγωνιστές, στη διαδικασία ρύθμισης της αρτηριακής πίεσης. Ο ακριβής μηχανισμός αν και δεν είναι ακόμα γνωστός πιθανολογείται ότι η ευαισθησία του αγγειακού συστήματος στο νάτριο αποδυναμώνεται μέσω του καλίου. Η ελάττωση των θανατηφόρων εγκεφαλικών επεισοδίων μετά από αυξημένη χορήγηση καλίου, αποτελεί σημαντική ένδειξη για την κλινική αξία της διατροφής πλούσιας σε κάλιο.
Η ελάττωση πρόσληψης άλατος σε συνδυασμό με διατροφή πλούσια σε κάλιο είναι αποτελεσματική στην αντιμετώπιση της υπέρτασης. Διατροφή πλούσια σε κάλιο κατά την παιδική ηλικία μπορεί, πιθανότατα, να προστατεύει από τη μελλοντική ανάπτυξη υπέρτασης.
Ασβέστιο:
Επιδημιολογικά στοιχεία αποδεικνύουν μια αντίστροφη σχέση ανάμεσα στη σκληρότητα του νερού (επηρεάζεται κυρίως από ιόντα ασβεστίου, μαγνησίου) και την αρτηριακή πίεση που όμως δεν επαρκούν, ώστε να προτείνεται η λήψη ασβεστίου με την τροφή προκειμένου να επιτυγχάνεται μείωση της αρτηριακής πίεσης.
Η αυξημένη χορήγηση ασβεστίου, αλλά και οι ανταγωνιστές των διαύλων ασβεστίου επιδρούν θετικά στην αρτηριακή πίεση πιθανότατα μέσω της ανάταξης μιας λανθάνουσας ή υπαρκτής εξωκυττάριας έλλειψης ασβεστίου στους υπερτασικούς, έτσι ώστε να ρυθμίζεται και η ενδοκυττάρια συγκέντρωση σε φυσιολογικά επίπεδα.
Τα άτομα με δίαιτα πτωχή σε ασβέστιο, π.χ. με ελάχιστη ή καθόλου κατανάλωση γαλακτοκομικών προϊόντων, έχουν χαμηλή συγκέντρωση ασβεστίου πλάσματος και αυξημένα επίπεδα παραθορμόνης και θα πρέπει να προσλαμβάνουν μεγαλύτερες ποσότητας ασβεστίου που κυμαίνονται μεταξύ 800-1000 mg την ημέρα.
Οι ασθενείς που λαμβάνουν διουρητικά (θειαζίδες) έχουν θετικό ισοζύγιο ασβεστίου, λόγω της ελαττωμένης αποβολής ασβεστίου στα ούρα. Πιθανότατα, ο μηχανισμός αυτός αποτελεί μία, ακόμη, αντιϋπερτασική ιδιότητα των θειαζιδών διουρητικών.
Μαγνήσιο:
Τα διουρητικά, ιδιαίτερα αυτά της αγκύλης, επιφέρουν απώλειες καλίου και μαγνησίου από τους νεφρούς. Η χορήγηση μαγνησίου σε υπερτασικούς που λαμβάνουν διουρητική αγωγή, έχει ως αποτέλεσμα την περαιτέρω μείωση της αρτηριακής πίεσης.
Η προτροπή για λήψη τροφών πλούσιων σε μαγνήσιο, προκειμένου να μειωθεί η αρτηριακή πίεση δεν είναι ακόμα σκόπιμη αφού τα στοιχεία μελετών σχετικά με τη μείωση της αρτηριακής μετά από αποκλειστική χορήγηση μαγνησίου, δεν είναι ακόμη επαρκή. Πάντως, οι υπερτασικοί ασθενείς με αυξημένο κίνδυνο (αυτοί που λαμβάνουν διουρητικά) αλλά και οι διαβητικοί και αλκοολικοί θα πρέπει να ενημερώνονται επισταμένα. Η ημερήσια συνιστώμενη χορήγηση μαγνησίου είναι 300 mg.
Κατανάλωση οινοπνεύματος:
Η κατανάλωση οινοπνεύματος σε μέτρια επίπεδα δεν συσχετίζεται με την υπέρταση και πιθανόν να προκαλεί και μείωση της αρτηριακής υπέρτασης επιπρόσθετα στην ελάττωση καρδιαγγειακών επιπλοκών και την ελάττωση της θνησιμότητας, μέσω της προστατευτικής δράσης που ασκεί στο αγγειακό τοίχωμα, αλλά η κατανάλωση μεγαλύτερη των 210 mg την εβδομάδα (2-3 ποτά ημερησίως) συσχετίζεται με αρνητική επίδραση στην αρτηριακή πίεση (αύξηση).
Οι ακριβείς μηχανισμοί μέσω των οποίων η κατανάλωση οινοπνεύματος έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της αρτηριακής πίεσης δεν είναι ακόμη γνωστοί (άμεσα πιεστικά φαινόμενα, αυξημένη διεγερσιμότητα καρδιαγγειακών αντανακλαστικών, έμμεση δράση μέσω του συστήματος ρενίνης-αγγειοτενσίνης-αλδοστερόνης ή μέσω του συμπαθητικού -αδρενεργικού συστήματος).
Η ελάττωση ή και η διακοπή της κατανάλωσης οινοπνεύματος μπορεί να μειώσει δραστικά την αρτηριακή πίεση σε περιπτώσεις βαριάς υπέρτασης (επαναφορά σε φυσιολογικά επίπεδα).
Όλοι οι υπερτασικοί θα πρέπει να περιορίζουν την κατανάλωση οινοπνεύματος. Εάν η κατανάλωση αλκοόλης υπερβαίνει τα 40mg την ημέρα θα πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για τον περιορισμό της (μέγιστη επιτρεπτή ημερήσια κατανάλωση για τις γυναίκες τα 20-30 g και τους άνδρες τα 30-40 g, για παράδειγμα, ένα ποτήρι μπύρας, κρασιού, ουίσκι περιέχει περίπου 8-10g οινοπνεύματος).
Διατροφή πλούσια σε ιχθυέλαια, φυτικά λίπη, πολυακόρεστα λιπαρά οξέα:
Η πλούσια διατροφή σε ιχθυέλαια, πολυακόρεστα λιπαρά οξέα, φυτικά λίπη και ψάρι (αντί ζωικού λίπους και κρέατος) έχει ως αποτέλεσμα την ελάττωση της αρτηριακής πίεσης (αγγειοδιαστολή μέσω προσταγλανδινών), μείωση της συγκόλλησης των αιμοπεταλίων, μείωση των τριγλυκεριδίων, αύξηση της HDL χοληστερόλης και βελτίωση της λειτουργίας του αγγειακού ενδοθηλίου (αντιαρτηριοσκληρωτική δράση).
Μέχρι σήμερα δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις για τη συνεχή λήψη σκευασμάτων με ιχθυέλαια με σκοπό τη μείωση της αρτηριακής πίεσης. Δεν υπάρχουν μακροχρόνιες μελέτες που να επιβεβαιώνουν την αποτελεσματικότητα αυτών των σκευασμάτων και στις οποίες να καταγράφονται οι πιθανές παρενέργειες.
Πηγή: Martin Middeke - FACTS Αρτηριακή υπέρταση (FAKTEN. Arterielle Hypertonie).